Συντάχθηκε στις 01 Μαρτίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα καί ἑορτάζουμε τήν ἀναστύλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἡ ὁποία ἄν καί ὑπῆρξε τό κύριο ἔργο τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συγκλήθηκε τό 787 μ.Χ., ἐντούτοις ἐπετεύχθη μετά ἀπό σχεδόν 60 χρόνια σάν σήμερα, τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, στίς 11 Μαρτίου τοῦ 843 μ. Χ. ἀπό τήν αὐτοκράτειρα Ἁγία Θεοδώρα.
Μέ βάση τήν θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἄς ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικά, γιά νά γνωρίζουμε καί τί πιστεύουμε, ὅτι:
Α) Οἱ ἱερές Εἰκόνες δέν εἶναι εἴδωλα, ὅπως μέχρι σήμερα λένε οἱ αἱρετικοί, διότι ἀπεινονίζουν ὑπαρκτά πρόσωπα, σέ ἀντίθεση μέ τά εἴδωλα, τά ὁποῖα ἀπεικονίζουν ἀνύπαρκτες, ψεύτικες μορφές, ποῦ ἀποτελοῦν φανταστικό προϊόν μυθοπλασίας.
Β) Ἡ προσκύνηση τῆς ἱερᾶς εἰκόνας ἀποδίδει τιμή στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο καί ὄχι στήν ὕλη ἀπό τήν ὁποία εἶναι φτιαγμένη. Ἤδη πολύ πρίν τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ὁ Μέγας Βασίλειος (4ος αἰώνας), θεμελιώνοντας πρώϊμα κατά κάποιον τρόπο τήν θεολογία τῆς Συνόδου, λέει: «Ἡ της εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει.» (De spiritu sancto 18.45.20).
Γ) Μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή λαμβάνουμε παραδείγματα γιά τήν τιμή τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἀρκεῖ μόνον νά σκεφθοῦμε, πῶς ἡ Παλαιά Διαθήκη ἔχει πολλές εἰκονικές παρομοιώσεις καί προτυπώσεις, ἀλλά καί παραστατικές ἐξεικονίσεις γεγονότων τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ πραγματοποίηση τῶν ὁποίων ἔλαβε χώρα στούς χρόνους τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἡ φλεγομένη καί μή καιομένη βάτος, ποῦ προεικονίζει τήν ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου. Ἡ τριήμερη παραμονή τοῦ Ἰωνᾶ στήν κοιλιά τοῦ κήτους, πού προεικονίζει τήν τριήμερη ταφή καί ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε ὡς προεικόνιση τῆς Ἐκκλησίας καί ἄλλα. Ἀλλά καί μέσα στήν Καινή Διαθήκη ξεκάθαρα ὁ Χριστός ἀναφέρει: «ὁ ἑωρακώς ἐμέ, ἑώρακε τόν Πατέρα» (Ἰω. ιδ΄ 9), ἐνῶ κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρός τούς Κολοσσαεῖς ὅτι ὁ Χριστός εἶναι «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (α 15).
Ἄρα ἡ πολεμική ἐναντίον τῶν εἰκόνων δέν μάχεται τίς ὑλικές εἰκόνες, ἀλλά τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ὡς κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ δημιουργημένος εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ . Τό πᾶν, λοιπόν, γιά τόν ἀγωνιζόμενο Χριστιανό εἶναι νά διαφυλάττει καθαρή τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στήν καρδιά του. Νά ζεῖ μιμούμενος τόν Χριστό, ὥστε νά ὑπάρχει ὡς ἕνας μικρός Χριστός.
Ἀρκετοί Ἀδελφοί ὅμως δυσκολεύονται νά ἀναγνωρίσουν, αὐτήν τήν μεγάλη ἀλήθεια, πώς ἔμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, διότι δυστυχῶς ἔχουν τήν χριστιανική πίστη ὡς ἰδέα στό μυαλό κι ἀρκοῦνται ἁπλῶς νά θρησκεύουν καί ὄχι νά βιώνουν τήν ἐμπειρία τῆς θεανθρώπινης παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας, ὅπως τήν ἐξεικονίζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Διότι δέν ἔκαναν τόν πνευματικό κόπο νά διαβάσουν ἔστω τήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά οὔτε καί ἐργάσθηκαν ποτέ σοβαρά στήν πνευματική ζωή, ὥστε νά ἐγκαταστήσουν τό Ὀρθόδοξο βίωμα, αὐτό δηλαδή πού ἀναστύλωσε τότε τίς ἱερές Εἰκόνες.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄς προβληματισθοῦμε λοιπόν κι ἐμεῖς λίγο γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο διαχειριζόμαστε τήν πνευματική μας ζωή κι ας ἀναρωτηθοῦμε, ἄν βιώνουμε τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ: Προσευχόμαστε καθημερινά; Νηστεύουμε συστηματικά; Δείχνουμε ἔμπρακτα τήν ἀγάπη μας, ἀκόμη κι ἄν δέν ἔχουμε κάποιο συμφέρον;
Κυρίως ὅμως ἄς δοῦμε ἀν ἐκκλησιαζόμαστε τακτικά καί μέ διάθεση θυσίας γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Καί τοῦτο διότι ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται, μᾶλλον μᾶς λείπει ὁ πόθος γιά τόν Χριστό καί τήν συνάντηση μαζί Του! Ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία τίς μεγάλες ἡμέρες, ὅπως σήμερα καί συνήθως ἀργά, ὥστε ὁ ἐκκλησιασμός κι ἡ προσευχή μας νά μήν ἔχουν ἱκανή διάρκεια. Ἀκόμη ὅμως κι ὅταν ἐκκλησιαζόμαστε, μᾶς ἀρκεῖ νά λάβουμε τό ἀντίδωρο καί ὄχι τό δῶρο, δηλαδή τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀραδιάζοντας ἕνα σωρό ἀπό εὐσεβοφανεῖς δικαιολογίες τoνίζοντας μέ κρυμμένο ἐγωϊσμό τήν ἀναξιότητά μας! Στήν οὐσία ὅμως πρόκειται γιά τήν ἰσχνή καί ἀδύναμη πίστη μας, πού γεννᾶ τήν ἀδιαφορία.
