Συντάχθηκε στις 19 Μαϊος 2025 .
«Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Χριστός ἀνέστη!
Καθώς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Σίλας, σύμφωνα μὲ τό σημερινό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, βρίσκονταν στούς Φιλίππους, τήν εὑρύτερη περιοχή τῆς σημερινῆς Καβάλας, συνάντησαν μιά νεαρή γυναίκα, τήν ὁποία εἶχε καταλάβει δαιμόνιο καί μάντευε τό μέλλον τῶν ἀνθρώπων. Ὁ διάβολος λαμβάνει ἀφορμή ἀπό τίς ἁμαρτωλές συνήθειες τῶν ἀνθρώπων καί δημιουργεῖ συντυχίες, παρασύροντάς τους σέ πράξεις καί λόγια, ὥστε νά ἐπαληθεύονται τά λεγόμενά του καί νά γίνεται πιστευτός. Ἔτσι συνέβαινε καί μέ ἐκείνη τήν νεαρή γυναῖκα, ἡ ὁποία ὅταν εἶδε τούς Ἁγίους Ἀποστόλους ἄρχισε νά τούς ἐπαινεῖ καί ἀκολουθώντάς τους ἔλεγε γιά τήν θεϊκή προέλευση τῶν λόγων καί τῶν ἔργων τους. Αὐτό μάλιστα γινόταν ἐπί σειρά πολλῶν ἡμερῶν. Σκοπός τοῦ δαιμονίου ἦταν νά κερδίζει τήν ἐμπιστοσύνη τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά πιστεύουν στίς μαντεῖες καί νά ἀποζητοῦν τούς χρησμούς του μέσα ἀπό ἐκείνη τήν νεαρή γυναῖκα, ἀφοῦ ἐκείνη ἀναγνώριζε δημοσίως καί κήρυττε τήν θεϊκή ἀποστολή τους, δηλαδή κάτι πέρα ὡς πέρα ἀληθινό. Τοῦτο ἐξάλλου ἦταν καί πρός ὄφελος τῶν κυρίων της, οἱ ὁποῖοι ἐκμεταλλευόμενοι τήν ἐπήρεια τοῦ δαιμονίου πάνω της, καρπώνονταν τά πλούσια οἰκονομικά ὀφέλη. Ἔτσι καί τό δαιμόνιο ἐκμεταλλευόταν αὐτούς, ἀλλά καί αὐτοί τό δαιμόνιο.
Ὁ Παῦλος ὅμως ἔβαλε τέλος στήν φαύλη αὐτή συνδιαλλαγή. Στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἐξέβαλε τό δαιμόνιο καί ἐλευθέρωσε τή νεαρή γυναῖκα πρός μεγάλη θλίψη βέβαια τῶν κυρίων της, οἱ ὁποῖοι εἶδαν πώς μαζί μέ τό δαιμόνιο ἔφυγε καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἐπικερδοῦς ἐργασίας τους. Συνέλαβαν τότε τούς Ἀποστόλους καί τούς παρέδωσαν στό δικαστήριο. Ἐκεῖ ἀποφασίσθηκε, ἀφοῦ τούς δείρουν, νά τούς κλείσουν στήν φυλακή, δένοντας τά πόδια τους σέ ἕνα ξύλο γιά νά μήν μποροῦν νά κινηθοῦν καί νά ξεφύγουν. Κατά τό μεσονύκτιο ὁ Παῦλος καί ὁ Σίλας ἄρχισαν νά προσεύχονται θερμά καί νά ψάλλουν ὕμνους στόν Θεό, εἰς ἐπήκοον καί τῶν ὑπολοίπων φυλακισμένων. Ξαφνικά ἔγινε μεγάλος σεισμός, σείστηκαν τά θεμέλια τῆς φυλακῆς, ἄνοιξαν οἱ πόρτες της καί ἐλευθερώθηκαν οἱ φυλακισμένοι ἀπό τά δεσμά τους. Οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος καί Σίλας, ἐλεύθεροι πλέον μέ θαυμαστό τρόπο χάρη στήν προσευχή τους, συνέχισαν τό ἀποστολικό τους ἔργο, βαπτίζοντας ἐν συνεχείᾳ καί ὅλη τήν οἰκογένεια τοῦ δεσμοφύλακα, ὁ ὁποῖος μετά ἀπ’ὅλα αὐτά πίστευσε στόν Χριστό.
Ἐπίσης καί στό 12ο κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς περιγράφει μέ τήν θαυμαστή ἀπελευθέρωση τοῦ Πέτρου ἀπό τήν φυλακή, ὅπου τὸν εἶχε φυλακίσει ὁ Ἡρώδης, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀγωνιώδους καί ἐκτενοῦς προσευχῆς τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τῶν ὑπολοίπων Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν μελῶν τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀγρυπνοῦσαν προσευχόμενοι, ἱκετεύοντας τόν Θεό νά μήν στερηθοῦν τῆς πολύτιμης καί γενναίας παρουσίας τοῦ πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου.
