Συντάχθηκε στις 01 Αυγούστου 2024 .
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΠΕΤΕΙΑΚΟΥ ΤΟΜΟΥ
της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου και Ικαρίας
«ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΑΜΟΣ ΕΣΩΣΕΝ ΤΗ 6 Η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1824: ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΠΡΟΣΩΠΑ, ΜΝΗΜΕΙΑ»
ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΌ ΤΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ (1824 – 2024):
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 30 Ιουλίου 2024 .
Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Σάμου, Ἰκαρίας καί Κορσεῶν, μέ ἰδιαίτερη χαρά καί εὐχαρίστηση, ἀνακοινώνει στούς φιλευσεβεῖς χριστιανούς, ὅτι τό Σάββατο 3 Αὐγούστου καί τήν Κυριακήν 4 Αὐγούστου, θά ἑορτάσωμεν τούς Σαμίους Ἁγίους μας, ἐπιτελοῦντες χρέος ἱερόν καί ἀποδίδοντες τήν ὀφειλομένην τιμήν καί εὐγνωμοσύνην πρός τούς ἁγίους Λέοντα, Ἑρμογένην καί Ἡράκλειον Ἐπισκόπους Σάμου, τόν ἅγιον Γεώργιον τόν Νεομάρτυρα, τόν ὅσιον Παῦλον τόν Λατρινόν, καί τούς ἁγίους μάρτυρας στρατιωτικούς Γρηγόριον, Λέοντα καί Θεόδωρον.
Οἱ ἑόρτιες ἐκδηλώσεις θά λάβουν χώραν συμφώνως πρός τό ἀκόλουθον πρόγραμμα :
Τό Σάββατο 3 Αὐγούστου ἐ. ἔ. καί ὥρα 19.30'μ.μ. , θά τελεσθεῖ Πανηγυρικός Ἀρχιερατικός Ἑσπερινός εἰς τόν Ἱερόν Μητροπολιτικόν Ναόν Ἁγίου Νικολάου Σάμου, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σάμου καί Ἰκαρίας κ.κ.Εὐσεβίου, ἐνῶ ἐν συνεχείᾳ καί ὥρα 21.00'μ.μ. , θά γίνει ἡ λιτάνευσις τῶν Ἱερῶν Λειψάνων καί τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων τῶν Ἁγίων εἰς τήν παραλίαν καί Ἀρτοκλασία καί θεῖον Κήρυγμα ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου.
Τήν Κυριακήν 4 Αὐγούστου καί ὥρα 07.00'-10.30' π.μ. θά τελεσθεῖ ὁ Πανηγυρικός Ὄρθρος καί ἐν συνεχείᾳ ἡ Πανηγυρική Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία, εἰς τόν Ἱερόν Μητροπολιτικόν Ναόν Ἁγίου Νικολάου Σάμου, ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σάμου καί Ἰκαρίας κ.κ. Εὐσεβίου και χειροτονία Πρεσβυτέρου. Ἐπίσης θά τελεσθεῖ ἱερό μνημόσυνο ὑπέρ τῶν ψυχῶν τῶν ἀπανταχοῦ τῆς γῆς ἀποδήμων Σαμίων, ἀφοῦ καθιερώθηκε ἡ Κυριακή τῶν Σαμίων Ἁγίων νά εἶναι ἀφιερωμένη στούς ἀποδήμους Σαμίους.
Τό βράδυ στις 20.00μ.μ. ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας διοργανώνει νησιώτικο πανηγύρι στό χῶρο τῆς χερσαίας ζώνης Σάμου ἔναντι πλατεῖας Πυθαγόρα πρός τιμήν τῶν ἀποδήμων Σαμίων.
Καλοῦμε τούς φιλέορτους καί εὐσεβεῖς χριστιανούς, ἀλλά καί τούς ἀποδήμους Σαμίους, νά συμμετάσχουν στίς πανηγυρικές αὐτές λατρευτικές εὐκαιρίες καί ὅλοι μαζί νά τιμήσουμε τά πνευματικά ἀναστήματα, πού μέ τήν ἁγία βιοτή τους ἁγίασαν τά χώματα τοῦ ἀκριτικοῦ νησιοῦ μας.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 29 Ιουλίου 2024 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων ἑπτά Παίδων τῶν ἐν Ἐφέσῳ, πού ξύπνησαν μετά ἀπό ὕπνο σχεδόν δύο αἰώνων καί ἀπέδειξαν τήν ἀλήθεια τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, σέ συνδυασμό με τήν σύναξη τῶν Σαμίων Ἁγίων, τῶν ὁποίων τά ἱερά Λείψανα εἶναι ἀποθησαυρισμένα στούς ἱερούς Ναούς μας, μᾶς ὠθεῖ νά ἀναφερθοῦμε σήμερα στη θεολογική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν ταφή τῶν νεκρῶν, ἡ ὁποία δυστυχῶς τείνει νά ἀντικατασταθεῖ με τήν καύση, γιά λόγους, ἀγνοίας ἴσως καί ἐλλειποῦς ἀγάπης πρός τόν κεκοιμημένο, ἀφοῦ οἰκονομικῶς εἶναι κατά πολύ ἀκριβότερη.