Ἡ ἀπροθυμία γιά τήν συμμετοχή μας στήν θεία Κοινωνία ἔχει κορυφωθεῖ τόν τελευταῖο καιρό ἐξαιτίας τοῦ κορωνοϊοῦ. Πολλοί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τό Ποτήριο τῆς Ζωῆς, ἐπειδή φοβοῦνται μήπως κολλήσουν κάποια ἀσθένεια καί πεθάνουν. Τόσο ἀδύνατη εἶναι ἡ πίστη τους, ὥστε φθάνουν στό σημεῖο τῆς βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι ἀσυγχώρητη ἁμαρτία, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός. (βλ. Λουκ. ιβ 10). Διότι ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος τῆς θείας Εὐχαριστίας μεταβάλλονται πραγματικά ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Γίνεται πραγματική μεταβολή, ἡ ὁποία ὅμως νοεῖται μέ πνευματικό τρόπο. Καί παρότι διατηροῦν τίς φυσικές τους ἰδιότητες, ὅπως γιά παράδειγμα τήν γεύση, ἐντούτοις δέν συμβολίζουν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή μας , ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κολοσσαεῖς (βλ. γ΄4) καί ἐπ’ οὐδενί δέν μεταδίδει, οὔτε προξενεῖ ἀσθένεια ἤ θάνατο! Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Δέν εἶναι Ὀρθόδοξη ζωή, ἡ ζωή πού δέν ἔχει ὀρθόδοξο βίωμα, δηλαδή θυσιαστική ἀγάπη γιά τόν Χριστό. Τό ὅτι βαπτισθήκαμε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δέν ἐξασφαλίζει τή σωτηρία μας. Μέ τό βάπτισμα ἀνοίγει ὁ δρόμος, γινόμαστε μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐμεῖς πρέπει νά διατηρήσουμε τήν σχέση μας ἑνωμένοι μαζί Του. Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστός ἀπό καμμία προσφορά ἤ θυσία μας. Ἄν νηστεύουμε, ἄν προσευχόμαστε, ἄν ἀγαθοποιοῦμε, σ’ ἐμᾶς ἐπιστρέφει ὁ ὅποιος σωματικός ἤ πνευματικός κόπος.
Διάγουμε σέ περίοδο νηστείας. Ἄς μήν ἀδιαφορήσουμε γιά τίς πνευματικές ἀσκήσεις τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄς μήν μεταθέσουμε τήν πνευματική μας ἐργασία γιά ἀργότερα. Ἄς μήν ἀδιαφορήσουμε γιά τήν θεία Μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ἄς φροντίσουμε νά γινόμαστε σύναιμοι καί σύσσωμοι Χριστοῦ ὅλο καί πιό συχνά. Κανείς δέν γνωρίζει πότε θά φύγει ἀπό αὐτήν τήν ζωή. Κανείς δέν ξέρει πότε θά μεταστεῖ ἀπό τά πρόσκαιρα στά αἰώνια. Ἡ ἔξοδός μας ὅμως ἀπό τόν κόσμο αὐτό, διά τοῦ θανάτου θά σημάνει γιά ὅλους μας πώς δέν θά ἔχουμε πιά δυνατότητα οὔτε νά προσευχηθοῦμε, οὔτε νά ἐκκλησιασθοῦμε, οὔτε νά νηστεύσουμε, οὔτε νά ἐξομολογηθοῦμε, οὔτε δυστυχῶς νά μεταλάβουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε ὅσο εἶναι καιρός τίς εὐκαιρίες πού μᾶς δίνονται νά εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί στήν πράξη τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι θά παραμείνουμε τόν Παράδεισο πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός κι ὅταν θά ἀκούγεται στό τέλος τῆς λιτάνευσης τῶν ἱερῶν Εἰκόνων τό «ἁπάντων τῶν ὑπέρ τῆς εὐσεβείας ἀγωνισαμένων, αἰωνία ἡ μνήμη», τότε ἡ ψυχή μας θά ἀγάλλεται, γιατί θά συμμετέχει σέ αὐτόν τόν μακαρισμό, ἀφοῦ κατά τήν δύναμή μας ἀγωνισθήκαμε γιά τήν ἀγάπη καί τή δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, στήν ὁποία μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμαστε ἀπό αὔριο, Καθαρά Δευτέρα, ταυτίζεται στή συνείδησή μας μέ τήν νηστεία.
Μιά νηστεία ὅμως, πού ὅπως ἀκούσαμε σήμερα ἀπό τόν Ἴδιο τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά νά εἶναι αὐθεντική δέν πρέπει νά εἶναι μόνο ὑλική, ἀλλά νά ἀφορᾶ ὁπωσδήποτε καί στήν πνευματική μας ὑπόσταση. Γιά νά εἶναι ἡ νηστεία μας εὐπρόσδεκτη στόν Θεό, δέν πρέπει νά σημαίνει μόνο τήν ἀποφυγή κάποιων τροφῶν, ἀλλά τήν ἀποφυγή κάθε κακίας, ἁμαρτίας καί πονηριᾶς καί τήν παράλληλη προσκόλληση στήν ἀρετή.
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἔχει διάρκεια 40 ἡμερῶν, κατά μίμηση τῆς νηστείας, πού ἔκανε ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας πρίν ἀντιμετωπίσῃ τούς τρεῖς πειρασμούς καί ἀρχίσει τό δημόσιον ἔργο του. (βλ. Ματθ. δ´11). Ὁ Κύριος βεβαίως δέν εἶχε ἀνάγκη νηστείας. Ὅμως, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤθελε νά ἐκφράσει πρός ἐμᾶς τήν θεϊκή του συμπαράσταση στούς ἀγῶνες κατά τοῦ διαβόλου καί νά διδάξει, πώς μποροῦμε κι ἐμεῖς νά νικήσουμε τούς πειρασμούς μέ τήν βοήθεια τῆς νηστείας καί τῆς προσευχῆς. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει γιά τήν τελική νίκη του ἐπί τοῦ διαβόλου, ὅπως σύν Θεῷ θά πανηγυρίσουμε τήν λαμπροφόρο νύκτα τῆς Ἀναστάσεως, πρός τήν ὁποία ἀπηχεῖ ἡ ὅλη πνευματικηή προετοιμασία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή λοιπόν προσφέρεται στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ὡς μία εὐκαιρία μίμησης τοῦ Χριστοῦ καί τοῦτο ἐμφαίνεται καί μέσα ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον διοργανώνονται οἱ Ἀκολουθίες τοῦ Νυχθημέρου (Μεσονυκτικό, Ὄ ρθρος, Ὧ ρες, Ἑ σπερινός, Μέγα Ἀ πόδειπνο) .
Ὅλες οἱ ἱερές Ἀκολουθίες διακοσμημένες μέ πλῆθος ἐκλεκτῶν ἁγιογραφικῶν ἀναγνωσμάτων καί κατανυκτικῶν ὕμνων, σέ συνδυασμό μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν ἀναδεικνύουν τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὡς μιά θαυμάσια εὐκαιρία μίμησης τοῦ Χριστοῦ, πράξη γιά τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρακαλεῖ τούς Κορινθίους λέγοντας « Μιμηταί μου γίνεσθε, καθ ὼ ς κ ἀ γ ὼ Χριστο ῦ » (Α΄Κορ. ια΄1).
Ἡ μίμηση τοῦ Χριστοῦ ὅμως πάνω ἀπ’ ὅλα προϋποθέτει σύνταξη καί κοινωνία μέ τόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί τό ἀποκορύφωμα τῆς σαρακοστιανῆς προσευχῆς τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει βαθμηδόν τόν πόθο τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανοῦ γιά μιά συνάντηση μέ τόν Κύριο στό κλείσιμο τῆς ἡμέρας.
Ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων ξεκινᾶ μέ τό 18ο κάθισμα τῶν Ψαλμῶν, πού διαβάζεται μπροστά ἀπό τό ἅγιο Βῆμα καί ξεκινᾶ μέ τήν φράση «Πρός Κύριον ἐν τῷ θλίβεσθαί με ἐκέκραξα...» , γιά νά ἐκφράσει τήν αγωνιώδης κραυγή τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος μετανοημένος ζητεῖ μέ ταπείνωση τήν συναντίληψη τοῦ Θεοῦ.