Καί τά δύο αὐτά περιστατικά μᾶς παρακινοῦν νά σκεφθοῦμε, πώς ὅλοι μας πραγματικά εἴμαστε στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί τήν πρόνοιά Του, ἀλλά καί πώς ἡ θερμή καρδιακή προσευχή κινεῖ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί θαυματουργεῖ γιά τη σωτηρία μας. Καί οἱ δύο ἀπελευθερώσεις ἀποτελοῦν ὑπερφυσικά σημεῖα, θαύματα, τά ὁποῖα ἔρχονται ὡς ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στήν πίστη καί στήν προσευχή τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖες κινοῦν τό ἔλεός Του. Ἔτσι λοιπόν ὅ,τι ἔγινε, ἔγινε ἐπειδή τό ἤθελε ὁ Θεός, παρακινούμενος πρός τοῦτο, (ἄς ἐπιτραπεῖ αὐτή ἡ ἔκφραση γιά νά τό καταλάβουμε), ἀπό τήν θερμή προσευχή τῶν πιστῶν.
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί μετά ἀπό αὐτούς, ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας εἶχαν ἀχώριστο σύντροφο στή ζωή τους τήν προσευχή. Βρίθουν τὰ Συναξάρια ἀπό περιστατικά ἔνθερμης καί ἔνζηλης προσευχῆς τῶν Ἁγίων, ἰδίως ὅταν βρίσκονταν σέ δοκιμασίες, στή διάρκεια τῶν μαρτυρίων τους ἤ λίγο πρίν τόν θάνατο. Μέ τήν προσευχή τους κινοῦσαν τήν θεία Χάρη καί ἐξαιτίας τῆς δυνατῆς πίστης τους γινόταν τό θαῦμα, ὥστε ἀκόμη πολλοί καί ἀπό τούς διῶκτες τους να πιστεύουν στόν Χριστό. Εἶναι μνημειώδης ἡ προσευχή τοῦ προφήτη Ἰωνᾶ στήν κοιλιά τοῦ κήτους ἤ τῶν Τριῶν Παίδων μέσα στό καμίνι τῆς φωτιᾶς, πολλούς αἰῶνες ἀκόμη πρό Χριστοῦ, διά τῆς ὁποίας προσευχῆς σέ συνδυασμό μέ τήν πίστη τους, σώθηκαν καί ἔδωσαν τήν μαρτυρία τοῦ Ἑνός καί Ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσευχή τῶν Ἁγίων ὅμως δέν ἦταν μιά τυπική προσευχή, οὔτε ἀναλωνόταν μόνο σέ αἰτήσεις πρός τόν Θεό γιά νά τούς σώσει ἤ νά τούς δώσει ὑγίεια, εὐημερία καί ἀγαθά. Δέν ἦταν μιά τυπική προσευχή, ἀπό συνήθεια ἤ γιά τό καλό, πού πολλές φορές λέγεται μηχανικά καί δέν ἀγγίζει τήν ψυχή. Ἡ προσευχή τῶν Ἁγίων κάθε ἐποχῆς, τούς ὁποίους πρέπει νά μιμηθοῦμε, ἦταν πρῶτα καί πάνω ἀπ’ ὅλα μία καρδιακή δοξολογία πρός τόν Θεό, ἔκφραση εὐγνωμοσύνης καί εὐχαριστίας γιά ὅλα ὅσα ὁ Θεός ἐπέτρεψε στή ζωή τους. Ἡ προσευχή γιά νά εἶναι αὐθεντική πρέπει νά ἀνάγεται σέ λειτουργία καρδιακή, ἡ ὁποία βεβαίως ἔρχεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί ἀγάπης. Ἀποτελεῖ τήν αὐθόρμητη κίνηση τῆς ψυχῆς, πού πιστεύει στόν Χριστό καί αἰσθάνεται μετά βεβαιότητος, πώς βρίσκεται στά χέρια Του, ἀναμένοντας νά γνωρίσει καί ζήσει τό θεῖο Του θέλημα.
Αὐτή ἡ θερμή, καρδιακή προσευχή λείπει πολύ ἀπό τή σύγχρονη, κατά τά ἄλλα Χριστιανική, κοινωνία μας. Λείπει αὐτή ἡ πάραθεσή μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ μέ πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό θέλημά Του. Λείπει ἡ συνομιλία μας μαζί Του μέσα ἀπό μία προσευχή, σάν αὐτή πού προβάλλει μέσα ἀπό τά θαυμαστά περιστατικά, πού ἀφηγοῦνται οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν ὀφείλει ἁπλῶς, ἀλλά ἔχει ἀνάγκη νά προσεύχεται καθημερινά γιά νά ἐκφράσει τήν ἀγάπη, τήν εὐγνωμοσύνη καί τήν εὐχαριστία του πρῶτα στόν Χριστό καί μετά νά ζητήσει κι ὅ,τι ἐπιθυμεῖ, τό ὁποῖο βεβαίως καί γνωρίζει ὁ Κύριος κι ὅταν εἶναι γιά τη σωτηρία του, τότε μόνον τοῦ τό δίνει. Γι’ αὐτό κι η ἀρχαία προσευχή τῆς Ἐκκλησίας μας λέει: «Κύριε ποίησόν με οἷον θέλεις καί ὡς θέλεις, κἄν θέλω, κἄν μη θέλω» Δηλαδή Κύριε φτιάξε με ὅποιον μέ θέλεις κι ὅπως μέ θέλεις, κι ἄν θέλω κι ἄν δέν θέλω.