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ ἰδιαιτέρως τά ἱερά λείψανα τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων, πού δέν θά τά εἴχαμε ἄν εἶχαν ἀποτεφρωθεῖ. Ἡ Ἐκκλησία μας μέ ἐνάργεια φιλοσοφεῖ τήν ματαιότητα τῆς ζωῆς στά Κοιμητήρια. Ἀκόμη κι ἡ ὀνομασία κοιμητήριο δηλώνει τήν παροδική κατάπαυση. Τό σῶμα κοιμᾶται τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, ἡ ψυχή ὅμως συνεχίζει νά ζεῖ σέ ἄλλη διάσταση μέχρι τήν Β΄ Παρουσία καί τήν ἀνάσταση τοῦ σώματος.
Ἀρχικῶς νά τονίσουμε, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν ἐπιτρέπει νά κακοποιεῖται ἤ νά καταστρέφεται τό ἀνθρώπινο σῶμα, διότι εἶναι ὁ Ναός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει στούς Κορινθίους μέ αὐστηρότητα: "Δέν ξέρετε ὅτι εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας; Ἄν κάποιος φθείρει τό ναό τοῦ Θεοῦ, θά φθείρει αὐτόν ὁ Θεός. Γιατί ὁ ναός τοῦ Θεοῦ εἶναι ἅγιος, οἱ ὁποῖοι εἶστε ἐσεῖς" (Α' Κορ. γ' 16-17). Ἀφ’ ᾗς στιμῆς λοιπόν ἡ καύση τῶν νεκρῶν ἀνθρωπίνων σωμάτων τά καταστρέφει, ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία καί τήν ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.
Ἐκτός τούτου γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ ταφή τῶν νεκρῶν ἀποτελεῖ ἀπόρροια τῆς δογματικῆς της διδασκαλίας, καθώς στήν ταφή τά νεκρά σώματα παραδίδονται στή διαφθορά, ἀλλά δέν καταστρέφονται, ὅπως συμβαίνει μέ τήν καύση καί τόν θρυματισμό τους μετά ἀπό αὐτήν καί μέλλουν νά ἀναστηθοῦν κατά τήν προσδοκώμενη ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὁπότε και θά ἑνωθοῦν μέ τίς ψυχές.
Ἀρκεῖ νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ἀπό τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀπέθανε, ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη φύση Του, πάνω στόν Τίμιο Σταυρό καί ἐνταφιάσθηκε, καθιστώντας τό κενό Του Μνημεῖο σημεῖο ἀναφορᾶς, ἔχουμε ἠθική ὑποχρέωση νά Τόν μιμηθοῦμε. Ἐξάλλου ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του ἔγινε πρωτότοκος των νεκρῶν (βλ. Κολοσ. α' 18), δηλαδή ἀναστήθηκε πρῶτος ἀπό ὅλους ἐμᾶς πού θά ἀκολουθήσουμε τήν ἴδια πορεία καί πεθαίνοντας θά ἐνταφιασθοῦμε προσδοκώντας τήν ἀνάστασή μας. Ἐπίσης τό σῶμα μας δημιουργήθηκε ἀπό τό χῶμα, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί στό χῶμα ἐπιστρέφει προσωρινά σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. Γ΄ 19).
Ἐκτός ὅμως ἀπό τά ὅσα ἀναφέρθηκαν, ἡ καύση τῶν νεκρῶν δέν εἶναι σύμφωνη, οὔτε μέ τό ἦθος καί τά ἔθιμά μας ὡς Ἑλλήνων. Ἀπό τήν ἀρχαιότητα γνωρίζουμε, ὅτι οἱ Ἕλληνες πρόγονοί μας ἐνεταφίαζαν τούς νεκρούς καί μάλιστα σώζονται καί περίτεχνοι τάφοι, ὅπως ὁ τύμβος τοῦ Μαραθώνα. Οἱ Ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, ἀκόμη κι ὅταν ἀναγκάζονταν νά καύσουν τά σώματα τῶν νεκρῶν στρατιωτῶν στά πεδία τῶν μαχῶν, φοβούμενοι τίς ἐπιδημίες, συγκέντρωναν τά ὁστά καί τήν στάχτη μέσα σέ μεγάλα πήλινα δοχεῖα, ὅπου τά ἐνεταφίαζαν κατά τήν ἐπιστροφή τους, ὅπως μᾶς διασώζει ὁ Θουκυδίδης στόν μνημειώδη Ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους καθώς τέτοιες λήκιθοι ἤρθαν στό φῶς ἀπό τίς ἀνασκαφές τοῦ ΜΕΤΡΟ στόν Κεραμεικό. Στόν Ἐπιτάφιο αὐτό ὑπάρχει καί τό γνωστό ρητό τό ὁποῖο σύν τοῖς ἄλλοις κοσμεῖ καί τό ταφικό μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου: «Ἀνδρῶν γάρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος».
