Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
«Σήμερον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡμᾶς συνήγαγεν καὶ πάντες αἴροντες, τὸν Σταυρόν σου λέγομεν, Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου΄ Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.»
Σε συνέχεια τοῦ ὄχλου τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι ὑποδέχθηκαν μέ ἐνθουσιασμό τόν Χριστό, κρατοῦμε κι ἐμεῖς σήμερα κατά τήν παράδοσή μας τά περίτεχνα σταυρόσχημα βαΐα τῶν φοινίκων μέ τά δαφνόφυλλα καί εἰσερχόμαστε στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Ὁ πλεῖστος ὄχλος τότε, παρακινημένοι ἀπό τό ἄκουσμα τῆς ἀνάστασης τοῦ Λαζάρου, ἑνός νεκροῦ τεσσάρων ἡμερῶν, δέν πολυκαταλάβαιναν τί φώναζαν. Εἶχαν κυρίως τήν αἴσθηση πώς ὑποδέχονταν τόν Βασιλιᾶ, ὁ Ὁποῖος θά τούς ἐλευθέρωνε ἀπό τούς Ῥωμαίους κατακτητές. Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στόν θάνατο τούς ἔκανε νά πιστεύουν πώς τίποτε δέν μποροῦσε νά ἀντισταθεῖ πλέον στόν Χριστό. Τό συμπέρασμά τους αὐτό βεβαίως εἶναι ἀληθές, ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι Παντοδύναμος καί Παντοκράτωρ καί οἱ πάντες καί τά πάντα ὑποτάσσονται στό κράτος Του. Αὐτή ἡ παντοδυναμία τοῦ Κυρίου ἐπισημαίνεται μέ τήν ἐνθουσιώδη ἰαχή «Ωσαννά». Εἶναι λέξη ἑβραϊκή καί παρέμεινε ἀμετάφραστη ἀπό τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές, ἀκριβῶς γιά νά ἐκφραστεῖ ἡ ἐνθουσιώδης ἐπίκληση καί ἀγωνιώδης παράκληση στόν Κύριο, γιά τήν σωτηρία καί διάσωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, σύμφωνα και μέ τά ὅσα εἶχαν προφητευθεῖ αἰῶνες πρίν καί ὁ Χριστός ἐπαλήθευσε μέχρι λεπτομερείας.
Ὁ προφήτης Ζαχαρίας, γιά παράδειγμα, ἀναφέρει στό ἔνατο κεφάλαιο τῶν προφητειῶν του καί στόν στίχο 9: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ ῾Ιερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον.» Ἐπίσης ὁ προφήτης καί Βασιλιᾶς Δαυίδ στόν 117ο ψαλμό σημειώνει κατά λέξιν αὐτήν τήν ἐνθουσιώδη ἰαχή τοῦ κραυγάζοντος πλήθους στούς στίχους 25 καί 26: «ὦ Κύριε, σῶσον δή, ὦ Κύριε, εὐόδωσον δή, (τά ὁποῖα διασώζονται στό ἱερό εὐαγγέλιο μέ τήν λέξη Ὠσαννά)».
Ἐμεῖς λοιπόν σήμερα, σέ ἀντίθεση ὅμως μέ τούς τότε Ἰουδαίους, γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστός εἰσῆλθε στά Ἱεροσόλυμα γιά νά ἀνέβει μέ τήν θέλησή Του στόν Σταυρό καί νά πεθάνει ὡς ἄνθρωπος γιά τίς ἁμαρτίες μας καί ὡς Θεός νά ἀναστηθεῖ μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες, ἐλευθερώνοντάς μας ἀπό τήν σκλαβιά τοῦ διαβόλου! Γιά τόν λόγο αὐτό στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Κύριος ὁμίλησε ξεκάθαρα γιά τήν πορεία Του πρός τό ἑκούσιο Πάθος καί ἀνέφερε, ὅτι θά πεθάνει ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη φύση Του πάνω στόν Σταυρό καί μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες θά ἀναστηθεῖ.
