Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024 - ΙΓ΄Λουκᾶ (Λουκ. ιη΄ 18-27)
«Τί νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σέ συνέχεια τῶν εὐαγγελικῶν περικοπῶν, πού ἀκούσαμε τίς προηγούμενες Κυριακές καί μᾶς ὁμιλοῦσαν γιά τίς καταστροφικές συνέπειες τοῦ πλούτου, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς πλεονεξίας, τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁμιλεῖ γιά τήν εὐθεία ἀντίθεση τοῦ πλούτου μέ τήν αἰώνια ἐν Χριστῷ ζωή.
Ἄς θυμηθοῦμε, πώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του μακάρισε τούς φτωχούς, λέγοντας πώς εἶναι δική τους ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν (βλ. Λουκ. στ 20) καί σήμερα ἀκούγοντας τήν ἀγωνιώδη ἐρώτηση τοῦ πλούσια νέου γιά τό πώς θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή, τοῦ συνέστησε νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόν πλοῦτο καί νά γίνει φτωχός, διότι ναί μέν τηροῦσε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ὑπάκουε στόν νόμο Του, ὅμως ὁ πλοῦτος, πού κατεῖχε ἦταν ἡ μεγάλη του δέσμευση.
Βλέποντας αὐτόν τόν νέο νά προσεγγίζει τόν Χριστό, σκεπτόμαστε, πώς στή θέση του θά μποροῦσε νά βρίσκονται πολλοί ἀπό ἐμᾶς. Ἀφ’ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ἀπό τήν μιά μεριά, τηροῦμε τίς βασικές ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί δέν ἔχουμε πέσει μέ τήν χάρη Του στά μεγάλα ἁμαρτήματα τῆς κλοπῆς, τοῦ φόνου, τῆς μοιχείας, τῆς ψευδομαρτυρίας καί ἀπό τήν ἄλλη, λίγο-πολύ μᾶς ἀπασχολεῖ τό ἀγωνιῶδες ἐρώτημα αὐτοῦ τοῦ νέου. Διότι ἡ αἰώνια ζωή θά πρέπει νά ἀπασχολεῖ τόν κάθε ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό, ἀφοῦ αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας. Ἡ παρουσία μας πάνω στή γῆ εἶναι ἐφήμερη καί προσωρινή καί τό ἔργο μας ἐδῶ δέν εἶναι, νά συγκεντρώνουμε πλοῦτο καί ἀνέσεις ὑλικές, ἀλλά νά προετοιμάσουμε τήν αἰώνια ζωή μέ τόν Χριστό στήν Οὐράνια Βασιλεία Του. Καί πολλές φορές ἀναμφισβήτητα ἐργαζόμαστε πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση. Ὅμως δέν προοδεύουμε, ἐπειδή κάτι μᾶς κρατᾶ δεσμευμένους καί δυσκίνητους, ἕως ἀκίνητους κάποιες φορές πρός τήν ἐν Χριστῷ τελείωση.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ὁμίλησε κι ἄλλες φορές γιά αὐτό τό κάτι, πού μᾶς δεσμεύει, γιά τό ἕνα πού ἔχουμε ἀνάγκη. Ἄς θυμηθοῦμε τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν, ὅταν, ὅπως μᾶς περιγράφει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς (βλ. ι΄ 42), ἐπισκέφθηκε τό σπίτι τοῦ Λαζάρου καί ἐκεῖ ἐπέστησε τήν προσοχή τῆς Μάρθας στό ἕνα πού ἐπέλεξε ἡ Μαρία, ἡ ὁποία στάθηκε δίπλα του γιά νά ἀκούσει τήν θεϊκή του διδαχή. Ἄς θυμηθοῦμε ἐπίσης τό περιστατικό ἐκεῖνο, πού περιγράφεται ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο (βλ. η΄22) καί ἀκοῦμε ὡς τό τέταρτο εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου, ἐκεῖ ὅπου κάποιος ζητεῖ νά γίνει μαθητής Του καί νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα πάει νά θάψει τόν πατέρα του, ἀλλά ὁ Χριστός τοῦ ζητεῖ νά τόν ἀκολουθήσει τήν ἴδια στιγμή, χωρίς νά πάει στήν κηδεία τοῦ πατέρα του. Αὐτό τό ἕνα γιά ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο ἦταν σύμφωνα μέ τήν ἀπόλυτα σωστή κρίση τοῦ Κυρίου μας ἡ πόρτα ἀπό τήν ὁποία θά εἰσερχόταν κι ἐκεῖνος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός, ὅπως τότε σ’ ἐκεῖνον τόν νέο τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου νά μᾶς ὑποδείξει αὐτό τό ἕνα, πού πρέπει νά προσέξουμε καί νά ἀποδεσμευτοῦμε ἀπό αὐτό, ἀλλά καί τά πολλά τά ὁποῖα πρέπει νά δώσουμε γιά νά τόν ἀκολουθήσουμε. Τότε γιά ἐκεῖνον τόν νέο, τό ἕνα πού τόν ἐμπόδιζε ἦταν τό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ὑπάρχει ἕνα συγκεκριμένο σημεῖο πού μᾶς πονᾶ στήν πνευματική μας ζωή. Ὑπάρχει κάτι πού πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε, τό ὁποῖο θά μᾶς πονέσει ἀναμφίβολα, ὅταν τό ἀποκόψουμε, ἀλλά ταυτόχρονα θά αἰσθανθοῦμε ὅτι μᾶς ἀνοίγεται διάπλατα ἡ πόρτα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης στόν νέο ὁ Χριστός συστήνει ὅλα ὅσα ἔχει νά τά μοιράσει. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι και οἱ Ἀπόστολοι ὅλα τά ἄφησαν καί ἔτσι ἀπρόσκοπτοι Τόν ἀκολούθησαν. Θά πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τήν πνευματική μας πορεία ὑπάρχει τό ἕνα πού πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε στόν ἑαυτό μας καί τά πολλά πού πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε.