Δυστυχῶς ὅμως τίς περισσότερες φορές μᾶς ἀρκεῖ νά θρησκεύουμε, τηρώντας κάποιους ἐξωτερικούς τυπικούς κανόνες, χωρίς ὅμως νά ζοῦμε τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν βίωναν οἱ Ἅγιοι. Ἀρκούμαστε σέ μία τυπική προσευχή, ἀγχώδη καί ἰδιοτελῆ τίς περισσότερες φορές καί τό χειρότερο ἀντικαθιστοῦμε τήν προσευχή μέ μιά σειρά πολύχρωμα κομποσχοίνια στά χέρια, πού τά θεωρήσαμε φυλαχτά κι ὄχι ὄργανα κι ἐνθύμηση προσευχῆς.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Οἱ Ἀπόστολοι ἦταν φυλακισμένοι καί προσευχήθηκαν δημόσια καί σε ἐπήκοο πάντων κι ὁ Θεός ἦταν μαζί τους, ὅπως εἶναι μέ κάθε ψυχή, πού θλίβεται καί καταπονεῖται, ἀλλά μέ θάρρος κι ἐλπίδα ἀτενίζει πρός Ἐκεῖνον καί λαμβάνει θεραπεία καί παρηγοριά.
Ἄς πάρουμε παράδειγμα ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους κι ἄς κοσμοῦμε τήν ζωή μας μέ τήν προσευχή καθημερινῶς καί ὄχι μόνο στίς δύσκολες στιγμές. Ἰδιαίτερα τό βράδυ, νά μήν παραλείπουμε νά ἀναφερόμαστε μέ πίστη κι εὐγνωμοσύνη στόν Χριστό.
Ἄς μάθουμε νά ψάλουμε τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ καί ψαλμούς τοῦ Δαβίδ, ὅπως προτρέπει κι ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος: «ἄν κάποιος εὐθυμεῖ, ἄς ψάλει.» (βλ. ε΄13)
Ἄς σπεύδουμε νά ἁγιάζουμε τήν ὕπαρξή μας κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, λαμβάνοντας ἀντίδωρο κι ἁγιασμό κάθε πρωϊ, πρίν ξεκινήσουμε τη μέρα μας.
Ἄς μήν ἀδιαφορήσουμε γιά τη νηστεία τῆς Τετάρτης καί τῆς Παρασκευῆς ἀκόμη κι ἄν βρισκόμαστε προσκεκλημένοι σέ κάποιο σπίτι ἤ στήν ἐργασία μας ἤ σε κάποιο δημόσιο χῶρο.
Κυρίως ὅμως ἄς μήν ἀδιαφορήσουμε γιά τήν Κυριακάτική θεία Λειτουργία, ἀλλά νά σπεύδουμε στόν ἱερό Ναό, ὅταν ἀκούσουμε τήν καμπάνα νά μᾶς καλεῖ κι ἄς προετοιμαζόμαστε νά μεταλαμβάνουμε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων γιά νά ἔχουμε ζωή καί σωτηρία μέ τη θεία κοινωνία τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 19 Μαϊος 2025 .
Ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία θέλοντας νά δείξει τήν ἔμπρακτη συμπαράστασή της στούς μαθητές καί τίς μαθήτριες τῆς Δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης, πού διαγωνίζονται γιά τήν εἰσοδό τους στά Ἄνώτερα καί Ἀνώτατα Ἐκπαιδευτικά Ἰδρύματα, θά πραγματοποιήσει σέ ὃλους τούς Ἱερούς Ναούς καί τίς Ἱερές Μονές μας, τήν Κυριακή 2 5 Μαΐου , σύντομη δέηση καί θά ἀναγνωσθῆ ἡ εἰδική εὐχή γιά τά παιδιά μας, στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας.
Eὐχόμενοι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός νά στηρίξει κάθε νόμιμη, εὐγενῆ καί φιλότιμη προσπάθεια τῶν ἐξεταζομένων νέων μας καί νά τούς χαρίσει δύναμη πνευματική καί σωματική, ὥστε νά ἐπιτυγχάνουν στίς ἐξετάσεις τῆς ζωῆς τους καί νά ἀριστεύουν μέ τόν φωτισμό Του.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 12 Μαϊος 2025 .
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
Τήν Κυριακήν 18ην Μαΐου 2025 (Κυριακήν τῆς Σαμαρείτιδος) πανηγυρίζει ὁ Ἱερός Ναός τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐκ Χώρας Σάμου , ἒξωθεν τῆς κωμοπόλεως Χώρας, κατά τό ἀκόλουθον πρόγραμμα:
Σάββατον 17ην Μαΐου 2025
Ὥ ρα 19.00΄ :
Μέγας Πανηγυρικός Ἀρχιερατικός Ἑσπερινός, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ . κ . Εὐσεβίου , μετά τό πέρας τοῦ ὁποίου θά λάβῃ χώραν ἡ λιτάνευσις τῆς Τιμίας Κάρας καί τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Γεωργίου, πέριξ τοῦ Ιεροῦ Ναοῦ.