Τήν Ὀρθόδοξη αὐτή Πίστη μας, ἡ ὁποία στηρίζει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἐδῶ καί εἴκοσι αἰῶνες, ἦρθαν νά βλασφημήσουν μέ θρᾶσος μόλις τόν προηγούμενο αἰῶνα, οἱ Χιλιαστές-Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, οἱ ὁποῖοι αὐτές τίς ἡμέρες προγραμμάτισαν νά θυμηθοῦν τόν κατά ἄνθρωπον θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μέχρι ἐκεῖ. Καί τοῦτο διότι ἀρνοῦνται, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, Σωτῆρας καί Λυτρωτής, παρά τό ὅτι χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο Χριστιανοί στόν τίτλο τους γιά νά παραπλανοῦν τούς ἀνθρώπους.
Τό περίεργο βέβαια εἶναι ὅτι οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ὅπως καί τότε οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι δέν κατάλαβαν, ὅτι οἱ προφητεῖες ταυτίζουν τόν Χριστό μέ τόν Κύριο δηλαδή με τόν Γιαχβέ, τόν Θεό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Μάλιστα αὐτή ἡ ταύτιση εἶναι ὁλοφάνερη, διότι οἱ ἱεροί συγγραφεῖς τῶν 27 βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης, σέ πολλά σημεῖα ἀναφέρουν τίς προφητεῖες, τίς ὁποῖες ἐπαλήθευσε ὁ Χριστός, ταυτίζοντας τόν προφητευόμενο Κύριο μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό.
Γιά νά τό διαπιστώσουμε αὐτό θά ἀναφέρουμε στά πλαίσια αὐτῆς τῆς σύντομης ὁμιλίας, δύο περιστατικά.
Πρῶτον: τήν ἐκ μέρους τῆς Ἐλισάβετ ὑποδοχή τῆς Παναγίας μας ἀμέσως μετά τόν Εὐαγγελισμό Της ἀπό τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ. Ὅπως μᾶς διασώζει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ἡ Ἐλισάβετ καλωσόρισε τήν Παναγία μας διερωτώμενη μέ τά λόγια: «Καί πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» (Λουκ. α, 43) Δηλαδή: Πώς ἦταν αὐτό νά ἔλθει σέ ἐμένα ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μου; Κύριος τῆς Ἐλισάβετ εἶναι ὁ Ἕνας ἀληθινός Θεός, ὁ Γιαχβέ ἤ ἔστω ὁ Ἰεχωβᾶ κατ’ αὐτούς, ἄν καί ἡ λέξη Ἰεχωβᾶ δέν ἔχει ἱστορική βάση πουθενά στήν Ἁγία Γραφή. Ἐν πᾶσῃ περιπτώσει ὅμως, ἡ ἴδια ἡ Ἐλισάβετ σύμφωνα μέ τό ἱερό κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου ταυτίζει μέ τόν κυοφορούμενο μέσα στήν παρθενική μήτρα τῆς Παναγίας μας Χριστό, μέ τόν Κύριο καί Θεό της ἀφοῦ προσφωνεῖ τήν Παναγία, ὡς Μητέρα τοῦ Κυρίου της. Ἡ λέξη Γιαχβέ καί ὄχι Ἰεχωβᾶ, εἶναι τό ὄνομα μέ τό ὁποῑο ἀποκαλύφθηκε ὁ Κύριος στό Μωϋσή, στήν φλεγόμενη βᾶτο (βλ. Ἐξόδ. Γ, 14) σημαίνει: Αὐτός ὁ Ὁποῖος εἶναι, ὁ Ὤν καί γι’ αὐτό πάντοτε στό φωτοστέφανο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν αὐτά τά τρία γράμματα Ο Ω Ν.
