«Γιά τήν καλή μας ἀπολογία στό φοβερό βῆμα τοῦ Χριστοῦ» Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024 - Β΄ Λουκᾶ (Λουκ. στ΄ 31-36)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό την ὁμιλία τοῦ Κυρίου «ἐπί τόπου πεδινοῦ», ἡ ὁποία σέ σύγκριση μέ την ἐπί του ὄρους ὁμιλία εἶναι μικρότερη σέ ἔκταση, ἀλλά ἐπεξεργάζεται τά ἴδια ὑψηλά ἰδανικά.
Συγκεφαλαιώνοντας μέσα σέ λίγες λέξεις τό πνεῦμα τοῦ νέου νόμου τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὁ Κύριος ἐπισημαίνει: «Ὅπως θέλετε νά σᾶς συμπεριφέρωνται οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι νά τούς συμπεριφέρεσθε κι ἐσεῖς.» Εἶναι ἡ θετική διατύπωση καί ἡ πνευματική ἀναβάθμιση ἐκείνου τοῦ γνωμικοῦ, πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι: «ὅ σύ μισεῖς, ἑτέρῳ μή ποιήσῃς».
Ἄς προσέξουμε ὅμως μιά σημαντική λεπτομέρεια! Εἶναι ἄλλο πράγμα νά μήν ἀδικήσεις τόν συνάνθρωπό σου καί ἄλλο πράγμα, σαφῶς ἀνώτερο, νά τόν εὐεργετήσεις καί νά δώσεις ἔμπρακτη ἀγάπη καί χωρίς κἄν νά περιμένεις νά σοῦ ἀνταποδώσει μέ τό «εὐχαριστῶ», ὅπως ἄλλωστε λέει κι ὁ Λαός μας: «κάνε τό καλό καί ρίξ’το στό γιαλό».
Δηλαδή: Θέλουμε νά μᾶς ἀγαπᾶνε; Νά ἀγαπᾶμε κι ἐμεῖς κι ἄς μήν μᾶς ἀγαποῦν. Θέλουμε νά μᾶς συγχωροῦνε; Νά συγχωροῦμε κι ἐμεῖς κι ἄς μήν μᾶς συγχωροῦν. Θέλουμε νά μᾶς συμπεριφέρονται σωστά; Κι ἐμεῖς νά φροντίζουμε νά ἔχουμε σωστή συμπεριφορά, κι ἄς μήν απολαμβάνουμε τά ἴδια. Θέλουμε νά μᾶς συμπαραστέκονται στίς δυσκολίες μας; Νά πράττουμε κι ἐμεῖς τό ἴδιο, κι ἄς μήν βρίσκονται γιά ἐμᾶς συμπαραστάτες.
Ὁ Κύριος δέν μᾶς ἀποτρέπει ἁπλῶς ἀπό τήν κακία, ἀλλά μᾶς προτρέπει στήν ἀρετή, καθώς ἡ ἀπουσία τῆς κακίας ἀπό μόνη της δέν συνεπάγεται τήν παρουσία τῆς ἀρετῆς. Καί ὅλα αὐτά, χωρίς νά περιμένουμε οὔτε ἀναγνώριση, οὔτε ἀνταπόδοση!
Ὁ Κύριος λοιπόν μᾶς συνιστᾶ νά πράττουμέ το ἀγαθό, καί μάλιστα πρῶτοι. Κι ἀκόμη περισσότερο, νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, αὐτούς δηλαδή πού μᾶς ἐχθρεύονται ἤ μᾶς μισοῦν. Γι’ αὐτό καί κάθε βράδυ, ὅταν ὁλοκληρώνουμε τήν προσευχή του Ἀποδείπνου, μέ εἰδική αἴτηση ζητοῦμε τό ἔλεος καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ γιά ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἤ μᾶς μισοῦν. Καί σέ κάθε θεία Λειτουργία ἀκοῦμε τό παράγγελμα «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν», πού σημαίνει νά ἀγαπήσουμε πρῶτα τούς ἄλλους γιά νά ὁμολογήσουμε ἀπό κοινοῦ καί μονοιασμένοι τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ὁ πραγματικός Χριστιανός δηλαδή, ὡς ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, δέν δύναται νά δεῖ κανένα ὡς ἐχθρό του.
Ἡ Ὀρθόδοξη Πνευματικότητα ἐξάλλου ἐπισημαίνει, ὅτι ὁ Χριστιανός ἔχει μόνο ἕνα ἐχθρό, τόν διάβολο καί μόνον ἕνα πόλεμο, αὐτόν ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί μόνο ἕνα ὅπλο μπορεῖ νά κρατήσει, τό ὅπλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται καί τήν θερμή του προσευχή.