Κυριακήν 18ην Μαΐου 2025
Ὥ ρα 07.00΄-10. 30 ΄ :
Πανηγυρικός Ὄρθρος καί ἐν συνεχείᾳ Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ . κ . Εὐσεβίου .
Ὥρα 18.30΄
Μεθέορτος Ἑσπερινός
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 12 Μαϊος 2025 .
«Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός τότε καί τώρα»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Χριστός ἀνέστη!
Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, διηγούμενος τήν θαυμαστή ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐπισημαίνει πώς οἱ πιστοί ὀνομάστηκαν γιά πρώτη φορά Χριστιανοί στήν Ἀντιόχεια.
Μετά τήν μαρτυρική τελείωση τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου τά μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας διασκορπίσθηκαν πέρα ἀπό τά ὅρια τῶν Ἱεροσολύμων. Ἦταν μάλιστα τόσο ἐντυπωσιακό τό «ἄνοιγμα» αὐτό τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στούς γύρω λαούς, ὥστε, ὅταν ὁ Ἀπόστολος Βαρνάβας ἐπισκέφθηκε τήν Ἀντιόχεια ἀναζητώντας τόν Ἀπόστολο Παῦλο, βίωσε ἀπό κοντά τήν μεγαλειώδη ἐμπειρία τῆς αὐξήσεως τοῦ ἀριθμοῦ τῶν Χριστιανῶν.
Ἀπό τήν μεγάλη πόλη τῆς Ἀντιοχείας λοιπόν ξεκινᾶ ἡ ἱστορία τοῦ ὀνόματος Χριστιανός, τό ὁποῖο ἔγινε συνώνυμο τοῦ ἤθους καί τοῦ πολιτισμοῦ .
Καί ὅπως φαίνεται διαδόθηκε ταχύτατα, ἀφοῦ στό 26ο κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ὅπου ὁ Βασιλιᾶς Ἀγρίππας ἐνθουσιασμένος ἀπό τήν ὁμιλία-ἀπολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τοῦ εἶπε : «λίγο ἀκόμη καί μέ πείθεις νά γίνω Χριστιανός» (βλ. Πράξ. κστ΄28).
Κι ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὅμως στήν πρώτη Καθολική, (δηλαδή πρός ὅλους), Ἐπιστολή του συμβουλεύει τούς παραλῆπτες της (ἀνάμεσά τους κι ἐμᾶς), «ἄν κάποιος διώκεται ἤ ταλαιπωρεῖται ἐπειδή εἶναι Χριστιανός, νά μήν ντρέπεται, ἀλλά ἀντιθέτως νά δοξάζει τον Θεό γιά τίς περιστάσεις, πού τοῦ ἐπέτρεψε νά βιώσει » (Α΄Πέτρ. δ΄16)
Μέχρι τότε τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὀνομάζονταν μαθητές ἤ ἀκόλουθοι τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως τό ὄνομα Χριστιανός, τό ὁποῖο σύμφωνα μέ τίς ἱστορικές πηγές δόθηκε ἀπό Ἕλληνες, ἀποδίδει στό ἔπακρο τήν ζῶσα καί πραγματική παρουσία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ μέσα στούς πιστούς, ὅπως προσφέρεται στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Σημαίνει αὐτόν, πού πιστεύει τόν Χριστό ὡς Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτή του καί γι’ αὐτό φροντίζει νά μεταλαμβάνει συνεχῶς τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά συμβαίνει αὐτό, τό ὁποῖο τονίζει ὁ Χριστός στό 6ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰωάννου: «Ὅποιος μοῦ τρώει τή σάρκα καί μοῦ πίνει τό αἷμα, μένει μέσα σ’ἐμένα κι ἐγώ μέσα σ’αὐτόν» (βλ. στ΄56)
Αὐτό τό φρόνημα διακατεῖχε ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων αἰώνων. Θεωροῦσαν ὕψιστη τιμή νά ὀνομάζονται καί νά εἶναι Χριστιανοί. Δέν ἔβαζαν τίποτε πάνω ἀπό τή σχέση τους μέ τόν Χριστό καί τήν θεία Κοινωνία, διακινδυνεύοντας γι’ αὐτό μονίμως τή ζωή τους. Αὐτή ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό δέν τροφοδοτοῦσε ἁπλά τή ζωή τους, ἀλλά ἦταν ἡ ἴδια ἡ ζωή τους. Τά Συναξάρια, πού καταγράφουν τόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν Ἁγίων μας κάθε ἐποχῆς, βρίθουν ἀπό ἀναφορές, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες, ὅταν οἱ διῶκτες ἐρωτοῦσαν τούς Μάρτυρες, ποιό ἦταν τό ὄνομά τους, ἤ ποιά ἡ πατρίδα τους, ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν: Εἶμαι Χριστιανός . Κι αὐτό ἀρκοῦσε, τά ἔλεγε ὅλα!