Ἀκολουθεῖ ἡ εὐλογία τοῦ λαοῦ μέ τήν ἀναμμένη λαμπάδα καί ἡ ἱερατική ἀναφώνηση " Φ ῶ ς Χριστο ῦ φαίνει π ᾶ σι" . Αὐτό εἶναι μιά συμβολική ἀναγωγή στήν ἔννοια τοῦ πνευματικοῦ φωτός τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ἰωάν. η´12 κ΄ Ματθ. ιδ´20). Ὁ Χριστός εἶναι τό ἀληθινό φῶς, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο (βλ. Ἰωαν α΄9). Εἶναι τό «Φῶς ἱλαρόν ἁγίας δόξης...», ὅπως λέει κι ὁ γνωστός ὕμνος, πού ἀκοῦμε σέ κάθε ἑσπερινή Ἀκολουθία καί ἀποτελεῖ κατά τόν Μέγα Βασίλειο τήν ἀρχαία φωνή τῆς Ἐκκλησίας, (Λόγος περί Ἁγίου Πνεύματος PG 29.73.34), ἀναφέρεται στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί ἀφορᾶ στήν προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Αὐτός ὁ φωτισμός τοῦ Χριστοῦ ἐμφαίνεται ἔντονα μέσα ἀπό τά ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα, ἀπό τά Βιβλία τῆς Γενέσεως καί τῶν Παροιμιῶν τοῦ Σολομῶντος καί σκοπό ἔχουν τήν πνευματική μόρφωση καί τήν ἐν Χριστῷ παιδαγωγία τῶν πιστῶν.
Ἕνα ἀκόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς εἶναι ἡ ἀσματική ψαλμώδηση τοῦ "Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή". Τοῦτο σημαίνει, ὅπως ἀλληγορικά ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι τό στόμα μας μετατρέπεται σέ ἕνα πνευματικό θυμιατήριο καί ὅπως τό εὐωδιαστό θυμίαμα πιό πολύ εὐωδιάζει, ὅταν συναντᾶται μέ τήν φωτιά, ἔτσι καί ἡ προσευχή μας πιό πολύ ἀρωματίζει τήν ζωή μας, ὅταν ἀναπέμπεται ἀπό ψυχή, πού φλέγεται ἀπό τόν πόθο τοῦ Χριστοῦ» (Ἑρμηνεία στούς Ψαλμούς, PG 55.430.59).
Ἐκεῖνο, ὅμως, τό ὁποῖο διαφοροποιεῖ οὐσιαστικά τήν ἀκολουθία αὐτή ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη ἑσπερινή ἀκολουθία καί κορυφώνει τήν προσευχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι τό γεγονός, ὅτι κατά τήν τέλεσή της δίδεται στούς πιστούς ἡ δυνατότητα μιᾶς πραγματικῆς, ὅπως προεἴπαμε, συνάντησης καί κοινωνίας μέ τόν ἀναστημένο Χριστό.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός ὀφείλει νά κοινωνεῖ συχνά. Αὐτός εἶναι ἄλλωστε καί ὁ ἀντικειμενικός σκοπός τῆς θείας Λειτουργίας. Ἐπειδή ὅμως ὁ πανηγυρικός χαρακτήρας της θείας Λειτουργίας δέν συνάδει μέ τόν πένθιμο καί κατανυκτικό χαρακτῆρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία ἔκρινε, πώς δέν μπορεῖ νά τελεῖται τίς καθημερινές ἡ κανονική θεία Λειτουργία. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στή λύση νά μεταδίδει στούς πιστούς, τουλάχιστον δύο φορές μέσα στήν ἑβδομάδα, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα προαγιάζονται στήν θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου ἤ τῆς Κυριακῆς καί διατηροῦνται στό ἅγιο Ἀρτοφόριο, πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα. Συντροφεύει συνήθως τίς Τετάρτες καί τίς Παρασκευές τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, σύμφωνα μέ τήν ὁδηγία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος διδάσκει, πώς ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά κοινωνοῦμε τουλάχιστον τέσσερις φορές τήν ἑβδομάδα, τήν Τετάρτη, τήν Παρασκευή, τό Σάββατο καί τήν Κυριακή. (βλ. Ἐπιστολή 93)
Ὡστόσο τό πένθος μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως φανερώνεται καί μέσα ἀπό τά μελανόφαια ἄμφια, ὀνομάζεται χαροποιόν, διότι πάντοτε φωτίζεται ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο ἐκφράζεται στόν εἰδικό χερουβικό ὕμνο τῆς ἀκολουθίας, "Ν ῦ ν α ἱ δυνάμεις τ ῶ ν ο ὐ ραν ῶ ν σύν ἡ μ ῖ ν ἀ οράτως λατρεύουσιν...". Πρόκειται γιά τόν ὕμνο, πού ψάλλεται κατά τήν σιωπηλή εἴσοδο τῶν προηγιασμένων τιμίων Δώρων καί ἐκφράζει τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ, ὅπως συμβαίνει μέσα στή θεία Λειτουργία. Αὐτός ὁ πραγματικός ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ σηματοδοτεῖ καί τό τέλος μιᾶς μακρᾶς νηστείας, προσευχῆς καί ἀναμονῆς. Τόν ἐρχομό τῆς βοήθειας, τῆς ἀνακούφισης καί τῆς χαρᾶς πού περιμένουμε.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι μία ἀπό τίς ὡραιότερες καί κατανυκτικότερες ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά συγχρόνως καί μία διαρκής πρόσκληση γιά τήν συχνή κοινωνία τῶν θείων Μυστηρίων. Μιά φωνή ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων, ἀπό τήν ἀρχαία ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Μιά φωνή πού λέει, ὅτι ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά ζῇ τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἄν δέν πειθαρχεῖ στόν κανόνα τῆς νηστείας τῆς Ἐκκλησίας κι ἄν δέν ἐπιστέφει αὐτήν τήν προσπάθεια, ἀνανεώνοντας διαρκῶς τήν ἕνωσή του μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου. Διότι ὁ Χριστός εἶναι «ἡ ζωή ἡμῶν» (Κολ. γ΄ 4).
Αὐτή ἡ φωνή ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας. Ἄς τήν ἀκούσουμε προσεκτικά κι ἄς φροντίσουμε νά μάθουμε στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁ Χριστός νά γίνει ἡ ζωή μας. Γιά νά εἶναι ὁ Χριστός γιά πάντα ἡ ζωή μας. Ἀμήν!