Ὁ μεγάλος τραγικός μας ποιητής ἐπίσης ὁ Σοφοκλῆς στήν τραγωδία του «Ἀντιγόνη» τῆς ὁποίας τό περιεχόμενο ἐρείδεται πάνω ἀκριβῶς στήν ἐπιχείριση ταφῆς τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ της Πολυνείκη, παρά τήν ἀντίθετη διαταγή τοῦ βασιλιᾶ Κρέοντα, ἡ Ἀντιγόνη θυσιάζει τήν ζωή της γιά νά ἐνταφιάσει τόν ἀδελφό της λέγοντας μάλιστα «καλόν μοι τοῦτο ποιούσῃ θανεῖν» τό ὁποῖο σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοση σημαίνει, εἶναι καλό νά ἐνταφιάσω τόν Ἀδελφό μου κι ἄς πεθάνω γι’αὐτό.
Ὅμως καί στή νεώτερη Ἱστορία μας ἀπό τά ἀπομνημονεύματα τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821 μαθαίνουμε, πώς ἀποφασιζόταν ἀνακωχή τοῦ πολέμου γιά νά ἐνταφιαστοῦν οἱ ἑκατέρωθεν νεκροί. Ὅσοι ἐπίσης διώχθηκαν ἀπό τίς πατρογονικές ἑστίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τό 1922, μαζί τους ἔφεραν ἱερές εἰκόνες καί ἱερά λείψανα, ὡς τά πολύτιμα κειμήλια τῆς ζωῆς τους. Στόν Ἐθνικό μας Ὕμνο ἐπίσης ἡ ἐλευθερία ἔρχεται "ἀπ' τά κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά" καί ὄχι ἀπό τήν στάχτη τους!
Ἡ καύση τῶν νεκρῶν στερεῖται τῆς πίστεως τῆς αἰώνιας ζωῆς καί τῆς βεβαιότατης ἐλπίδας τῆς ἀπολαύσεως τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Μπορεῖ ἡ καύση τῶν νεκρῶν νά περιβάλλεται ἀπό διάφορα λογικοφανή ἐπιχειρήματα, ἀλλά δέν ἔχει βάσεις καί ἐρείσματα οὔτε στήν Ἁγία Γραφή καί τήν Ἱερά Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, οὔτε ὅμως στήν ἀρχαία καί νεώτερη πολιτισμική μας κληρονομιά.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ καύση τῶν νεκρῶν ἀποτελεῖ στυγνή ἔκφραση μηδενισμοῦ, διότι καταστρέφει καί ἐξαφανίζει μέ αὐθάδεια τό ἀνθρώπινο σῶμα, κόντρα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μεγάλο κρίμα στό ὄνομα μιᾶς ἀπροσδιόριστης ἐλευθερίας ἤ ἀκόμη κι ἕνεκα τοῦ σεβασμοῦ τῆς τελευταίας ἐπιθυμίας τοῡ ἀποθανόντος, ὁ ὁποῖος εἶχε ζητήσει νά ἀποτεφρωθεῖ, να τηρεῖται ἀπό τούς συγγενεῖς μιά ἀφιλάνθρωπη στάση και να τόν παραδίδουν ὄχι απλά στην καύση, αλλά στην ἀποτέφρωση και τον ἀφανισμό, στερώντας του ὅλες τις προσευχές της Εκκλησίας.