Ὁ Μ. Βασίλειος μάλιστα στή μνημειώδη ὁμιλία του γιά τούς 40 Μάρτυρες, πού μαρτύρησαν στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβαστείας, ἀναφέρει, ὅτι « Ὁ καθένας λοιπὸν, ἀφοῦ περιφρόνησαν τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς εἶχαν ὀνομάσει ἀπὸ τὴν γέννησή τους, ὠνόμαζε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸ κοινὸν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος καί ἔλεγαν «εἶμαι Χριστιανός»
Τό ἴδιο ἦθος περιγράφει καί ὁ ἄγνωστος συγγραφέας τῆς «Πρός Διόγνητον ἐπιστολῆς» , ἑνός ἀπολογητικοῦ κειμένου τῆς χριστιανικῆς γραμματείας τῶν πρώτων αἰώνων. «Ο ἱ χριστιανο ὶ ...ο ὔ τε πόλεις ἰ διαίτερες ἔ χουν, ο ὔ τε διάλεκτο ξεχωριστ ὴ, ο ὔ τε ζω ὴ κάνουν φανταχτερή... Πατρίδα τους ἔ χουν κι α ὐ το ὶ ἕ να ὁ ρισμένο τόπο, ἀ λλ ὰ ὡ ς π άροικοι. Μετέχουν σ ὲ ὅ λα ὡ ς πολίται κα ὶ ὅ λα τ ὰ ὑ πομένουν ὡ ς ξένοι... Ἐ ν σαρκί βρίσκονται, ἄ λλα δέν ζο ῦ ν κατ ὰ σάρκα. Στ ὴ γ ῆ περνο ῦ ν τ ὶ ς μέρες τους, ἄ λλα στ ὸ ν ο ὐ ραν ὸ πολιτεύονται. Ὑ πακούουν στο ὺ ς νόμους το ῦ κράτους, ἄ λλα μ ὲ τ ὴ ζω ὴ τους ὑπερβαίνουν το ὺ ς νόμους. Ἀ γαπο ῦ ν ὅ λους κα ὶ ὅ λοι το ὺ ς καταδιώκουν».
Στίς ἡμέρες μας ὅμως οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δέν βιώνουμε αὐτήν τήν πραγματικότητα, διότι δέν ζοῦμε τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά θρησκεύουμε ἁπλῶς. Οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ὁμοιάζουμε πιό πολύ ὡς ἀκόλουθοι μιᾶς θρησκείας, παρά μέ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εὐθυγραμμιζόμαστε μέ κάποιους τυπικούς κανόνες, ἀναγκαίους μέν, ἀλλά μέχρι ἐκεῖ. Μᾶς ἐντυπωσιάζει τό σθένος τῶν Μαρτύρων, ὁ δυναμισμός τῶν Ἁγίων, ἡ σοφία μέ τήν ὁποία διαχειρίζονταν τήν ζωή τους καί ἡ ἄνευ προϋποθέσεων παράθεσή τους στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά μᾶς διαφεύγει μᾶλλον, ὅτι αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀποφάσεώς τους νά προηγεῖται ὁ Χριστός σέ ὅλα στή ζωή τους.
Καί γιά νά μήν φανεῖ ὁ λόγος ὑπερβολικός, ἄς προβληματισθοῦμε πάνω σέ ἕνα ἁπλό παράδειγμα, μέσα ἀπό τήν δυνατότητα, πού μᾶς δίνει ἡ σύγχρονη τεχνολογία. Πόσοι ἀπό ἐμᾶς ἔχουμε τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἤ τοῦ Ἁγίου μας ἤ τόν Τίμιο Σταυρό στήν ὀθόνη τοῦ κινητοῦ μας τηλεφώνου; Πόσοι ἀλήθεια, περικοσμοῦμε τό στῆθος μας μέ τόν τίιο Σταυρό καί πόσοι ἀξιοποιοῦμε τά κομποσχοίνια μέ τά ὁποία περιτυλίγουμε τά χέρια μας, ἀποδίδοντάς τους «μαγικές»ἰδιότητες, ἐνῶ εἶναι ὄργανα καί μέσα προσευχῆς, ὥστε νά μᾶς ὐπενθυμίζουν τήν ἀπαραίτητη ἔντευξη πρός τόν Σωτῆρα Χριστό. Πόσοι ἀπό ἐμᾶς, ἀφοῦ οἱ καταστάσεις τῆς ζωῆς μας δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά βρεθοῦμε σέ μία ὁμιλία Ὀρθόδοξης Κατήχησης ἤ ἕνα κήρυγμα, ἐπιλέξαμε νά ἀκούσουμε κάτι πνευματικό μέσα ἀπό τά ἠλεκτρονικά μέσα, τά ὁποῖα κατά κράτος διαχειριζόμαστε; Ὅλα αὐτά ἀναφέρονται, γιατί φανερώνουν ποιά εἶναι ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό καί πόσο μᾶς ἀγγίζει ἡ φροντίδα αὐτῆς τῆς σχέσης μας μέ τόν Κύριο καί Θεό μας!