Δεύτερον: Ὁ Ἐυαγγελιστής Ἰωάννης στό 12ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του, ἀναφέρει πώς ὁ Ἠσαϊας εἶχε προφητεύσει τήν ἀπόρριψη τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς Ἰουδαίους καί μετά τήν προφητική ρήση, λέει: αὐτά τά εἶπε ὁ Ἠσαίας, ὅταν εἶδε τήν δόξα τοῦ Κυρίου, παραπέμποντας στό ὅραμα τῆς προφητικῆς κλήσης τοῦ Ἠσαϊου στό 6ο κεφάλαιο τῶν Προφητειῶν του, ἐκεῖ ὅπου βλέπει τόν Θεό νά κάθεται στόν θρόνο του καί νά ὑμνεῖται ἀπό τά ἐξαπτέρυγα σεραφείμ μέ τόν ἐπινίκιον ὕμνο: «ΑΓΙΟΣ ΑΓΙΟΣ ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΣΑΒΑΩΘ, ΠΛΗΡΗΣ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΓΗ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ ΑΥΤΟΥ». Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε δηλαδή καί ἐδῶ ὁ ἴδιος ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ταυτίζει τόν Κύριο καί Θεό, τόν Γιαχβέ ἤ ἔστω Ἰεχωβᾶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τόν ΧΡΙΣΤΟ!
Πῶς γίνεται οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, ὡς συγγραφεῖς τῆς Καιανῆς Διαθήκης, νά χρησιμοποιοῦν τήν λέξη Κύριος γιά νά ὀνομάσουν τόν Χριστό καί μάλιστα στά ἑλληνικά και ὄχι στά ἑβραϊκά καί οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, μετά ἀπό 19 αἰῶνες, νά ἔρχονται νά παίρνουν καί νά χρησιμοποιοῦν τήν ἴδια αὐτή Καινή Διαθήκη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί νά θεωροῦν πώς αὐτό εἶναι λάθος κι πῶς ἐκεῖνοι λένε τό σωστό; Αὐτό δέν ἀνταποκρίνεται οὔτε κάν στήν ἁπλή λογική σκέψη, οὔτε φυσικά στήν πργματικότητα.
Γιατί ἄν ἤθελαν νά εἶναι Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ὅπως λένε, τότε θά ἔπρεπε νά διακηρύσσουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Κύριος καί Θεός, ὅπως ὁ Θωμᾶς διακήρυξε, ὅταν τόν εἶδε Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν (βλ. Ἰω. κ΄28). Διότι ὁ Ἰεχωβᾶ, ὅπως λένε, εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τόν Ὁποῖον ἐκεῖνοι δυστυχῶς Τόν ἀρνοῦνται καί τόν θεωροῦν ἁπλό ἄνθρωπο, χωρίς νά πιστεύουν οὔτε στήν σταυρική Του θυσία, οὔτε στήν Ἀνάστασή Του.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί
Εἰσερχόμενοι στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα ἄς κρατήσουμε βαθιά στήν καρδιά καί στό μυαλό μας αὐτήν τήν μεγάλη ἀλήθεια καί βάση τῆς πίστεώς μας, ὅπως ἀκριβῶς τήν ἐπισημαίνει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου του, λέγοντας: «Αὐτά ἔχουν γραφτεῖ γιά νά πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί πιστεύοντας νά ἔχετε ζωή στό ὄνομά Του» (βλ. Ἰω. κ΄31). Ἀμήν.
Καλήν Ἀνάστασιν!
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀπό τό ἕνατο κεφάλαιο τῆς Πρός Ἑβραίους Ἐπιστολῆς, ἀκούσαμε τόν Ἀπόστολο Παῦλο, νά ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Μέγας Ἀρχιερέας, σέ ἀντίθεση μέ τούς μέχρι τότε Ἀρχιερεῖς τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δέν χρησιμοποίησε αἷμα θυσιασθέντων ζώων, γιά τήν κάθαρση τῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλά θυσιάσθηκε ὁ Ἴδιος πάνω στόν Σταυρό μιά γιά πάντα καί μέ τό τίμιο Αἷμα Του μᾶς λύτρωσε ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὄχι προσωρινά, ἀλλά αἰώνια. Ἀκόμη τονίζει, πώς μόνον τό Αἷμα τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ ἔχει τή δύναμη νά ἀφαιρεῖ ὅλων των εἰδῶν τίς ἁμαρτίες. Ὅπως ἀκριβῶς διαβεβαιώνει κι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στήν Α΄ Καθολική ἐπιστολή του (α΄ 7), λέγοντας : «τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ ... καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας.»
Τοῦτο συμβαίνει γιά τούς ἑξῆς λόγους. Ἡ θυσία τῶν ζώων ἦταν θυσία ζώντων ὀργανισμῶν, πού ὅμως δέν εἶχαν συνείδηση τῆς ὑπάρξεώς τους καί θυσιάζονταν χωρίς νά γνωρίζουν, ὅτι θυσιάζονται καί χωρίς νά θέλουν, ἀφοῦ οὔτε τά ζῶα οὔτε συνείδηση ἔχουν, ἀλλά οὔτε θέληση. Ὅμως ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας ἔχει καί αὐτοσυνειδησία καί θέληση καί θυσιάσθηκε μέ τή συνείδηση, ὅτι θυσιάζεται γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, μέ τή θέλησή Του, ἐκπληρώνοντας τόν σκοπό τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεώς Του.
Πέρα ἀπό τήν θέληση, ἕνα ἄλλο κύριο χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ εἶναι θυσία προσώπου Ἀναμαρτήτου. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Τό αἷμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀκάθαρτο, ἔχει τό μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας. Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τελείως καθαρό. Ὁ Χριστός εἶναι ἀπολύτως Ἀναμάρτητος, ὅπως τό διακηρύσσει καί ὁ Ἴδιος, ἐρωτώντας τούς Ἰουδαίους: «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περί ἁμαρτίας;» (Ἰω. η΄ 46)
Ἡ ἀναμαρτησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἴδιον τῆς θεϊκῆς φύσεως καί ἆρα διακηρύσσει τήν Θεότητα Τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποίαν ἀρνοῦνται οἱ Χιλιαστές Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ. Τήν ἀναμαρτησία τοῦ Χριστοῦ διακήρυξαν οἱ Προφῆτες, προτοῦ ἀκόμη ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἔλθη στόν κόσμο καί πρίν οἱ ἄνθρωποι ἰδοῦν τή διαγωγή Του. Ὀκτώ αἰῶνες πρό Χριστοῦ ὁ Ἠσαΐας στή προφητεία, ἡ ὁποία διαβάζεται τήν Μεγάλη Παρασκευή, διακήρυξε γιά τό Χριστό: «Ὁ Χριστός οὔτε μέ ἔργα οὔτε μέ λόγια ἁμάρτησε». (Βλ. Ἡσ. ΝΓ΄ 9), κάτι πού καί ὁ διάβολος ἀναγνωρίζει. Ἄλλωστε ὁ Χριστός ὡς ἀναμάρτητος αἴρει, σηκώνει πάνω του δηλαδή τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. (βλ. Ἰω. α΄ 29).