Καλή καί εὐλογημένη ἡ ἐπί θύραις Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό τρίτο κατά σειράν τροπάριο, ἀπό αὐτά πού ψάλλονται μετά τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο στή διάρκεια τοῦ Ἀναστασίμου Ὄρθρου τῶν Κυριακῶν τοῦ Τριωδίου, εἶναι σαφῶς ἐπηρεασμένο ἀπό τήν συημερινή Εὐαγγελική περικοπή. Ἀφορᾶ στήν κρίση τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί ἔχει ὡς ἐξῆς: « Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, ἐννοῶν ὁ τάλας, τρέμω τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς κρίσεως· ἀλλὰ θαρρῶν εἰς τὸ ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας σου, ὡς ὁ Δαυῒδ βοῶ σοι· Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος. »
Δηλαδή: Φέρνοντας ὁ ταλαίπωρος στό νοῦ μου τά πλήθη τῶν ἁμαρτιῶν πού διέπραξα, τρέμω ἀπό τόν φόβο μου γιά τήν στιγμή, κατά τήν ὁποία θά πρέπει νά δώσω λόγο γι’ αὐτές στό κριτήριο τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀλλά παίρνω θάρρος ἀπό τό σπλαχνικό σου ἔλεος καί ὅπως ὁ Δαβίδ φωνάζω, Θεέ μου ἐλέησέ με κι ἐμένα σύμφωνα μέ τό μεγάλο σου ἔλεος.
Ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία μᾶς μίλησε γιά ταπεινή προσευχή τοῦ Τελώνου κι ἀφοῦ μᾶς ἔδειξε τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού περιμένει τήν ἐπιστροφή μας μέσα ἀπό τήν στάση τοῦ σπλαγχνικοῦ Πατέρα τῆς παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου, σήμερα μᾶς θέτει ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας ἔναντι αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἀναγγέλλει μέ βεβαιότητα τήν Δευτέρα ἐπί γῆς Παρουσία τοῦ Κυρίου μας καί τήν τελική Κρίση, καθώς θά σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ ἐνδόξου θρόνου Του. Τότε, καθώς ὁμολογοῦμε καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως οἱ νεκροί θά ἀναστηθοῦν, καί ὅσοι ζοῦν μέχρι τότε θά ἀλλαγοῦν στήν ἴδια κατάσταση μέ τούς ἀναστημένους νεκρούς καί ὅλοι μαζί θά ἁρπαχθοῦμε μέσα σέ νεφέλες γιά νά συναντηθοῦμε μέ τόν Κύριο στόν ἀέρα, ὅπως χαρακτηριστικά ἐπισημαίνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό 4ο κεφάλαιο τῆς Α΄πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολῆς του.
Ἡ βεβαιότητα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου ἀποδεικνύεται μέ εὐχέρεια τόσο ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ὅσο καί ἀπό τή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ὅπου βιώνεται ὄχι ὡς κάτι ἁπλῶς ἱστορικά αναμενόμενο, ἀλλά ὡς «γεγονός» , ὅπως καί ἡ πρώτη.
Ἡ πρώτη παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ταπεινή καί ἦρθε γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Ἡ δεύτερη θά εἶναι ἔνδοξη καί θά ἔρθει γιά νά κρίνει τόν κόσμο. Μᾶς διαβεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στό σημερινό Εὐαγγέλιο. Τό ἀνήγγειλαν οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, τό διαλάλησαν οἱ Ἄγγελοι κατά τήν θεία Ἀνάληψη, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι στά κηρύγματά τους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό ἐπισημαίνει, στούς Ἀθηναίους, ὅπως μαρτυροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί οἱ ἐπιστολές του: ἡ A΄ πρός τούς Κορινθίους (κεφ. ιε΄) καί ἡ Α΄πρός τούς Θεσσαλονικεῖς (κεφ. δ΄). Ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τήν κοινή ἀνάσταση ὅλων κατά τήν Δευτέρα Παρουσία καί τήν καθολική κρίση, δόγματα τῆς πίστεώς μας, πού καθιστοῦν τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας «καινή διδαχή» (Βλ. Πραξ. ιζ, 19).
Κατά τήν Δευτέρα Παρουσία, ὅπως ὁμολογοῦμε καί στά δύο τελευταῖα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» θά ἀναστηθοῦν τά νεκρά σώματα τῶν κεκοιμημένων καί θά εἰσέλθουν σ’ αὐτά οἱ ζῶσες ψυχές τους, πού βρίσκονται σέ κατάσταση ἀναμονῆς καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θα σταθοῦμε μπροστά στόν Χριστό, γιά νά μᾶς κρίνει. (Ἄς σημειώσουμε ἐπ’ εὐκαιρίᾳ, ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα σημαντικό ἐπιχείρημα ἐναντίον τῆς θεωρίας τῆς μετενσάρκωσης ἤ μετεμψύχωσης, πού διδάσκουν κάποια ἀνατολικά θρησκεύματα.)
Σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη παράδοσή μας ἀκόμη κι ὁ Ἐξάψαλμος ἐπέχει συμβολικά θέση τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Προεικονίζει, ὅπως λέγεται, τόν χρόνο τής Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια τῆς ὁποίας με φόβο και τρόμο θα ἀναμένουμε την τελική κρίση Του για ἐμᾶς. Γιά τόν λόγο αὐτό, ὅταν διαβάζεται ὁ ἐξάψαλμος, εἴμαστε ἀκινητοποιημένοι μέσα στόν Ναό, ὄρθιοι σέ στάση παρακλητικῆς δέησης, ἀναλογιζόμενοι ἐκείνη τήν φοβερή στιγμή. Γι’ αὐτό καί ἀμέσως μετά τόν Ἐξάψαλμο, ἀκολουθεῖ τό: «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν» μέ τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε τήν πρώτη ἐπί γῆς παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἕπεται συναπτόμενο τό «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» μέ τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε μέ ἀνέγκλητη βεβαιότητα τήν Δεύτερη ἐπί γῆς παρουσία Του.
Ἄλλη μία ἐμπειρική διαπίστωση τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν Δευτέρα Παρουσία εἶναι, ὅταν στή διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ὁ Ἱερέας πρίν ἐκφωνήσει «Τά σά ἐκ τῶν σῶν...», λέει: «Ἔχοντας θυμηθεῖ λοιπόν αὐτῆς τῆς σωτήριας ἐντολῆς (ἐννοώντας τήν ἐντολή γιά τήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας) καί ὅλων ὅσα ἔγιναν γιά χάρη μας, τά ὁποῖα εἶναι ὁ σταυρός, ὁ τάφος, ἡ τριήμερη ἀνάσταση, ἡ ἀνάληψη στούς οὐρανούς, ἡ καθέδρα στά δεξιά του Πατέρα, ἡ δεύτερη καί ἔνδοξη πάλι παρουσία...», θεωρώντας τήν Δευτέρα Παρουσία τόσο βέβαιη, ὡς ἤδη ἐν δυνάμει γεγενημένη, δηλαδή σάν νά ἔχει ἤδη γίνει.
Ὁ Χριστός ὡς κριτήριο δέν θέτει κάτι δύσκολο ἤ ἀκατόρθωτο, ἀλλά κάτι ἁπλό καί ταπεινό, πού μπορεῖ κάθε ἄνθρωπος νά κάνει. Θέτει τήν ἔμπρακτη ἀγάπη μας, ὡς ἀπόρροια τῆς πίστης μας καί τῆς ἐμπιστοσύνης μας σ’ Ἐκεῖνον καί τήν πρόνοιά Του.