Στή συνέχεια ὁ Χριστός μᾶς ἐξηγεῖ πῶς ἐκφράζεται αὐτή ἡ ἀγάπη: «Ἐάν ἀγαπᾶτε μόνον ἐκείνους ποῦ σᾶς ἀγαποῦν, ποιά ἀμοιβή σᾶς ἀνήκει ἀπό τόν Θεό; Καμμία. Διότι καί οἱ ἁμαρτωλοί το ἴδιο κάνουν. Καί ἐάν κάνετε τό καλό σ’ ἐκείνους, ποῦ σᾶς εὐεργετοῦν, ποιά ἀνταμοιβή μπορεῖ νά ἔχετε ἀπό τόν Θεό; Καμμία. Διότι καί οἱ ἁμαρτωλοί ἔτσι ἐνεργοῦν. Καί ἐάν δανείζετε σ’ ἐκείνους ἀπό τούς ὁποίους ἐλπίζετε νά πάρετε πίσω τα δανεικά, ποιά ἀνταπόδοση ἀπό τόν Θεό σᾶς ἀνήκει; Καμμία. Διότι καί οἱ ἁμαρτωλοί δανείζουν σέ ἄλλους ἁμαρτωλούς γιά νά πάρουν πίσω ὁλόκληρο το ποσό πού δάνεισαν ἤ καί σέ καιρό ἀνάγκης νά πάρουν κι αὐτοί ἴσα δάνεια. Ἐσεῖς ὅμως νά ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας καί ὅλους νά τούς εὐεργετεῖτε καί νά δανείζετε σέ ὅλους, φίλους καί ἐχθρούς χωρίς νά περιμένετε καμμία ἀνταπόδοση ἀπό αὐτούς.»
Ὁ Κύριος ζητεῖ τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, καί ὄχι τήν ψεύτικη συμφεροντολογική ἀγάπη τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία δέν ἔχει πνευματική ἀξία. Διότι ποιά ἀξία ἔχει νά κάνεις τό καλό ἐπειδή περιμένεις ἀνταπόδοση; Ἡ ἀγάπη ἀξίζει µόνο, ὅταν τήν κάνεις γιά τόν Θεό, χωρίς νά ὑπολογίζεις ποιός εἶναι ὁ ἀποδέκτης τῆς ἀγάπης σου.
Ἡ ἀγάπη, πού ζητεῖ ὁ Χριστός πρέπει νά ἀγκαλιάζει ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀκόμη καί τούς δύστροπους, τούς ἄδικους, τούς ἄφιλους, μέχρι καί τούς ἐχθρούς. Ἡ ἀγάπη δέν δανείζεται, ἀλλά προσφέρεται ἀνιδιοτελῶς. Βέβαια µία τέτοια ἀγάπη, ἰδίως πρός τούς ἐχθρούς, φαίνεται δύσκολη ἤ καί ἀκατόρθωτη. Πῶς νά ἀγαπήσουμε καί νά εὐεργετοῦμε κι αὐτούς ἀκόμη ποῦ µᾶς πληγώνουν, µᾶς ἀδικοῦν, µᾶς ὑβρίζουν, µᾶς πολεμοῦν;
Ὅμως μήν ξεχνᾶμε, ὅτι τέτοια ἀγάπη ἔδειξαν οἱ Ἅγιοι καί οἱ πιστοί της Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τοῦ Ἴδιου του Κυρίου. Ἡ ἀγάπη τους αὐτή ἦταν πού ἐντυπωσίασε καί ἄλλαξε τόν κόσμο· ἦταν ἡ σφραγίδα τῆς γνησιότητάς τους. Διότι τέτοια ἀγάπη μᾶς ἔδειξε ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος σταυρώθηκε γιά ἐμᾶς, πού ἀπομακρυνθήκαμε. Γι’ αὐτό γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Ρωμαίους: «Ὁ Θεός ὅμως δείχνει τήν δική Του ἀγάπη σ’ ἐμᾶς, μέ τό ὅτι ἐνῶ εἴμασταν ἀκόμη ἁμαρτωλοί, ὁ Χριστός ἀπέθανε γιά χάρη μας» (βλ. Ρωμ. ε 8). Ὅταν ἀπό τό ὕψος τοῦ Σταυροῦ συγχώρησε τούς σταυρωτές του, ὁ ἐκ δεξιῶν ληστής ἀκούγοντάς Τον ἀλλοιώθηκε πνευματικά καί ἐξομολογούμενος ζήτησε νά τόν θυμηθεῖ στή Βασιλεία Του καί σώθηκε ἀπολαμβάνοντας τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του κι ἐνῶ ἴσως ποτέ δέν ἀγάπησε, οὔτε ἀγαπήθηκε. Δύσκολη βέβαια φαίνεται ἡ ἀποδοχή αὐτῆς τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ γιά πολλούς ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά ἔτσι ἀποφάσισε καί δίδαξε ὁ Χριστός!