Τό αἷμα τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ ἔχει τή δύναμη νά ἐξαλείφη ἁμαρτίες, προπάντων καί κυρίως διότι εἶναι τό Αἷμα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (κ΄ 28) «Ὁ Κύριος καί Θεός ἀπέκτησε τήν Ἐκκλησία μέ τό ἰδικό Του αἷμα.» Ὁ Θεός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ἔλαβε τό σῶμα καί τό αἷμα τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο Μητέρα Του. Αὐτό δέ τό αἷμα, ὡς αἷμα Θεανθρώπου ἔχει ἄπειρη δύναμη καί ἀξία, διότι καθαρίζει οὐσιαστικῶς τόν ἄνθρωπο καί ἀφαιρεῖ τίς ἁμαρτίες, ἐπισφραγίζοντας τόν πνευματικό του ἀγῶνα. Αὐτό ἐπιτυγχάνεται ἐπειδή εἶναι τό τίμιο Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος θυσιάστηκε ἅπαξ διάπαντός πάνω στόν Σταυρό γιά τή σωτηρία μας. Καί ὡς αἷμα θεϊκό δέν εἶναι δυνατόν νά μεταφέρει μικρόβια ἤ νά ἐπιφέρει βλάβη καί ἀσθένεια στόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό!
Ὅλα ὅσα εἴπαμε μέχρι στιγμῆς ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος, τά συμπεριέλαβε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στήν τελευταία φράση τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, λέγοντας, ὅπως μᾶς διασώζει ὁ Εὐαγγελιστής Μάρκος, ὅτι ἔδωσε τήν ζωή Του «λύτρον ἀντί πολλῶν». Κι ἐπειδή ἡ βάση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς εἶναι τό αἷμα, χωρίς τό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ζήσει, εὔκολα ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι αὐτό τό τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό «λύτρον», τό ἀντίδοτο δηλαδή τῆς ἁμαρτίας καί συνεκδοχικά τοῦ θανάτου καί δόθηκε, ὥστε νά μᾶς λυτρώνει ἀπό αὐτά καί νά μᾶς χαρίζει αἰώνια ζωή, καθώς μεταγγίζεται σ’ ἐμᾶς μέσα ἀπό τήν θεία Κοινωνία.
Ἔτσι ὅρισε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν τό βράδυ τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, τέλεσε τήν πρώτη θεία Λειτουργία πάνω στή γῆ, προτυπώνοντας μέ ἀναίμακτο τρόπο καί μυστικά (γι’ αὐτό λέγεται καί Μυστικός Δεῖπνος), τήν σταυρική Του θυσία, μέσα ἀπό τό κόψιμο τοῦ ἄρτου καί τήν ροή τοῦ οἴνου. Διότι πάνω στόν Τίμιο Σταυρό τό ἄχραντο Σῶμα Του κόπηκε ἀπό τά καρφιά καί τήν λόγχη καί τό τίμιο Αἷμα Του ἐκχύθηκε γιά τήν σωτηρία μας.
Μάλιστα τό κεντρικό σημεῖο τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐκφορά τῶν ἱδρυτικῶν λόγων τοῦ Κυρίου μας κατά τόν Μυστικό Δεῖπνο, μέ τά ὁποῖα συστήνεται τό ἱερό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὅπως ἀκριβῶς διαζώζονται μέσα στήν Καινή Διαθήκη: «Λάβετε φάγετε τοῦτο μοῦ ἐστι τό Σῶμα, τό ὑπέρ ὑμῶν κλώμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καί «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο ἐστί τό Αἷμα μου, τό τῆς Καινῆς Διαθήκης, τό ὑπέρ ὑμῶν καί πολλῶν ἐκχυνόμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Αὐτές τίς ἡμέρες οἱ Χιλιαστές ἤ ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται «Μάρτυρες τοῦ Ἱεχωβᾶ» ἔχουν προγραμματίσει νά ἑορτάσουν τήν ἐπέτειο τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, τόν Ὁποῖον βέβαια δέν πιστεύουν ὡς Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτή. Ἀναβιώνοντας τήν αἱρεση τοῦ Ἀρείου, τόν ὁποῖον μαζί μέ τήν διδασκαλία του καταδίκασε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος (325 μ.Χ.), θεωροῦν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι μόνο ἄνθρωπος, κτίσμα καί δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ἀρνούμενοι τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ δέν κάνουν καμμία ἀναφορά στήν Ἀνάστασή Του, ἀφοῦ ὅπως γνωρίζουμε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγάλη ἀπόδειξη τῆς Θεότητάς Του, καθώς κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει μέ ἔμφαση στήν πρός Κορινθίους ἐπιστολή του: «Ἐάν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἄρα εἶναι κενό (ἄδειο) τό κήρυγμά μας, κενή (ἄδεια) καί ἡ πίστη μας» (βλ. Α΄Κορ. ιε΄14).