Ὅταν περισσεύει ἀπό τό τραπέζι μας ἕνα κομμάτι ψωμί γιά τόν πεινασμένο, ἕνα ποτήρι νερό γιά τόν περαστικό καί ἀπό τήν καρδιά μας ἕνας ζεστός λόγος γιά τόν λυπημένο, μία συμπαράσταση γιά τόν φυλακισμένο, μία φροντίδα γιά τόν ἐμπερίστατο, μία ἀγκαλιά γιά τόν γέροντα, λίγη περίθαλψη στόν ἄρρωστο καί μία ἐνθύμιση γιά τόν ξεχασμένο. Ὅλα αὐτά ὁ Χριστός τά δέχεται καί θά μᾶς τά ἀνταποδώσει, γιατί, ὅπως τόνισε, ζεῖ στό πρόσωπο, τοῦ ἐλάχιστου ἀδελφοῦ, πού δέχεται τήν ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον μας.
Οἱ Μαθητές θέλησαν νά μάθουν τόν ἀκριβῆ χρόνο τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀλλά ὅμως δέν τούς τό φανέρωσε ὁ Χριστός.Ἐπεσήμανε τόν χρονικοϋποθετικό σύνδεσμο ὅταν γιά νά μᾶς διαβεβαιώσει πώς θά ξαναέλθει μέν, χωρίς ὅμως νά μᾶς γνωρίσει, τό πότε ἀκριβῶς. Καί τοῦτο, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες, γιά νά εἴμαστε πάντοτε σέ πνευματική ἐγρήγορση καί ἐτοιμότητα.
Δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει, ὅτι αὐτή ἡ ἐτοιμότητα ἔχει ἄμεση σχέση μέ τό μυστήριο τῆς Μετανοίας. Ὁ Χριστός δέν θά ἐλέγξει τίς ἁμαρτίες, πού ἐξομολογηθήκαμε ἐν ζωῇ. Τό μυστήριο τῆς Μετανοίας ἐκφράζει τό θεῖο Ἔλεος, τό ὁποῖο ἐπικαλεῖται καί τό τροπάριο, πού ἑρμηνεύσαμε στήν ἀρχή τοῦ κηρύγματος.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὑπάρχει ἕνα πολύ ὡραῖο τροπάριο, πού ψάλλεται στόν ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τοῦ πλ. δ΄ἤχου, τό ὁποῖο μᾶς θυμίζει αὐτήν τήν πνευματική ἐγρήγορση καί ὁμιλεῖ γιά τήν ἀγωνία μας ἐνώπιον τοῦ οὐρανίου κριτηρίου: « Ὧ πῶς διάγω ἀμέριμνος, τὸν τῆς ζωῆς μου καιρόν, μετεώρως παρέρχομαι, μὴ εἰς νοῦν βαλλόμενος, τὰς πολλὰς ἁμαρτίας μου, μὴ τοῦ θανάτου, τὴν φοβερὰν ἀπειλήν, καὶ τῆς ἐτάσεως, τὸ ἀδέκαστον! ὧ τὶς μὲ ῥύσεται, πυρὸς αἰωνίζοντος, εἰμὴ Θεέ, μόνε ὑπεράγαθε, σὺ οἰκτειρήσης με;»
Ο ἱ Ἀπόκριες, ὅπως συνηθίζουμε νά καλοῦμε αὐτές τίς ἡμέρες γιά τόν ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό δεν εἶναι εὐκαιρία ξεφαντώματος καί γλεντιοῦ, ἀλλά καιρός ἀπολογισμοῦ καί μετανοίας, ὥστε ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα, νά εἴμαστε ἔτοιμοι νά δώσουμε τήν καλή ἀπολογία στό φοβερό βῆμα τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, Χριστό, ὅπως εὐχόμαστε στή θεία Λειτουργία. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 06 Φεβρουαρίου 2023 .
Ἀ γαπητοί μου Ἀ δελφοί,
Σήμερα, δεύτερη Κυριακή τοῦ Τριωδίου, Κυριακή τοῦ Ἀσώτου, θά ἀναφερθοῦμε στό δεύτερο κατανυκτικό τροπάριο, τό ὁποῖο ψάλλεται μετά τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο τοῦ ἀναστάσιμου Ὄρθρου καί ἀπευθύνεται πρός τό πάναγνο Πρόσωπο τῆς Παναγίας μας: « Τῆς σωτηρίας εὔθυνόν μοι τρίβους, Θεοτόκε· αἰσχραῖς γὰρ κατερρύπωσα, τὴν ψυχὴν ἁμαρτίαις, ὡς ῥαθύμως τὸν βίον μου, ὅλον ἐκδαπανήσας, ταῖς σαῖς πρεσβείαις ῥῦσαί με, πάσης ἀκαθαρσίας.» Δηλαδή Παναγία μου, ἄνοιξέ μου τόν δρόμο γιά νά σωθῶ. Δυστυχῶς καταβρώμισα τήν ψυχή μου μέ αἰσχρές ἁμαρτίες, ἀφοῦ ἔζησα ὅλη τήν ζωή μου μέ ἀδιαφορία πνευματική. Σέ παρακαλῶ μέ τίς πρεσβεῖες σου γλίτωσέ με ἀπό κάθε ἀκάθαρτη σκέψη καί πράξη.
Ἐνῶ τό πρῶτο ἀφοροῦσε στόν Ζωοδότη Κύριο, ζητώντας Του νά ἀνοίξει τίς πύλες τῆς μετανοίας, αὐτό τώρα ἀναγνωρίζει τήν ἁμαρτωλότητα τοῦ ἀνθρώπου καί παρακαλεῖ τήν Παναγία μέ τίς πρεσβεῖες Της νά διευθετήσει τόν δρόμο τῆς σωτηρίας, δηλαδή νά συμβάλει, ὥστε νά γίνει δεκτή ἀπό τόν Υἱό Της καί Θεό μας ἡ ἔμπρακτη μετάνοιά μας.
Αὐτήν τήν ἴδια ἀνάγκη μετανοίας τόνισε καί στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Κύριός μας, ὁμιλώντας γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀσώπου υἱοῦ, ὥστε καταλαβαίνουμε πλέον, τήν ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς ἔμπρακτης καί ἀληθινῆς μετανοίας καί ἐπιστροφῆς στόν Θεό.
Ἄν κοιτάξουμε μέ προσοχή τήν ζωή μας, ὡς συγχρόνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, θά ἀντιληφθοῦμε, ὅτι σχεδόν ὅλοι, ἀπό τήν πλευρά του ὁ καθένας, ἐκφράζουμε μιά ἀσωτία, ἡ ὁποία φαίνεται συνήθως ὡς ἀδιαφορία καί κάποιες φορές ἀπό ὁρισμένους καί ὡς ἀντίδραση πρός τήν πίστη, τή ζωή καί τήν τάξη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.