Ὁ τρόπος τῆς Χριστιανικῆς διαβίωσης εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐνσυνείδητης σχέσης καί κοινωνίας μέ τόν Χριστό, ὅπως τήν διαφυλάσσει καί τήν προάγει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί κυρίως τῆς Καινῆς Διαθήκης, εἶναι ἡ πρώτη ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά γνωρίζουμε τί διδάσκει ὁ Χριστός καί ἔτσι νά εὐθυγραμμιζόμαστε μέ τό θέλημά Του. Μέσα δέ ἀπό τόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν Ἁγίων μας καί τούς λόγους τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε, πώς ἡ εὐαγγελική διδαχή μπορεῖ νά γίνεται πράξη στήν ζωή μας.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό Ὀρθόδοξο βίωμα, ἀποκτᾶται μόνον μέσα ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ἀποτέλεσμα νοητικῆς διεργασίας, ἤ ἄλλης ἐργασίας, ἀλλά ἁγιασμοῦ τῆς ὅλης ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου. Τοῦτο σημαίνει ὅτι Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πειθαρχεῖ στά κελεύσματα τῆς Ἐκκλησίας του, κι ὅταν γιά παράδειγμα ἡ Ἐκκλησία του ἔχει νηστεία, τότε κι ἐκεῖνος νηστεύει. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός ἐκκλησιάζεται ἀνελλιπῶς τουλάχιστον κάθε Κυριακή. Δέν παρίσταται ἁπλῶς στόν Ναό. Συμπροσεύχεται, συνεπιτελεῖ καί συμμετέχει στή θεία Λειτουργία. Ἔχοντας προετοιμασθεῖ μέ τόν τρόπο καί τήν μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας μας κοινωνεῖ τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά ζεῖ ὁ Χριστός μέσα Του. Ὅταν ὁ Χριστός ζεῖ ἐντός μας, πορεύεται μέ τά πόδια μας, εὐεργετεῖ μέ τά χέρια μας, ὁμιλεῖ μέ τή γλῶσσα μας τότε καί ἡ ζωή μας, ὄχι μόνο εὐλογεῖται ἀπό Ἐκεῖνον, ἀλλά κυρίως γίνεται τό πιό εὔγλωττο κήρυγμα γιά τούς γύρω μας.
Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς κηρύττει σήμερα κι ὁ ἐκ μεταθέσεως ἑορταζόμενος ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ὁποῖος καταγόταν ἀπό τη Χώρα τῆς Σάμου καί μαρτύρησε στήν Ἔφεσο στις 5 Ἀπριλίου τοῦ 1801. Παρά τήν προηγούμενη ἄστατη ζωή του, ὅταν συνειδητοποίησε τη σχέση του μέ τόν Χριστό, δέν δίστασε νά πορφυρώσει τήν πίστη καί τη ζωή του μέ τό μαρτυρικό του αἷμα. Γι’ αὐτό καί στήν πρός Διόγνητον Ἐπιστολή, πού προαναφέραμε γράφει κάπου, ὅτι ὁ Χριστιανός ὁμολογεῖ τήν σχέση του μέ τόν Χριστό καί μαρτυρεῖ τήν κοινωνία μέ Ἐκεῖνον, μέσα ἀπό μία πολιτεία, πού φανερώνεται θαυμαστ ὴ κα ὶ ὁ μολογουμένως παράδοξη. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 07 Μαϊος 2025 .
«Ποιοί εἶναι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας;»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Χριστός ἀνέστη!
Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων» , δύο φορές μέσα σέ μόλις 10 στίχους, ὀνομάζει αὐτούς πού πιστεύουν στόν Χριστό, ἁγίους . «Ἐγένετο δὲ Πέτρον διερχόμενον διὰ πάντων κατελθεῖν καὶ πρὸς τοὺς ἁγίους τοὺς κατοικοῦντας Λύδδαν...» καί «...φωνήσας δὲ τοὺς ἁγίους ...».
Στό ἴδιο κεφάλαιο μάλιστα στόν στίχο 13 στήν κλήση τοῦ Ἀνανία, νά δεχθεῖ καί νά βαπτίσει τόν μέχρι τότε διώκτη καί μετέπειτα Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο, οἱ πιστοί Χριστιανοί ἀναφέρονται καί πάλι ἅγιοι .
Ἁγίους τούς ὀνομάζει κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος κατόπιν, ὅταν ἀπολογούμενος στόν βασιλιᾶ Ἀγρίππα, ἐνθυμεῖται, ὅτι, πρίν τήν μεταστροφή του ὡς διώκτης ἀκόμη, πολλούς Ἁγίους φυλάκισε. (βλ. Πραξ. κστ΄10). Παρομοίως δέ καί στίς ἐπιστολές Του: Α΄ πρός Κορινθίους (α΄2), Πρός Ἐφεσίους (α΄4), Φιλιππησίους (α΄1) καί Κολοσσαεῖς (α΄4), ἀναφέρεται στούς παραλῆπτες ὀνομάζοντάς τους Ἁγίους .
Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν, πώς ἡ λέξη ἅγιος ἀφορᾶ σέ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μέ τό βάπτισμά του στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἐντάσσεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γίνεται μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ἄρα μετέχει στήν Ἁγιότητά Του, μέ σκοπό νά τήν διατηρήσει ὡς μόνιμο χαρακτηριστικό στήν αἰωνιότητα.