Ἡ καύση τῶν νεκρῶν στερεῖται τοῦ συναισθήματος καί τῆς ζεστασιᾶς τοῦ προσωρινοῦ ἀποχαιρετισμοῦ τοῦ κεκοιμημένου. Ἀντί ἀγάπης πρός τόν κεκοιμημένο ἐκφράζει μιά ἀδικαιολόγητη ἀντιπάθεια, ἕνα μίσος πρός τόν ἄνθρωπο, τό σῶμα του καί τήν ψυχή του. Στερεῖται τῆς φροντίδας του, ὡς ἐποφειλομένης τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης στό πρόσωπο τοῦ προσφιλῶν συγγενῶν ἤ καί τῶν ἐχθρῶν ἀκόμη, μέ ὅλη τήν ἱερότητα πού τούς συνοδεύει. Κυρίως ὅμως στερεῖ τήν φιλότιμη ἔκφραση τῆς συνοδείας τοῦ κεκοιμημένου στήν τελευταία ἐπί γῆς προσωρινή κατοικία μέχρι τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
Τό ἀποτεφρωτήριο ἔναντι του κοιμητηρίου στερεῖται ὅλης αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τήν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τήν ὀνομάζουμε κηδεία, ἀπό τό ρῆμα κήδομαι τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας, πού σημαίνει φροντίζω. Μιά φροντίδα πού δέν σταματᾶ στήν ταφή, ἀλλά συνεχίζεται διά βίου, διότι ἐπιστρατεύει τήν ἀγάπη μέσα ἀπό τήν προσευχή, τήν λειτουργική μνημόνευση, τόν εὐτρεπισμό τοῦ μνήματος, τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ, τά ἄνθη πού ἀνάγουν στόν χλοερό τόπο τῆς ἀνάπαυσης τῆς ψυχῆς καί τόν σταυρό στό προσκεφάλι τοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ, πού κοιμᾶται τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, βλέποντας πρός τήν ἀνατολή, ἔτοιμος νά σηκωθεῖ, στό ἐγερτήριο σάλπισμα τῆς Δευτέρας Παρουσίας!
Ὁ Θεός καταδέχθηκε νά πεθάνει καί νά ἀναστηθεῖ γιά νά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος αἰωνίως κι ο ἄνθρωπος τώρα νά ἐπιθυμεῖ νά καεῖ γιά νά εἶναι αἰωνίως νεκρός; Νά θέλει ὁ Θεός νά σώσει τόν ἄνθρωπο, κι ἐκεῖνος νά θέλει νά χαθεῖ!
Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων, ἀπαιτεῖ τήν τιμή τοῦ ἐνταφιασμοῦ στούς κεκοιμημένους καί τήν ἀπαραίτητη πνευματική συμπαράστασή μας γιά τήν ἀνάπαυσή τους, ἐν ἀναμονή καί τῆς δικῆς μας μεταστάσεως, ὅταν θελήσει ὁ Θεός, καί τῆς ἀναστάσεώς μας ἐκείνη τήν ἡμέρα γιά τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 23 Ιουλίου 2024 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος διηγεῖται τήν θεραπεία τῶν δύο δαιμονιζομένων τῆς χώρας τῶν Γεργεσηνῶν, κατά τήν ὁποία τά δαιμονικά πνεύματα παρακαλοῦν τόν Χριστό, νά τούς ἐπιτρέψει νά εἰσέλθουν στό κοπάδι τῶν χοίρων, πού ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά.
Ὁ Χριστός ἐπέτρεψε νά γίνει, ὅπως ζήτησαν τά δαιμόνια, οἰκονομώντας τά πράγματα γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Πρώτα, γιά τούς δύο δαιμονισμένους, πού πλέον θεραπεύθηκαν. Ἔπειτα, γιά ὅλη τήν χώρα τῶν Γεργεσηνῶν, πού ἐλευθερώθηκε ἀπό τά δαιμονικά πνεύματα καί ὁ δρόμος πρός αὐτήν κατέστη πλέον ἀσφαλής γιά τούς διαβάτες. Ἀπό τήν ἄλλη βέβαια, χάθηκαν τά ζῶα, τά ὁποία ἀπαγόρευε ὁ Μωσαϊκός νόμος νά ἐκτρέφουν, λυτρώνοντας ἔτσι τούς κατοίκους ἀπό μία ἀκόμη ἐφάμαρτη συνήθεια, νά ἐμπορεύωνται δηλαδή καί νά τρῶνε χοιρινό κρέας.
Στόν ἀντίποδα ὅμως αὐτῆς τῆς πολλαπλῆς εὐεργεσίας τοῦ Κυρίου, μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά ὁ τρόπος, μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζουν τό θαῦμα οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς. Ὅπως μᾶς περιγράφει μέ θλίψη ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, μόλις ἔγινε γνωστή ἡ θαυμαστή ἀπελευθέρωση τῶν δύο ἀνθρώπων ἀπό τά πονηρά πνεύματα, ὄχι μόνο δέν χάρηκε κανείς στήν πόλη γιά τήν θεραπεία τους, ἀλλά ζήτησαν ἀπό τόν Χριστό νά τούς κάνει «τή χάρη» καί νά φύγει καί ἀπό τή ζωή τους! Καί τοῦτο δέν τό ἔπραξαν μόνον οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν χοίρων, κινούμενοι ἐνδεχομένως ἀπό τήν ἀπώλεια τῆς παράνομης περιουσίας τους, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ πόλη!
Οἱ δυστυχεῖς ἐκείνοι Γεργεσηνοί δεν θέλησαν νά βγοῦν ἀπό τήν βόλεψή τους. Δεν τούς ἐνδιέφερε, οὔτε τό δράμα τῶν δαιμονιζομένων συμπολιτῶν τους, ἀλλά οὔτε καί ἡ ἐκδίωξη τῶν πονηρῶν πνευμάτων, πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό αὐτά. Αὐτή ἡ διαπίστωση ἀντανακλᾶ τήν θρησκευτική τους ψυχρότητα, τήν ἀπουσία, δηλαδή, οὐσιαστικῆς σχέσης καί κοινωνίας μέ τόν Θεό. Φαίνεται πώς δέν πίστευαν, οὔτε στή σπουδαιότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὡς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οὔτε καί στήν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τήν ὁποία κανείς δέν ἔχει δικαίωμα νά βλάψει.
Κι ἐνῶ δέν ἐνοχλοῦντο ἀπό τήν πολυετῆ ἐμφανῆ παρουσία τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί τά συναφῆ προβλήματα, ἐνοχλήθηκαν ὅμως ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου. Διότι εἶχαν μάθει νά ζοῦν προσκολλημένοι στά ὑλικά ἀγαθά καί νά ἐνδιαφέρωνται μονοδιάστατα γιά τό ἰδιωτικό οἰκονομικό τους συμφέρον. Συμβεβλημένοι μέ τίς ὑλικές ἀπολαύσεις, ἀρκοῦνταν στήν «ἡσυχία» τῆς μίζερης καί ἁμαρτωλῆς ζωῆς τους. Μιᾶς ζωῆς «ψυχρῆς» ἀπέναντι στούς καημούς καί τόν πόνο τῶν δαιμονισμένων ἀδελφῶν τους· μιᾶς ζωῆς «τυφλῆς» στὴν κατάφορη παραβίαση τοῦ θεϊκοῦ νόμου, ἀλλά συνάμα ἀδιάφορης για τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πόσο μᾶς πονάει μιά τέτοια διαπίστωση!
Ἰδίως ἄν σκεφθοῦμε, πόσο μοιάζουμε σέ αὐτούς τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους, καθώς καί στίς μέρες μας, πολλές φορές διακρίνουμε τά ἴδια χαρακτηριστικά γνωρίσματα στούς ἑαυτούς μας.
Καίτοι βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπάρχοντας στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐντούτοις συνήθως μᾶς ἀποσχολεῖ μονοδιάστατα ὁ ἑαυτός μας καί ἡ βόλεψή μας. Ἔχει χαθεῖ ἡ εὐγενής ἄμιλλα, ἡ ἀλληλεγγύη, ἡ εὐγένεια, τό ἀνδρεῖο φρόνημα, τό θάρρος, ἡ γενναιότητα, ἡ θυσιαστική ἀγάπη. Ἔχουν χαθεῖ ὅλα αὐτά τά ὁποῖα συγκροτοῦν τό ὀρθόδοξο ἦθος καί στή θέση τους ἔχει ἐγερθεῖ μόνο ἡ ὑλική-οἰκονομική εὐδαιμονία καί ἡ με κάθε τρόπο καί μέσο συντήρησή της.
Τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς κατάντιας εἶναι ὅτι, ἄν δεν ἔχουμε ἀποβάλει τον Χριστό ἀπό τη ζωή μας, τότε στην καλύτερη περίπτωση, Τον ἔχουμε τοποθετήσει στό περιθώριο! Ἔλεγε ὁ παπά Τύχων ὁ Ρῶσος, ὁ πνευματικός τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, θυμόμαστε τον Θεό μόνο στα δύσκολα, ὅπως θυμόμαστε τήν ὀμπρέλα, ὅταν βρέχει.
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πέρα ἀπό τίς θεμιτές οἰκονομικές-ὑλικές ἀναζητήσεις, πού μπορεῖ ὁ καθένας νά ἐπιχειρεῖ στά πλαίσια τῆς βιοτικῆς του μέριμνας, ἔχουμε γίνει δυσκίνητοι στά θέματα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, στά ὁποῖα εὐαρεστοῦμε τόν Θεό καί λαμβάνουμε τήν χάρη καί τό ἔλεός Του. Ἐλάχιστοι προσευχόμαστε σέ καθημερινή βάση. Ἐλάχιστοι ἐκκλησιαζόμαστε τακτικά κι ἀκόμη λιγότεροι κοινωνοῦμε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐλάχιστοι νηστεύουμε κι ἀκόμη λιγότεροι ἐξασκοῦμε τήν ἔμπρακτη ἀγάπη τῆς φιλάνθρωπης στήριξης τῶν ἐλαχίστων Ἀδελφῶν τοῦ Κυρίου.
Ὁ σύγχρονος Χριστιανός δυστυχῶς δεν μπαίνει στή διαδικασία, οὔτε νά μοιραστεῖ τά ἀγαθά του, οὔτε νά κακοπαθήσει λίγο, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἄν βρέχει, ἄν κάνει κρύο, ἄν ἔχει ζέστη δέν θά ἐκκλησιαστεῖ. Ἄν ταξιδεύει, ἄν φιλοξενεῖται ἤ ἄν ἔχει φιλοξενουμένους δεν θα νηστέψει. Μπορεῖ γιά ὧρες νά βρίσκεται μπροστά στην ὀθόνη τοῦ κινητοῦ τηλεφώνου ἤ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ὑπολογιστή, ἀλλά δέν θά τοῦ περισσέψουν πέντε λεπτά γιά νά εὐχαριστήσει τόν Χριστό, γιά τήν ἡμέρα, πού πέρασε καί νά Τόν παρακαλέσει γιά τήν νύχτα πού ἔρχεται. Ὥστε μπορεῖ νά μήν εἴμαστε κατειλημμένοι ἀπό πονηρά πνεύματα, ὅμως ἔχει καταφέρει ὁ πονηρός νά μᾶς ἐπηρεάζει πρός μια λανθασμένη διαχείριση τοῦ χρόνου καί τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς μας, πού ὅμως μᾶς ὁδηγεῖ με μαθηματική ἀκρίβεια στήν ἀπώλεια.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁ Κύριος, λίγο μετά ἀπό τήν θεραπεία τῶν δύο ἐκείνων ἀνδρῶν, ὁμιλώντας γιά τήν ἀσκητική παρουσία τοῦ Τιμίου Προδρόμου, εἶπε με ἔμφαση: «Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. ια΄12). Τοῦτο σημαίνει, πώς ἄν θέλουμε νά προαχθοῦμε πνευματικά με σκοπό τη σωτηρία μας, πρέπει νά ἀσκήσουμε βία στον πνευματικό μας ἀγῶνα. Πρέπει νά πιέσουμε τον ἑαυτό μας νά ἀποκολληθεῖ ἀπό τό κοσμικό φρόνημα καί τήν πνευματική του ῥαστώνη καί νά προσκοληθεῖ στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά ἀσκήσουμε βία καί νά πιέσουμε τον ἑαυτό μας, νά προσευχηθοῦμε, νά ἐκκλησιαστοῦμε, νά προετοιμαζόμαστε γιά νά κοινωνοῦμε τακτικά, νά νηστεύουμε καί νά ἐκκλησιαζόμαστε ἀνυπερθέτως, χωρίς νά ἐκκλίνουμε τήν καρδίαν μας εἰς λόγους πονηρίας, τοῦ προφασίζεσθαι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις, ὅπως λέει κι ὁ Δαβίδ.
Σέ λίγες ἡμέρες εἰσερχόμαστε στήν μικρή σαρακοστή τοῦ Δεκαπευνταυγούστου καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ γιά 15 ἡμέρες νά προσευχηθοῦμε περισσότερο μέσα ἀπό τίς παρακλήσεις προς τήν Παναγία μας, νά νηστεύσουμε καλύτερα, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά κοινωνοῦμε τακτικότερα. Ἄς μην ἀρκεστοῦμε στις συνήθεις δικαιολογίες, γιά νά κρύψουμε τήν ἀμέλεια καί τήν χλιαρότητά μας. Ἄς νηστέψουμε με τήν καρδιά μας κι ἄς ἐκκλησιαζόμαστε με τήν ψυχή μας, γιά νά ἀπολαύσουμε τίς δωρεές τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί τήν οὐράνια ἀνταπόδοση. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 09 Ιουλίου 2024 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σήμερα τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα εἶναι ἕνα τμῆμα ἀπό τήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου μας (Ματθ. ε΄14-19). Ἀπευθυνόμενος ὁ Χριστός στούς Μαθητές καί τούς ἀνά τούς αἰῶνας Χριστιανούς, τούς ὀνομάζει φῶς τοῦ κόσμου .
Πρόκειται γιά μία ἔκφραση ἐντυπωσιακή, τήν ὁποία ὁ Σωτῆρας Χριστός, την χρησιμοποίησε πρῶτα γιά νά περιγράψει τον Ἑαυτό Του, λέγοντας: «Ἐγώ εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὅποιος μέ ἀκολουθεῖ δέν θά περπατήσει στό σκοτάδι, ἀλλά θά ἔχει τό φῶς τῆς ζωῆς.» (βλ. Ἰω. η΄ 12). Αὐτός ὁ λόγος μάλιστα γράφεται συχνά στό ἀνοιχτό Εὐαγγέλιο, πού κρατεῖ ὁ Χριστός, ὅταν ἀπεικονίζεται ὡς ὁ Παντοκράτωρ Κύριος.