Ἐπίσης θά ἀντιληφθοῦμε, ὅτι πράγματα τά ὁποία στίς ἀμέσως προηγούμενες γενιές ἦταν δεδομένα, σέ ἐμᾶς εἶναι ζητούμενα ἤ καί ἐρευνώμενα. Ὥστε γιά νά τά ἀποδεχθοῦμε καί νά πειθαρχήσουμε στά κελεύσματα τῆς Ἐκκλησίας ἐπιδιδόμαστε σέ ἐνδελεχή ἐξέταση, προσβάλλοντας μέ τόν ἐγωϊσμό μας τήν ἀπό τόσους αἰῶνες ἐπαληθευμένη ὁδό τῆς σωτηρίας μας. Κι ἀντί νά σκεφθοῦμε νά καλύψουμε τήν ἄγνοιά μας, ἐμμέσως θεωροῦμε πώς τά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ξεπερασμένα καί κατ’ἐπιλογήν χρήσιμα! Ὅπως γιά παράδειγμα ἡ καθημερινή προσευχή, τό καντήλι στά εἰκονίσματα, ἡ ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί κυρίως τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ ἀνάγνωση τῶν ψαλμῶν τοῦ Δαβίδ καί διαφόρων εὔληπτων Πατερικῶν συγγραμμάτων, ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης, τῆς Παρασκευῆς καί τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού κοντοζυγώνει, ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἡ προσπάθεια γιά τήν αὔξηση τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνα μέσα ἀπό τά ποικίλα ἀγωνίσματα τῶν ἀρετῶν καί κυρίως τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ἔμπρακτης δηλαδή ἀγάπης. Μαζί τους ἀγνοεῖται ἐν πολλοῖς κι ὁ Ἐκκλησιαμός μας τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες ἑορτές μέ τήν ἀπαραίτητη θεία Κοινωνία, ἰδίως μετά τά ὅσα βιώσαμε ἐπί κορωνοϊοῦ.
Τό λυπηρό εἶναι, ὅτι τήν ἴδια στιγμή, πού ἀπαιτοῦμε ἐπιχειρήματα καί ἑρμηνείες πειστικές γιά ὅσα ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει ἐπαληθεύσει ἀνά τούς αἰῶνες, δεχόμαστε ἀβασάνιστα πολλές θεωρίες καί δοξασίες, ξένες πρός τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη καί ζωή, παρά τό ὅτι δέν μᾶς ἐγγυῶνται τίποτε. Μέ ἀποτέλεσμα μᾶλλον νά προσδενόμαστε στό ἅρμα τοῦ διαβόλου, χωρίς νά τό πολυεξετάσουμε μάλιστα, ἐπειδή αὐτό συνηθίζει νά κάνει ὁ πολύς κόσμος!
Ὅπως γιά παράδειγμα μέ εὐκολία προελαύνουν ἐναλλακτικοί τρόποι συμβίωσης, ἐνῶ παράλληλα περιφρονεῖται τό Μέγα Μυστήριο τοῦ Γάμου καί κατά περίπτωσιν μένουν κι ἀβάπτιστα τά παιδιά. Οἱ σύγχρονοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἐπίσης, ὅταν εἶναι ἄγευστοι τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα, δέν θά θεωρήσουν κακή τήν γιόγκα, οὔτε τίς πολεμικές τέχνες, οὔτε τήν διατροφή μόνο μέ λαχανικά (vegan), παρά τό ὅτι ὅλα αὐτά συνδέονται μέ πρακτικές τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν. Ὅταν ὅμως γίνει λόγος γιά τόν θεσμό τῆς νηστείας τῆς Ἐκκλησίας τότε θά κυριαρχήσουν ὅλες οἱ ἀντιρρήσεις καί ἀμφιβολίες, πού ὁ διάβολος θά σπείρει στό νοῦ τους. Θά ζητηθοῦν περραιτέρω ἐξηγήσεις γιά τήν χρησιμότητα τῆς νηστείας ἤ ἄλλων σημείων τῆς Ὀρθόδοξης Πνευματικότητας. Ἐν τέλει στο ὄνομα μιᾶς ἀπροσδιόριστης ἀγάπης καί ἐλευθερίας ἀκόμη, θά ἀκολουθηθεῖ ἐγωϊστικά ὁ δρόμος τῆς ἠμιμάθειας καί τῶν παθῶν, κόντρα στήν ἐγγυημένη πνευματική ὁδό τῆς σωτηρίας τῶν δύο χιλιάδων ἐτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Κατά τό ἴδιο σκεπτικό ὅταν πρόκειται γιά προσέλευση σέ ἕνα κήρυγμα ἤ μιά πνευματική ἐκδήλωση ἤ γιά τόν ἐκκλησιασμό τῆς Κυριακῆς, τότε προβάλλεται ἡ ἀνάγκη ξεκούρασης, ἀπό τήν καθημερινότητα, δέν ὑπάρχει χρόνος κι ὁ καιρός συνήθως δέν εὐνοεῖ, κάτι πού κι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐπισημαίνει μέ παράπονο, ἤδη ἀπό τήν ἐποχή ἐκείνη!
Ἀλήθεια πού χάθηκε αὐτή ἡ προσμονή μας γιά τόν Χριστό;
Τί ἔχουμε νά κάνουμε καλύτερο στή ζωή μας ἀπό τό νά σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ βήματος καί νά κοινωνήσουμε τόν Χριστό; Ποιόν ἄλλον ἔχουμε νά περιμένουμε στή ζωή μας ἐκτός ἀπό τόν Χριστό; Ποιός μᾶς ἀγάπησε ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός μᾶς ἀνέχεται ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός στενάζει στόν σταυρό ἀπό τά καρφιά τῶν ἁμαρτιῶν μας ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός ἄλλος σήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας καί μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τόν διάβολο, ὅπως ὁ Χριστός;
Κι ἐμεῖς ὄχι μόνο δέν κάνουμε πέντε ἁπλά βασικά πράγματα στή ζωή μας, ἀλλά τόν βλασφημοῦμε κιόλας μέ λόγια καί μέ ἔργα. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι δέν ἀντιδροῦμε, ὅταν κάποιοι παραφέρονται καί λιτανεύουν μέ ἀναίδια τήν ὕβρη τους ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Διότι ἐμεῖς ἀπό φόβο πού γεννᾶ ἡ ἀσθενής πίστη μας περιορίσαμε ἕως ἐξαφανίσαμε ἀπό τήν ζωή μας τήν λιτανεία τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο μας, δυστυχῶς!
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί ,
Ἄν παρασυρθήκαμε ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν συνήθεια τοῦ κόσμου, ἄν γίναμε ράθυμοι ὡς πρός τήν πνευματική μας ζωή, ἄν αἰσθανόμαστε, ὅτι ὑπάρχει κάποιο κενό στήν ψυχή μας, ἄς τό ἀναγνωρίσουμε, ὅπως ὁ ἄσωτος κι ἄς μήν ἐπιλέξουμε τό πεῖσμα καί τόν ἐγωϊσμό τοῦ μεγαλύτερου ἀδελφοῦ τῆς παραβολῆς. Διότι καί οἱ δύο ἀσχέτως τοῦ τόπου, στόν ὁποῖο κατοικοῦσαν ἦταν μακρυά ἀπό τόν Πατέρα καί ζοῦσαν τήν ψευδαίσθηση καί ὄχι τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Μέ μία διαφορά ὅμως: ὁ ἄσωτος υἱός τό κατάλαβε καί ἐπέστρεψε, ἀλλά ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός ἀδυνατοῦσε νά κατανοήσει τήν ἀπόσταση, πού τόν χώριζε ἀπό τόν Πατέρα κι ἐνῶ ζοῦσε τόσο κόντά του, στήν πραγματικότητα παρέμενε μακρυά κι ἀμετανότητος. Εἶναι συγκλονιστική ἡ στιγμή, ὅταν ὁ Κύριος ἐπαληθεύοντας τά λόγια τοῦ Προφήτη Ἠσαϊα λέγει: «αὐτός ὁ λαός μέ τιμᾶ μέ τά χείλη του μόνο, ἀλλά ἡ καρδιά του εἶναι πολύ μακρυά ἀπό ἐμένα.» (βλ. Μάρκ. ζ΄ 6).
Ἄς μήν ἐπιτρέψουμε νά συμβεῖ τό ἴδιο και σ’ἐμᾶς. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τήν μετάνοια, ἡ ὁποία ὑπάρχει μόνο στήν Ἐκκλησία μας. Καμμία θρησκεία δέν ἔχει μετάνοια. Κανένας ψεύτικος θεός τοῦ κόσμου δέν δίνει εὐκαιρία ἐπιστροφῆς. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μέ τή σταυρική Του θυσία, ἡ ὁποία ἔχει ἰσχύ στό διηνεκές, μᾶς ξεχρέωσε ἅπαξ καί διά παντός ἀπό τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἄνοιξε τόν Παράδεισο, ὅπου πρῶτος εἰσῆλθε ἕνας Ληστής, ὁ ὁποῖος ὅμως φάνηκε εὐγνώμων, μετανόησε κι ἐξομολογήθηκε πάνω στό σταυρό του, ζήτησε καί ἔλαβε τό θεῖο ἔλεος. Ἄς σκεφθοῦμε πώς σήμερα ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής χρησιμοποίησε τήν ἔκφραση «ἀναστάς πορεύσομαι» , γιά νά δείξει πώς ἡ μετάνοια δέν εἶναι μιά ἁπλή πορεία ἐπιστροφῆς, ἀλλά ἀνάσταση, κίνηση πρός τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος νίκησε μέ τήν ἀνάστασή Του τόν θάνατο καί δώρισε πρός ὅλους μας, τήν ἀληθινή, τήν ὄντως ζωή, δῶρο πολύτιμο καί ἀνεκτίμητο! Ἀμήν
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί ,
Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμαστε σήμερα στήν κατανυκτική περίοδο τοῦ Τριωδίου, καθώς ἤδη ἀπό τόν χθεσινό ἑσπερινό ἀνοίχθηκε πάνω στόν ἱερό Ψαλτῆρα τῶν Ναῶν μας τό Βιβλίο τοῦ Τριωδίου, ἀπ’ ὅπου λαμβάνει καί τήν ὀνομασία ἡ περίοδος αὐτή, γιά νά συντροφεύει τήν τέλεση τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ἕως καί τό Μεγάλο Σάββατο τό πρωΐ.
Οἱ ὕμνοι του, ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων για τὸ Τριώδιο καί ὅλη ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας τήν περίοδο αὐτή, μᾶς προτρέπουν νά ζήσουμε μέ θερμότερη προσευχή, μέ σταδιακά οὐσιαστικότερη νηστεία, ὑλική καί πνευματική, μέ ἐντονώτερη συμμετοχή στή λειτουργική-μυστηριακή ζωή , κοσμώντας τούς ἑαυτούς μας μέ ἔργα ἀγάπης καί ἀρετές, ὥστε μετά ἀπό ἕνα πνευματικό ταξίδι, σχεδόν δυόμισυ μηνῶν, νά αἰσθανόμαστε περισσότερο πόθο γιά τόν Χριστό καί τήν σωτηρία μας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, κρατᾶ ζωηρή τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, ἔτσι ὅπως τὴν σκιαγράφησε ὁ ἀπόστολος Παύλος στήν πρός Ῥωμαίους ἐπιστολή γράφοντας (ε΄20): «Ἐκεῖ ὅπου πληθύνθηκε ἡ ἁμαρτία, δόθηκε πολύ ἀφθονότερη ἡ χάρις». Ἐνάντια, λοιπόν, στήν ἀβεβαιότητα καί τίς ἁμαρτίες, πού κυκλώνουν τή ζωή μας, ἰδίως τόν τελευταῖο καιρό, ἡ Ἐκκλησία μᾶς μυεῖ στὴν χάρη τῆς κατάνυξης καὶ στή χαρά τῶν ὕμνων τῆς σωτηρίας.
Κάθε Κυριακή πρωΐ, λοιπόν, στήν ἀκολουθία τοῦ Ἀναστασίμου Ὄρθρου, μετά τήν ἀνάγνωση καί τήν προσκύνηση τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, ψάλλονται ἀπό σήμερα τρεῖς ὄμορφοι ὕμνοι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τίς τρεῖς πρῶτες Κυριακές τοῦ Τριωδίου.
Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας βάζει τή διδασκαλία της πάνω στό ὄχημα τῆς μουσικῆς, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐπισημαίνοντας τήν ταπεινή προσευχή καί τήν ἔμπρακτη μετάνοια .
Διότι ἡ προσευχή καί ἡ μετάνοια εἶναι δύο βασικές προϋποθέσεις γιά νά διέλθουμε ὄχι μόνο τήν περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἀλλά γιά ὁλόκληρη τήν ζωή μας, ὥστε νά ἔχουμε καλή ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του.
Τό πρῶτο λοιπόν ἀπό αὐτά τά τροπάρια ἀναφέρει: « Τ ῆ ς μετανο ί ας ἄ νοιξ ό ν μο ὶ π ύ λας Ζωοδ ό τα, ὀ ρθρ ί ζει γ ὰ ρ τ ὸ πνε ύ μ ά μου, πρ ὸ ς να ὸ ν τ ὸ ν ἅ γι ό ν σου, να ὸ ν φ έ ρον το ῦ σ ώ ματος, ὅ λον ἐ σπιλωμ έ νον, ἀ λλ' ὡ ς ο ἰ κτ ί ρμων κ ά θαρον, ε ὐ σπλ ά γχνω σου ἐ λ έ ει .» Δηλαδή, Κύριε, ἐσύ πού δίνεις ζωή, ἄνοιξέ μου τίς πύλες τῆς μετανοίας. Νωρίς τό πρωΐ ἡ ψυχή κι ὁ νοῦς μου βρίσκονται μέσα στόν ἅγιο Ναό σου, κουβαλώντας φορτίο τὸ ναό τοῦ σώματός μου, σπιλωμένο ἀπό τίς πολλές ἁμαρτίες. τόν ὁποῖον ἐσύ ὅμως, πού μέ λυπᾶσαι καί μέ ἀγαπᾶς, καθάρισέ τον με τή χάρη τοῦ σπλαχνικοῦ σου ἐλέους.
Τό σημαντικότερο, πού ἀντιλαμβανόμαστε εἶναι ὅτι ἡ μετάνοια, πρῶτα καί πάνω ἀπό ὅλα, εἶναι μία κίνηση πρός τόν Θεό, μιά κίνηση ζωής.