Ἅγιος στήν ἀπόλυτη ἔννοια τοῦ ὅρου εἶναι μόνο ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικός ὁ ὕμνος τῶν ἐξαπτερύγων Σεραφείμ, ὅπως περιγράφεται στό περιστατικό τῆς κλήσης τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα, «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ...» (Ἠσ. Στ΄6), ὅπως τόν ἀκοῦμε καί στή θεία Λειτουργία, γιά νά καταλάβουμε τήν ἀπόλυτη Ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐπαναλαμβάνεται τρεῖς φορές ἡ λέξη Ἅγιος, γιά νά φανερωθεῖ ἡ παρουσία τῶν τριῶν θείων Προσώπων, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς καί ἡ ἄπειρη καί ἀπόλυτη ἁγιότητά Τους, γνωστά ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη κι ἄς ἐθελοτυφλοῦν οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί ὅσοι ἄλλοι αἱρετικοί δέν παραδέχονται τήν Ἁγία Τριάδα. Παράλληλα δέ τονίζεται ὅτι Ἅγιος εἶναι μόνον ὁ Θεός καί ἀπό Αὐτόν καί μόνον καί μέσα ἀπό τή σχέση μαζί Του πηγάζει κάθε Ἁγιότητα.
Ἡ λέξη ἅγιος λοιπόν ἀφορᾶ σέ ὅλους μας, γιατί ἀφορᾶ στή ζωή μας. Ἀποτελεῖ ἀφορμή πνευματικοῦ ἀγῶνος γιά τήν πνευματική μας ἀναβάθμιση, ἡ ὁποία μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ δύναται νά αὐξάνεται συνεχῶς. Ἡ Ἁγιότητα δέν ἔχει τέλος. Εἶναι ἄπειρη, ὡς ἰδίωμα τοῦ ἄπειρου Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ πνευματική μας ἀνέλιξη στήν ἁγιότητα ἐπιδέχεται συνεχοῦς ἀναβάθμισης. Ὁ ἁββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, θέλοντας νά δώσει ἔμφαση στόν πνευματικό ἀγῶνα τοῦ ἀνθρώπου στό δρόμο τῆς Ἁγιότητας, ὑπογραμίζει, πώς ἅγιος στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ ἐνσυνείδητος ἁμαρτωλός σέ κατάσταση συνεχοῦς μετανοίας.
Μήν ξεχνᾶμε ἐπίσης, ὅτι στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τό ὁποῖο κοσμεῖ σχεδόν ὅλες τίς ἀκολουθίες τοῦ Νυχθημέρου καί ἐμφατικῶς ἀπαγγέλεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία, καταλήγουμε λέγοντας: «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν...» . Ἡ λέξη Ἁγία χρησιμοποιεῖται γιά νά δείξει, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι Ἁγία, γιατί: α) ἔχει κεφαλή τόν ἀπολύτως Ἅγιο, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί β) ἔχει σκοπό νά ἀναδείξει ἁγίους, τά μέλη αὐτοῦ τοῦ Σώματος, δηλαδή τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι μέσα ἀπό τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας κοινωνοῦν μέ τόν Χριστό καί ἁγιάζονται ἀπό Ἐκεῖνον.
Αὐτό εἶναι καί τό βαθύτερο νόημα τῆς τελευταίας ἐκφώνησης τῆς θείας Λειτουργίας, λίγο πρίν τήν θεία Κοινωνία. «Πρόσχωμεν τά Ἅγια τοῖς ἁγίοις» , σημαίνει πώς μέ προσοχή νά μεταδοθοῦν τά Ἅγια, δηλαδή τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ στούς Ἁγίους, ἐννοώντας σαφῶς τό πλήρωμα τῶν πιστῶν, τό ὁποῖο δέν παρακολουθεῖ ἁπλῶς, ἀλλά συνεπιτελεῖ τήν θεία Λειτουργία καί συμμετέχει σ’ Αὐτήν μέσα ἀπό τήν θεία Κοινωνία. Γιά νά γίνει κατανοητή ἡ ἀπό κοινοῦ συμμετοχή Κλήρου καί Λαοῦ στή θεία Λειτουργία, σέ ὅλες τίς εὐχές καί τίς δεήσεις, χρησιμοποιεῖται τό ρῆμα σέ α΄πρόσωπο πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ, ὅπως δεηθῶμεν, παραθώμεθα, ἀναπέμπομεν κ.ἄ. Ἐκτός τούτου ἡ λέξη Λειτουργία εἶναι σύνθετη ἀπό τίς λέξεις λεῖτος, πού σημαίνει λαός στήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα καί ἔργον, δηλαδή θεία Λειτουργία σημαίνει τό θεϊκό ἔργο τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ (Κλήρου καί Λαοῦ).