Ὁ Χριστός εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινό, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στό κόσμο, σημειώνει μέ ἔμφαση στήν ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου του ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος, κατά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἐπί τοῦ ὄρους Θαβώρ, γεύθηκε τήν ἐμπειρία τῆς ἄκτιστης φωτοχυσίας Του. Ἀλλά καί μετά τήν θεία Μεταμόρφωση, οἱ Μαθητές ἔλαβαν τό ἀνέσπερο φῶς, πού ἀνέτειλε ἀπό τόν Πανάγιο Τάφο, ἀπό τήν ὁλόλαμπρη δόξα τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου κι ὅπως γλαφυρᾶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μαρτυρεῖ «ἔγιναν αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος» (βλ. Β΄ Πέτρ. α΄ 16). Ἀκόμη καί τόν Παῦλο τόν περιέλαμψε ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί τον μετέβαλε ἀπό διώκτη σέ διαπρύσιο κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου. (βλ. Πραξ. κς΄ 13)
Ἄρα λοιπόν οἱ Μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί ὅσοι Τόν ἀκολουθοῦν ἀνά τούς αἰῶνας λαμβάνουν φῶς ἀπό Ἐκεῖνον. Φῶς ἄκτιστο, ἄδυτο καί πνευματικό, πού φωτίζει τό σκοτάδι τῆς ζωῆς καί τοῦ δρόμου τους καί τούς καθιστᾶ κι ἐκείνους φῶς γιά τόν κόσμο. Καί ὅπως τό φῶς τό ὑλικό, φωτίζει, θερμαίνει καί καθαρίζει, ἔτσι καί οἱ Χριστιανοί μποροῦν καί πρέπει νά εἶναι στήν πράξη τῆς ζωῆς τους, τό φῶς πού θά φωτίζει τήν ψυχή, θά θερμαίνει τήν καρδιά καί θά διώχνει ἀπό τόν ἄνθρωπο τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας.
Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριός μας ἐπισημαίνει, ὅτι μοιάζουμε μέ λυχνάρια, πού ὅταν τά ἀνάβουν δέ τά τοποθετοῦν κάτω ἀπό τό τραπέζι, ἀλλά ψηλά, ὥστε νά φωτίζουν ὅλο τό σπίτι. Κι ὅπως μία πόλη, πού βρίσκεται πάνω στό ὄρος φαίνεται ἀπό παντοῦ, ἔτσι κι ὁ κόσμος παρατηρεῖ τήν ζωή τῶν Χριστιανῶν. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔχουμε εὐθύνη γιά τό φῶς πού λάβαμε ἀπό τόν Χριστό, ὥστε νά λάμπει καί νά φωτίζει τούς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θά βλέπουν τά καλά μας ἔργα καί θά δοξάζουν τόν Πατέρα μας στούς Οὐρανούς.
Τόσο μεγάλη καί σπουδαία εἶναι ἡ εὐθύνη μας ὡς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ὄχι μόνο πρέπει ἐμεῖς νά ζοῦμε φωτεινή ζωή, ἀλλά και τούς ἄλλους νά φωτίζουμε καί νά ἀποτελοῦμε τό πρότυπο καί τό παράδειγμά τους. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας φροντίζει, ὥστε ἀκόμη κι ὅταν ἡ ἁμαρτία ἐπιχειρεῖ νά ἀποκρύψει τόν φωτισμό τοῦ Χριστοῦ ἀπό τή ζωή μας, νά ἔχουμε τήν δυνατότητα μέ τήν ἐξομολόγηση καί τήν θεία Κοινωνία νά ἀνανεώνουμε τόν θεῖο φωτισμό στήν ψυχή μας.
Αὐτή ἡ εὐθύνη, νά εἶναι δηλαδή οἱ Χριστιανοί τό φῶς τοῦ κόσμου, ξεσήκωσε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στά μέσα τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ., ἐναντίον τῆς αἵρεσης τοῦ μονοφυσιτισμοῦ, πού δίδασκε πώς ὁ Χριστός ἔχει μία φύση καί ἐθεωρεῖτο μόνο Θεός, ἐνῶ εἶναι Θεός και Ἄνθρωπος.
Ἔτσι λοιπόν τό 451 μ.Χ. συγκεντρώθηκαν στήν Χαλκηδόνα τῆς Κωνσταντινουπόλεως 630 θεοφόροι Πατέρες ἀπό ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τῆς τότε Ὀρθόδοξης Οἰκουμένης καί συγκρότησαν τήν Τετάρτη κατά σειρά Οἰκουμενική Σύνοδο, τούς ὁποίους καί τιμᾶμε σήμερα.