Κανείς μας δέν πρόκειται νά γευθεῖ ἀπό αὐτήν τήν ζωή τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἀν τηρεῖ μέν τούς κανόνες, ἀλλά ὅμως δέν ἔχει αὐτήν τήν πνευματική ἐλευθερία. Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα αὐτόν τόν λόγο, πολλοί Πατέρες παρομοιάζουν τόν ἄνθρωπο μέ ἕνα ἀετό, πού ἔχει τήν δύναμη νά ἀνοίξει τά φτερά του καί νά φύγει κατακόρυφα γιά τόν οὐρανό, ἀλλά ὅμως εἶναι δεμένος στό ἔδαφος μέ διάφορα σκοινιά, πού περιορίζουν τήν ἐλευθερία του. Καλεῖται νά κόψει ἕνα-ἕνα αὐτά τά σκοινιά, εἴτε λέγονται πάθη, εἴτε λέγονται ἐμπαθεῖς μέριμνες, εἴτε λέγονται κακές συνήθειες, εἴτε λέγονται φυσικές ὁρμές, εἴτε ὁποιεσδήποτε ἁμαρτίες ὑπάρχουν καί χαρακτηρίζουν τή ζωή μας, ὅλες ἀνεξαιρέτως γιά νά μπορέσει νά ἀπελευθερωθεῖ. Ἔστω κι ἕνα σκοινί ἄν μείνει ἀπό τά ὁποῖα εἶναι δεμένος δέν μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ.
Ὅπως καταλαβαίνουμε ὁ λόγος τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι νά ἀντιληφθοῦμε, ὅτι κάτι μᾶς δεσμεύει σ’αὐτόν τόν κόσμο καί μᾶς στερεῖ τήν ἐλευθερία μας καί ὅτι χρειάζεται νά δώσουμε τά πάντα γιά νά κινηθοῦμε ἐλεύθερα πρός τήν Οὐράνια Βασιλεία. Σκοπός μας εἶναι πρῶτα νά βροῦμε τό ἕνα σημεῖο ἀπό τό ὁποῖο χάνουμε τήν ἐλευθερίας μας καί μετά τό πώς ὅλα θά μπορέσουμε νά τά προσφέρουμε μέ ἁπλότητα καί αὐθορμητισμό στόν Κύριο. Ἴσως γιά τόν λόγο αὐτό καί οἱ τρεῖς Εὐαγγελιστές, ὁ Ματθαῖος, ὁ Μᾶρκος καί ὁ Λουκᾶς, ἀναφέρουν τό περιστατικό αὐτό καί τό τοποθετοῦν ἀμέσως μετά ἀπό τήν εὐλογία πού ἔδωσε ὁ Χριστός στά παιδιά, λέγοντας πώς ὅποιος δέν δεχθεῖ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτά τά μικρά παιδιά μέ ἀθωότητα, αὐθορμητισμό καί ἁπλότητα, δέν θά μπορέσει νά δεῖ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.
Τόσο ὄμορφα καί ἁπλᾶ τά λέει ὁ Κύριος, ἀλλά ἔμεῖς δυστυχῶς ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν κοσμική νοοτροπία ποῦ μᾶς περιβάλλει τά θεωροῦμε δύσκολα καί περίπλοκα.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Καθώς σιγά-σιγά ὁδεύουμε πρός τά Χριστούγεννα, τήν Μητρόπολη τῶν Ἑορτῶν, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, στά πλαίσια τῆς πνευματικῆς μας προετοιμασίας, νά μήν ἀμελήσουμε τήν ἐξομολόγησή μας, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἄς προστρέξουμε στούς πνευματικούς μας, νά μᾶς ὑποδείξουν τό ἕνα πού δεσμεύει τήν ἐλευθερία μας. Μόνοι μας δέν θά τά καταφέρουμε. Ἐννοεῖται πώς ὅλοι μας ἔχουμε ἕνα πνευματικό Πατέρα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνα σταθερό πνευματικό σημεῖο ἀναφορᾶς, διότι ἐκεῖνος ἀναδέχεται τήν ἐξομολόγησή μας, προσεύχεται γιά ἐμᾶς καί μᾶς καθοδηγεῖ στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, παρέχοντας τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν διά τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ, ὅπως Ἐκεῖνος οἰκονόμησε γιά τη σωτηρία μας.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι παρών στό Μυστήριο φωτίζει τόν πνευματικό Πατέρα καί μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκεῖνος μᾶς ὑποδεικνύει μέ τήν πνευματική του αἴσθηση, τί πρέπει νά δώσουμε στόν Κύριο, ἀπό πού χάνουμε τήν ἐλευθερία μας, ποιά εἶναι ἡ πόρτα ἀπό τήν ὁποία ἐνδεχομένως εἰσέρχεται ὁ διάβολος καί μπερδεύει τή ζωή μας. Τότε θά νοιώσουμε σάν ἀετοί πού ἀνοίγουμε τά φτερά μας, θά φύγουμε ἀπό τήν μιζέρια, θά ξεχάσουμε τίς μικρότητες καί θά ἐξαλείψουμε τίς ὀλιγοπιστίες μας, πού τόν τελευταῖο καιρό μᾶς τυρρανοῦν.
Ἄς εὐχηθοῦμε μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ νά βροῦμε αὐτά τά δύο πράγματα: τό ἕνα ἀπό τό ὁποῖο χάνουμε τήν ἐλευθερία μας καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά δώσουμε τά πάντα στόν Χριστό γιά νά μᾶς ἀναδείξει κληρονόμους τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀμήν.