«Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» Κυριακή 28 Ἰουλίου 2024 – Ε΄ Ματθαίου (Ματθ. η΄28-θ΄1)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος διηγεῖται τήν θεραπεία τῶν δύο δαιμονιζομένων τῆς χώρας τῶν Γεργεσηνῶν, κατά τήν ὁποία τά δαιμονικά πνεύματα παρακαλοῦν τόν Χριστό, νά τούς ἐπιτρέψει νά εἰσέλθουν στό κοπάδι τῶν χοίρων, πού ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά.
Ὁ Χριστός ἐπέτρεψε νά γίνει, ὅπως ζήτησαν τά δαιμόνια, οἰκονομώντας τά πράγματα γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Πρώτα, γιά τούς δύο δαιμονισμένους, πού πλέον θεραπεύθηκαν. Ἔπειτα, γιά ὅλη τήν χώρα τῶν Γεργεσηνῶν, πού ἐλευθερώθηκε ἀπό τά δαιμονικά πνεύματα καί ὁ δρόμος πρός αὐτήν κατέστη πλέον ἀσφαλής γιά τούς διαβάτες. Ἀπό τήν ἄλλη βέβαια, χάθηκαν τά ζῶα, τά ὁποία ἀπαγόρευε ὁ Μωσαϊκός νόμος νά ἐκτρέφουν, λυτρώνοντας ἔτσι τούς κατοίκους ἀπό μία ἀκόμη ἐφάμαρτη συνήθεια, νά ἐμπορεύωνται δηλαδή καί νά τρῶνε χοιρινό κρέας.
Στόν ἀντίποδα ὅμως αὐτῆς τῆς πολλαπλῆς εὐεργεσίας τοῦ Κυρίου, μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά ὁ τρόπος, μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζουν τό θαῦμα οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς. Ὅπως μᾶς περιγράφει μέ θλίψη ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, μόλις ἔγινε γνωστή ἡ θαυμαστή ἀπελευθέρωση τῶν δύο ἀνθρώπων ἀπό τά πονηρά πνεύματα, ὄχι μόνο δέν χάρηκε κανείς στήν πόλη γιά τήν θεραπεία τους, ἀλλά ζήτησαν ἀπό τόν Χριστό νά τούς κάνει «τή χάρη» καί νά φύγει καί ἀπό τή ζωή τους! Καί τοῦτο δέν τό ἔπραξαν μόνον οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν χοίρων, κινούμενοι ἐνδεχομένως ἀπό τήν ἀπώλεια τῆς παράνομης περιουσίας τους, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ πόλη!
Οἱ δυστυχεῖς ἐκείνοι Γεργεσηνοί δεν θέλησαν νά βγοῦν ἀπό τήν βόλεψή τους. Δεν τούς ἐνδιέφερε, οὔτε τό δράμα τῶν δαιμονιζομένων συμπολιτῶν τους, ἀλλά οὔτε καί ἡ ἐκδίωξη τῶν πονηρῶν πνευμάτων, πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό αὐτά. Αὐτή ἡ διαπίστωση ἀντανακλᾶ τήν θρησκευτική τους ψυχρότητα, τήν ἀπουσία, δηλαδή, οὐσιαστικῆς σχέσης καί κοινωνίας μέ τόν Θεό. Φαίνεται πώς δέν πίστευαν, οὔτε στή σπουδαιότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὡς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οὔτε καί στήν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τήν ὁποία κανείς δέν ἔχει δικαίωμα νά βλάψει.
Κι ἐνῶ δέν ἐνοχλοῦντο ἀπό τήν πολυετῆ ἐμφανῆ παρουσία τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί τά συναφῆ προβλήματα, ἐνοχλήθηκαν ὅμως ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου. Διότι εἶχαν μάθει νά ζοῦν προσκολλημένοι στά ὑλικά ἀγαθά καί νά ἐνδιαφέρωνται μονοδιάστατα γιά τό ἰδιωτικό οἰκονομικό τους συμφέρον. Συμβεβλημένοι μέ τίς ὑλικές ἀπολαύσεις, ἀρκοῦνταν στήν «ἡσυχία» τῆς μίζερης καί ἁμαρτωλῆς ζωῆς τους. Μιᾶς ζωῆς «ψυχρῆς» ἀπέναντι στούς καημούς καί τόν πόνο τῶν δαιμονισμένων ἀδελφῶν τους· μιᾶς ζωῆς «τυφλῆς» στὴν κατάφορη παραβίαση τοῦ θεϊκοῦ νόμου, ἀλλά συνάμα ἀδιάφορης για τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πόσο μᾶς πονάει μιά τέτοια διαπίστωση!
Ἰδίως ἄν σκεφθοῦμε, πόσο μοιάζουμε σέ αὐτούς τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους, καθώς καί στίς μέρες μας, πολλές φορές διακρίνουμε τά ἴδια χαρακτηριστικά γνωρίσματα στούς ἑαυτούς μας.
Καίτοι βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπάρχοντας στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐντούτοις συνήθως μᾶς ἀποσχολεῖ μονοδιάστατα ὁ ἑαυτός μας καί ἡ βόλεψή μας. Ἔχει χαθεῖ ἡ εὐγενής ἄμιλλα, ἡ ἀλληλεγγύη, ἡ εὐγένεια, τό ἀνδρεῖο φρόνημα, τό θάρρος, ἡ γενναιότητα, ἡ θυσιαστική ἀγάπη. Ἔχουν χαθεῖ ὅλα αὐτά τά ὁποῖα συγκροτοῦν τό ὀρθόδοξο ἦθος καί στή θέση τους ἔχει ἐγερθεῖ μόνο ἡ ὑλική-οἰκονομική εὐδαιμονία καί ἡ με κάθε τρόπο καί μέσο συντήρησή της.
Τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς κατάντιας εἶναι ὅτι, ἄν δεν ἔχουμε ἀποβάλει τον Χριστό ἀπό τη ζωή μας, τότε στην καλύτερη περίπτωση, Τον ἔχουμε τοποθετήσει στό περιθώριο! Ἔλεγε ὁ παπά Τύχων ὁ Ρῶσος, ὁ πνευματικός τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, θυμόμαστε τον Θεό μόνο στα δύσκολα, ὅπως θυμόμαστε τήν ὀμπρέλα, ὅταν βρέχει.
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πέρα ἀπό τίς θεμιτές οἰκονομικές-ὑλικές ἀναζητήσεις, πού μπορεῖ ὁ καθένας νά ἐπιχειρεῖ στά πλαίσια τῆς βιοτικῆς του μέριμνας, ἔχουμε γίνει δυσκίνητοι στά θέματα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, στά ὁποῖα εὐαρεστοῦμε τόν Θεό καί λαμβάνουμε τήν χάρη καί τό ἔλεός Του. Ἐλάχιστοι προσευχόμαστε σέ καθημερινή βάση. Ἐλάχιστοι ἐκκλησιαζόμαστε τακτικά κι ἀκόμη λιγότεροι κοινωνοῦμε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐλάχιστοι νηστεύουμε κι ἀκόμη λιγότεροι ἐξασκοῦμε τήν ἔμπρακτη ἀγάπη τῆς φιλάνθρωπης στήριξης τῶν ἐλαχίστων Ἀδελφῶν τοῦ Κυρίου.
Ὁ σύγχρονος Χριστιανός δυστυχῶς δεν μπαίνει στή διαδικασία, οὔτε νά μοιραστεῖ τά ἀγαθά του, οὔτε νά κακοπαθήσει λίγο, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἄν βρέχει, ἄν κάνει κρύο, ἄν ἔχει ζέστη δέν θά ἐκκλησιαστεῖ. Ἄν ταξιδεύει, ἄν φιλοξενεῖται ἤ ἄν ἔχει φιλοξενουμένους δεν θα νηστέψει. Μπορεῖ γιά ὧρες νά βρίσκεται μπροστά στην ὀθόνη τοῦ κινητοῦ τηλεφώνου ἤ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ὑπολογιστή, ἀλλά δέν θά τοῦ περισσέψουν πέντε λεπτά γιά νά εὐχαριστήσει τόν Χριστό, γιά τήν ἡμέρα, πού πέρασε καί νά Τόν παρακαλέσει γιά τήν νύχτα πού ἔρχεται. Ὥστε μπορεῖ νά μήν εἴμαστε κατειλημμένοι ἀπό πονηρά πνεύματα, ὅμως ἔχει καταφέρει ὁ πονηρός νά μᾶς ἐπηρεάζει πρός μια λανθασμένη διαχείριση τοῦ χρόνου καί τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς μας, πού ὅμως μᾶς ὁδηγεῖ με μαθηματική ἀκρίβεια στήν ἀπώλεια.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁ Κύριος, λίγο μετά ἀπό τήν θεραπεία τῶν δύο ἐκείνων ἀνδρῶν, ὁμιλώντας γιά τήν ἀσκητική παρουσία τοῦ Τιμίου Προδρόμου, εἶπε με ἔμφαση: «Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. ια΄12). Τοῦτο σημαίνει, πώς ἄν θέλουμε νά προαχθοῦμε πνευματικά με σκοπό τη σωτηρία μας, πρέπει νά ἀσκήσουμε βία στον πνευματικό μας ἀγῶνα. Πρέπει νά πιέσουμε τον ἑαυτό μας νά ἀποκολληθεῖ ἀπό τό κοσμικό φρόνημα καί τήν πνευματική του ῥαστώνη καί νά προσκοληθεῖ στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά ἀσκήσουμε βία καί νά πιέσουμε τον ἑαυτό μας, νά προσευχηθοῦμε, νά ἐκκλησιαστοῦμε, νά προετοιμαζόμαστε γιά νά κοινωνοῦμε τακτικά, νά νηστεύουμε καί νά ἐκκλησιαζόμαστε ἀνυπερθέτως, χωρίς νά ἐκκλίνουμε τήν καρδίαν μας εἰς λόγους πονηρίας, τοῦ προφασίζεσθαι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις, ὅπως λέει κι ὁ Δαβίδ.
Σέ λίγες ἡμέρες εἰσερχόμαστε στήν μικρή σαρακοστή τοῦ Δεκαπευνταυγούστου καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ γιά 15 ἡμέρες νά προσευχηθοῦμε περισσότερο μέσα ἀπό τίς παρακλήσεις προς τήν Παναγία μας, νά νηστεύσουμε καλύτερα, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά κοινωνοῦμε τακτικότερα. Ἄς μην ἀρκεστοῦμε στις συνήθεις δικαιολογίες, γιά νά κρύψουμε τήν ἀμέλεια καί τήν χλιαρότητά μας. Ἄς νηστέψουμε με τήν καρδιά μας κι ἄς ἐκκλησιαζόμαστε με τήν ψυχή μας, γιά νά ἀπολαύσουμε τίς δωρεές τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί τήν οὐράνια ἀνταπόδοση. Ἀμήν.