Ἡ Γ΄Οἰκουμενική Σύνοδος, πού εἶχε προηγηθεῖ στήν Ἔφεσο τό 431 μ.Χ. ἀποφάνθηκε, ὅτι ἐξαιτίας τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων τῆς θείας καί τῆς ἀνθρώπινης πάνω στήν μία ὑπόσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού συνέβη στήν πάναγνη μήτρα τῆς Παναγίας μας, ἡ Παναγία ὀνομάζεται Θεοτόκος , ἐπειδή γέννησε Θεό καί Ἀειπάρθενος , ἐπειδή παραμένει Παρθένος πρίν τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, Παρθένος κατά τήν γέννησή Του καί Παρθένος καί μετά ἀπό αὐτήν.
Εἴκοσι (20) χρόνια μετά, ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἀφοῦ ἐπικύρωσε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, πού προῆλθε ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (Νίκαια 325μ.Χ.) καί τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (Κωνσταντινούπολη 381 μ.Χ.) προχώρησε στήν ὁριστική διατύπωση τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος. Καταδίκασε τόν Μονοφυσιτισμό καί παράλληλα διασαφήνισε, πώς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος .
Ὡς Θεός , κατά τήν θεϊκή του φύση δηλαδή, γεννᾶται ἀπό τόν Πατέρα καί εἶναι μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πρό πάντων τῶν αἰώνων καί μετά ἀπό αὐτούς.
Ὡς ἄνθρωπος , κατά τήν ἀνθρώπινη φύση δηλαδή, γεννᾶται ἐν χρόνῳ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἔκτοτε ὡς Θεάνθρωπος σώζει τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρώπινης ἔγινε στή μία ὑπόσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, μιά γιά πάντα «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως», ὅπως ἐπισημαίνεται στόν Ὅρο τῆς Δ΄ Οἰκουμ. Συνόδου.
Ὅταν βέβαια συντάχθηκε ὁ Τόμος μέ τήν Ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία, ὅπως πάντοτε πίστευε καί κήρυττε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ αἱρετικοί Μονοφυσῖτες, παρά τήν καταδίκη τους, συνέταξαν κι ἐκεῖνοι ἕνα Τόμο, πού περιεῖχε τίς αἱρετικές τους δοξασίες. Ἐνώπιον λοιπόν αὐτοῦ τοῦ ἀδιεξόδου, ὁ Χριστός, τό ἀληθινό Φῶς ἐφώτισε τούς Πατέρες νά ἀνοίξουν τήν λάρνακα, μέσα στήν ὁποία εὑρισκόταν τό ἱερό λείψανο τῆς Ἁγίας ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας καί νά τοποθετήσουν τούς δύο τόμους, τόν ὀρθόδοξο καί τόν αἱρετικό, ἐπί τοῦ στήθους τῆς Ἁγίας, ἀναμένοντας τήν ἀπάντηση ἐκ Θεοῦ. Καί ὤ! τοῦ θαύματος, ὅταν μετά ἀπό ἑπτά ἡμέρες νηστείας και προσευχῆς ἄνοιξαν την ὀγδόη ἡμέρα τήν λάρνακα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου μέ συγκίνηση εἶδαν, πώς ἡ Ἁγία κρατοῦσε στά χέρια της τόν Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων καί μέ τά πόδια της καταπατοῦσε τό αἱρετικό κείμενο τῶν Μονοφυσιτῶν.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν εἶναι μιά ἀκόμη θρησκεία, ἀνάμεσα στίς πολλές. Οὔτε σύγκριση δέν μπορεῖ νά γίνει μέ τίς θρησκεῖες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι «ὁ στῦλος καί τό ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας» (Α΄Τιμ. γ 15). Τήν ἀλήθεια αὐτή τήν ἀπεκάλυψε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός καί μᾶς διαβεβαίωσε λέγοντας: «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄ 6). Εἶναι σάν νά μᾶς λέει: Ἐγώ εἶμαι ὁ δρόμος, ἐγώ εἶμαι ὁ τρόπος νά περπατάτε στόν δρόμο, ἐγώ εἶμαι ἡ ἐμπειρία, πού λαμβάνετε περπατώντας στό δρόμο μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς Μου.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε τήν εὐκαιρία κι ἐμεῖς ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, νά βιώνουμε τήν θεοειδῆ ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ἀλήθειας καί ζωῆς. Νά λαμβάνουμε καί νά διατηροῦμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Νά ζοῦμε στό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καί αὐτό τό φῶς νά μεταλαμπαδεύουμε μέ τή ζωή καί τό ἔργο μας καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ὅπως ἔπραξε κι ὁ σήμερα ἑορταζόμενος ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος κι ἑρμήνευσε μέσα ἀπό τη συγγραφή πλήθους βιβλίων την Ὀρθόδοξη πίστη και ζωή. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email