«Ἄν ἐπικρατοῦσε παντοῦ ἡ ἀγάπη, σημειώνει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πόσο διαφορετικός θά ἦταν ὁ κόσμος μας! Ἄν ὅλοι ἔδιναν ἀγάπη καί εἰσέπρατταν ἀγάπη, κανένας δέν θά ἀδικοῦσε σέ τίποτε καί οἱ φόνοι, φιλονικίες, πόλεμοι, ἐπαναστάσεις, κλοπές, πλεονεξίες καί ὅλα τα κακά θά ἐξαφανίζονταν. Ἀκόμα καί τό ὄνομα «κακία» θά ἦταν ἄγνωστο.»
Τέτοια ἀγάπη ὅμως εἶναι δῶρο Θεοῦ καί αὐτό θά πρέπει νά τό ζητοῦμε καθημερινά ἀπό τόν Θεό ἀγωνιζόμενοι νά γίνουμε ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης, ἀφοῦ ὅλοι μας θέλουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γύρω μας κατανόηση, ὑπομονή, συμπόνοια, στήριξη, φιλία καὶ ὅλη τὴν ἁπλότητα τούτου τοῦ κόσμου. Μέ ἁπλά λόγια, νά προσευχόμαστε λέγοντας: «Κύριε, τι μπορῶ νά κάνω σήμερα γιά τήν δόξα σου; Τί μπορῶ νά κάνω γιά τό αἷμα πού ἔχυσες γιά ἐμᾶς;» Διότι ὁ Κύριος δέν θά μᾶς κρίνει μόνο γιά τίς ἁμαρτίες πού κάναμε, ἀλλά καί γιά ὅ,τι καλό μπορούσαμε νά κάνουμε καί δέν τό πράξαμε. Ὅπως ἀκριβῶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στήν ἐπιστολή Του: «Ἐκεῖνος πού ἐνῶ μπορεῖ νά κάνει τό καλό δέν τό κάνει, ἁμαρτάνει» (δ΄ 17). Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά ἐξομολογούμαστε μόνο τά ἄσχημα πού σκεφτήκαμε ἤ πράξαμε, ἀλλά καί τί καλό μπορούσαμε νά κάνουμε, ἀλλά ἀδιαφορώντας καί ὀλιγορώντας τό παραμελήσαμε.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Συνεχῶς προσευχόμαστε στή θεία Λειτουργία γιά νά ἔχουμε καλή ἀπολογία στό φοβερό βῆμα τοῦ Χριστοῦ στή Δευτέρα Παρουσία Του. Ἄς ρωτήσουμε λοιπόν τοὺς ἑαυτοὺς μας, πῶς θά σταθῶ ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ; Τί θά ἀπαντήσω ὅταν μέ ρωτήσει: «Ἄκουσες αὐτὰ τὰ λόγια; τὰ κατανόησες; τὰ ἐπανέλαβες; τὰ κήρυξες; τὶ ἔκανες;» Καὶ πόσο λυπηρὸ θὰ εἶναι ἀλήθεια, νὰ κοιτάξουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τοῦ ‘ποῦμε, «Δυστυχῶς Κύριε δέν ἔκανα ὅ,τι ἤθελες· δέν κατάφερα νὰ βοηθήσω μέ τήν καλή συμπεριφορά μου ἄλλους ἀνθρώπους καί νά τούς στηρίξω στὴ δυστυχία, τὴ μοναξιά καί τήν ἀνάγκη τους. Κι ἐνῶ ἤθελα νά ἀπολαμβάνω τιμῆς ἀπό τούς ἄλλους, δέν μπόρεσα νά συμπεριφερθῶ ἀνάλογα σέ αὐτούς.»
Ἄς σκεφτοῦμε σοβαρὰ αὐτὴν τὴν πολὺ ἁπλὴ, ἀλλά σπουδαία ἐντολή, διότι μᾶς ἀκολουθεῖ σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας. Κι ἀφοῦ περιμένουμε τήν ἀγάπη ἀπό τούς ἄλλους, ἄς δίνουμε κι ἐμεῖς ἀναλόγως τῆς ἀγάπης, πού μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεός. Καί νά γνωρίζουμε, πώς τό σπουδαιότερο θά εἶναι νά μήν ἀκούσουμε τό «εὐχαριστῶ» τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά, τό «εὐχαριστῶ» τοῦ Χριστοῦ, στήν ἀνταπόδοση τῆς Βασιλείας Του. Ἀμήν.