Ἅγιος ὀνομάζεται ἀμέσως ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ξεχώρισε ἀνάμεσα στο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὁμολογώντας μέ τή ζωή καί τό ἔργο του τήν πίστη του στόν ἀληθινό Θεό καί ἐνίοτε σφραγίζοντάς την μέ τό μαρτυρικό του αἷμα. Καί τοῦτο διότι ἔτσι κηρύσσεται ἡ κοινωνία του μέ τόν Θεό καί ὁ ἁγιασμός του, ὁ σκοπός δηλαδή τῆς ζωῆς μας. Παράλληλα δέ ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τῶν Ἁγίων, ἐπειδή ἀποτελοῦν τήν πραγμάτωση τῆς εὐαγγελικῆς διδαχῆς, γίνονται τό παράδειγμα καί τό πρότυπο καί γιά τούς ὑπολοίπους πιστούς.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σήμερα, μαζί μέ τούς ἁγίους καί ἐνδόξους Ἰσαποστόλους Κύριλλο καί Μεθόδιο, τούς φωτιστές τῶν Σλάβων, τιμᾶται καί ἡ μνήμη ἑνός θαραλλέου νεομάρτυρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου ἀπό τήν Ἐπανομή τῆς Χαλκιδικῆς, ὁ ὁποῖος ζοῦσε στις ἀρχές τοῦ 19ου αἰῶνα στή Τουρκοκρατούμενη τότε Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖνος, μόλις 18 ἐτῶν, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἕνας γνωστός του Χριστιανός ἐπέλεξε νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό γιά νά γλιτώσει ἀπό τη φυλακή καί τήν ἀπειλή τοῦ θανάτου, ἔσπευσε στόν τόπο ὅπου γινόταν ἡ μύηση τοῦ ἀρνητῆ στόν ἰσλαμισμό καί ἄρχισε νά τόν ἐλέγχει γιά τό παράπτωμά αὐτό καί νά τόν παρακαλεῖ μέ λόγους ἀγάπης νά ἐπιστρέψει στήν χριστιανική πίστη. Ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο ξεσήκωσε τήν μῆνιν τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι ἄρχισαν νά τόν γρονθοκοποῦν ἀλύπητα, ἀπαιτώντας παράλληλα νά γίνει κι ἐκεῖνος μουσουλμᾶνος, ἄν ἤθελε νά γλιτώσει τη ζωή του. Παρά τήν φυλάκιση πού ἀκολούθησε καί τά πολλά βασανιστήρια ὁ Ἅγιος Ἀργύριος μέ θάρρος καί ἐπιμονή ἀπαντοῦσε σταθερά: «Εἶμαι Χριστιανὸς καὶ δὲν ἀρνιέμαι τὴν πίστη μου. Δόξα καὶ τιμή μου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιθυμία μου εἶναι νὰ ἀποθάνω γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ». Ὅταν ὁ Τοῦρκος δικαστής λυπούμενος τό νεαρόν τῆς ἡλικίας του κι ἐπειδή δέν εἶχε διαπράξει κάποιο παράπτωμα, προσπάθησε νά τόν σώσει ἀπό τούς ἐξαγριωμένους Τούρκους, τότε ἐκεῖνοι, σύμφωνα μέ τό συναξάρι τοῦ Ἁγίου, πῆραν μόνοι τους τήν ἀπόφαση καί τόν ἀπαγχόνισαν στήν κεντρική ἀγορά τῆς πόλης. Ἔτσι, μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ ἅγιος Νεομάρτυς Ἀργύριος, ἐπισφράγισε μέ τό μαρτυρικό του αἷμα τήν ὁμολογία καί τήν ἀγάπη του γιά τόν Χριστό.
Ἄν μᾶς ρωτοῦσαν ἄν συμφωνοῦμε μέ τόν Ἅγιο Ἀργύριο, ὁ ὁποῖος ἐπενέβη μέ δική του πρωτοβουλία γιά τη σωτηρία τοῦ ἄλλου, ἴσως μᾶς ἀπογοητεύσουν οἱ ἀπαντήσεις, λόγῳ ἑνός μονόπλευρου δικαιωματισμοῦ καί μιᾶς κατ’ ἐπιλογήν ἐλευθερίας ἔφρασης καί λόγου, μέσα στά ὁποία μᾶς ἔμαθε νά ζοῦμε ὁ σύγχρονος κόσμος μας!
Καί τοῦτο διότι μᾶλλον ἀγνοοῦμε αὐτό πού ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορινθίους: «μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α΄ Κορ. ι΄ 24) δηλαδή κανείς νά μήν ἐνδιαφέρεται γιά τό συμφέρον του, ἀλλά γιά τό καλό καί τη σωτηρία τοῦ ἄλλου. Ὁ Ἅγιος Ἀργύριος λοιπόν, μπορεῖ νά ἦταν μόνο 18 ἐτῶν, ἀλλά ἦταν πολύ ὠριμώτερος ὡς πρός τήν πίστη καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἀπό πολλούς ἀπό ἐμᾶς. Τόν ἐνέπνεε ἡ φράση τῆς ἀναστάσιμης προσευχῆς «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ», ἐπειδή φανερώνει τήν θεοειδῆ ἐμπειρία τοῦ ἀγωνιζομένου Χριστιανοῦ, πού συσταυρώνεται μέ τόν Χριστό γιά νά συναναστηθεῖ μαζί Του καί νά ζήσει μαζί Του αἰωνίως. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email