Ὁ ὕμνος αὐτός ἀποτελεῖ τήν προσωπική μας προσευχή πρός τόν Κύριο τῆς ἀληθινῆς καί αἰώνιας ζωῆς, τόν Ζωοδότη, γιά νά ἀνοίξη τίς πύλες τῆς μετανοίας. Παρομοιάζει τήν μετάνοια μέ τόν πνευματικό ἐκεῖνο χῶρο, στόν ὁποῖον ἐπιθυμεῖ νά εἰσέλθει ἡ ψυχή καί μέ ταπείνωση νά ἐκφράσει τήν συντριβή της, ὅπως ἀκριβῶς ἀκούσαμε στή σημερινή παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου.
Ὁ Τελώνης διῆλθε τίς πύλες τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος γιά νά ζητήσει μέ συντριβή τό ἔλεος καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, λέγοντας μόνον «Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» δηλαδή «Θεέ μου λυπήσου με τόν ἁμαρτωλό καί συγχώρεσέ με»!
Στόν ἀντίποδα τοῦ Τελώνη στέκεται ὁ ὑπερήφανος καί φλύαρος Φαρισαῖος, ὁ ὁποῖος ἀποδεικνύεται ἀνεπίδεκτος τῆς μετανοίας καί τῆς χάρης τοῦ Ἐλεήμονος Θεοῦ, ἐξαιτίας τῆς ὑποκριτικῆς του εὐσέβειας! Γι’ αὐτόν τόν λόγο, παρά τίς ἀρετές, πού ἀναμφιβόλως εἶχε, τίθεται γιά ὅλους μας ὡς παράδειγμα πρός ἀποφυγήν.
Ἡ μετάνοια γιά νά ἀποβῇ κίνηση τῆς ζωῆς μας χρειάζεται τρία πράγματα: α) τὴν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας, β) τὴν πίστη στὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καί γ) τὴν ἀποφασιστικότητα, ὥστε μέσα ἀπό τήν ἐξομολόγηση νά ἐπιτευχθεῖ ὁ σκοπός τῆς σωτηρίας. Δηλαδή γνωρίζω τίς ἁμαρτίες μου, εἶμαι κάτι παραπάνω ἀπό βέβαιος ὅτι ὁ Θεός θά συγχωρέσει ὅλα τά ἁμαρτήματα, πού μέ συντριβή καρδιᾶς θά ἐξομολογηθῶ καί γι’ αὐτό κινοῦμαι μέ ἀποφασιστικότητα πρός Ἐκεῖνον γιά νά ἀφήσω στό ἔλεός Του ὅ,τι μέ βαραίνει. Ἄς θυμηθοῦμε πώς ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἐπισημαίνει: «Ἐλᾶτε πρός ἐμένα ὅλοι ὅσοι κουράζεστε καί εἶστε φορτωμένοι κι ἐγώ θά σᾶς ἀναπαύσω» (βλ. Ματθ. ια΄28)
Ἡ ἄφεση καί συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν συντελεῖται μόνον ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία κατέρχεται κάθε φορά, πού ὁ Ἐξομολόγος θέτει τά χέρια του στό κεφάλι τοῦ ἐξομολογηθέντος καί ζητεῖ ἀπό τόν Θεό τή συγχώρησή του. Αὐτή ἡ συγχώρηση ἐπαληθεύεται κατόπιν καί ἐπικυρώνεται μέ τήν θεία Κοινωνία. Γι’ αὐτό πάντοτε ἀκοῦμε τόν Ἱερέα ὅταν μᾶς μεταλαμβάνει νά λέει «...εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν τήν αἰώνιον.»
Τότε ἐπισυμβαίνει ἡ ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς, καθώς ὁ Οἰκτίρμων Θεός καθαρίζει τόν ἀνθρώπινο ναό, ὅπως λέει καί ὁ ὕμνος, ἀπό τόν σπίλο, τήν βρωμιά δηλαδή, τῆς ἁμαρτίας. Μέ τόν τρόπο αὐτό χαρίζει στόν ναό τῆς ὕπαρξής μας τήν πρέπουσα εὐπρέπεια. Εὐλογεῖ μιά νέα ἀρχή καί δίνει τὴ νέα εὐκαιρία, ὅσες φορές τό ζητήσει ὁ ἄνθρωπος, προκειμένου νά ἀποκτήσει τήν ἀληθινή ἐμπειρία τῆς ζωῆς, μέσα ἀπό τήν ἀνακαίνιση τῆς ψυχῆς Του. Ἡ ἀνακαινισμένη λογική ψυχή μας εἶναι ἡ ἐκλεκτική συγγένειά μας μέ τόν Θεό, καθώς ἡ πνοή τοῦ Θεοῦ τήν ἐγκατέστησε κι Ἐκεῖνος μέ τή δική μας φροντίδα τήν ἀνακαινίζει καί τήν συντηρεῖ στή θεία Κοινωνία μαζί Του.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος πλήν τοῦ Χριστοῦ! Ἆρα ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας καί ἐξομολογήσεως. Ἡ περίοδος πού μόλις σήμερα ξεκινᾶ εἶναι περίοδος μετανοίας. Τό πρῶτο βῆμα εἶναι νά ἐπισημάνουμε τίς ἁμαρτίες μας κι ἀκολούθως νά τίς καταθέσουμε ταπεινά στό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Ἀσφαλιστική δικλεῖδα στήν προσπάθειά μας αὐτή εἶναι ταπεινή προσευχή τοῦ Τελώνη: «Ὁ Θεός, λυπήσου μέ τόν ἁμαρτωλό». Ἐξάλλου κατά τήν περίοδο τοῦ Τριωδίου καί κυρίως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, πολλές φορές θά καλούμαστε στή διάρκεια τῆς προσευχῆς, νά ἐπαναλαμβάνουμε τήν ἐναγώνια κραυγή τοῦ Τελώνη στήν πρωτότυπη μορφή της: «Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (βλ. Λουκ. ιη΄ 13).
Ἡ ἱκετευτική αὐτή προσευχή πρέπει ἐξάπαντος νά συνοδεύει τήν ζωή μας, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι πέρα ἀπό τό τί ὁ κόσμος θεωρεῖ ὡς ἁμαρτία, ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ἐξετάζουμε τόν ἑαυτό μας σέ σχέση μέ τό τί θέλει ἀπό ἐμᾶς ὁ Θεός καί ὄχι σέ σχέση μέ τούς ἴδιους ἤ τούς χειρότερους ἀπό ἐμᾶς συννανθρώπους, ὅπως ἔπραξε ὁ Φαρισαῖος.
Ὁ δρόμος τῆς ταπεινῆς ἐν μετανοίᾳ προσευχῆς τοῦ Τελώνη, εἶναι ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας μας, διότι ὁ Ζωοδότης Κύριος τήν ἀποδέχεται, μᾶς ὑποδέχεται στήν Ὡραία Πύλη τοῦ Ἁγίου Βήματος, σκηνώνει στόν ἀχειροποίητο Ναό τῆς καρδιᾶς μας, μέσα ἀπό τήν θεία Κοινωνία, ἱερουργώντας τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας καί δι’ αὐτοῦ τὴν Μεγάλη Εἰσοδό μας στὴ Βασιλεία Του. Ἀμήν .
Εκτύπωση
Email