Ἐπίσης οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ δέν προσδιορίζουν τό εἶδος του θανάτου, γιατί τίς τελευταῖες δεκαετίες ἀρνοῦνται καί τόν Σταυρό, ἱστάμενοι ἀπέναντι ὄχι μόνο στήν Ἁγία Γραφή καί τήν δισχιλιετῆ Ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά ἀκόμη και σέ αὐτήν τήν πραγματικότητα, ἀφοῦ καί ὁ Τίμιος Σταυρός καί τά τέσσερα καρφιά μέ τά ὁποία προσηλώθηκε ὁ Χριστός στόν Σταυρό ὑπάρχουν μέχρι καί σήμερα!
Σέ ἀπάντηση λοιπόν ὅλης αὐτῆς τῆς αἱρετικῆς ἐξόρμησης, ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία, πέρα ἀπό τά κηρύγματα, τίς κατά τόπους ὁμιλίες καί τίς δημοσιεύσεις θεολογικῶν ἄρθρων προγραμματίζει τήν περιφορά τοῦ Τιμίου Ξύλου, τό ὁποῖον φυλάσσεται στήν Ἱερά Μονή Τιμίου Σταυροῦ Σάμου, ἀνά τήν Σάμον.
Κι ἐπειδή οἱ Χιλιαστές Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀρνοῦνται τήν μετάγγιση αἵματος παρερμηνεύοντας σχετικά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τά ὁποῖα ὅμως ἀπαγορεύουν τήν βρώση τοῦ αἵματος καί ὄχι τήν μετάγγιση, ἡ ὁποία εἶναι σύγχρονη ἐπιστημονική ἀνακάλυψη καί δέν ἦταν γνωστή, ὅταν γράφτηκε ἡ Ἁγία Γραφή, γιά τόν λόγο αὐτό ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία προγραμματίζει ἐπίσης νά πραγματοποιηθοῦν καί δύο αἱμοδοσίες σέ συνέχεια τοῦ Μεγάλου καί πρώτου Αἱμοδότη, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ σκοπό τήν βοήθεια τῶν ἀσθενῶν, ὅπως κάνει ἐδῶ καί πολλά χρόνια συστήνοντας δική της Τράπεζα Αἷματος.
Οἱ αἱμοδοσίες θά λάβουν χώρα τήν Τρίτη 4η Ἀπριλίου 2023 στό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο Βαθέος πλησίον τοῦ Ἱ. Μ. Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου (10.00΄-14.00΄) καί τήν Παρασκευή 7η Ἀπριλίου 2023 στό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο Καρλοβάσου ἔναντι Δημοτικοῦ Μεγάρου (10.00΄-14.00΄).
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στόν ἀπόηχο τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί τῆς ἐπετείου τῆς Ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας μέ τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, καλό εἶναι σήμερα νά τονίσουμε, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας προετοίμασε πνευματικά τήν Ἐπανάσταση μέσα ἀπό τό περιεχόμενο αὐτῆς τῆς μεγάλης δεσποτικῆς καί θεομητορικῆς ἑορτῆς.
Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἔρχεται δυναμικά στόν κόσμο, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» γιά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τήν σκλαβιά τοῦ διαβόλου. Νά καταργήσει τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἰσχύ τοῦ θανάτου καί νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἐλευθερία καί τή σωτηρία του. Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου τώρα ὁ ἄνθρωπος καί μέ τήν Χάρη, πού λαμβάνει μέσα ἀπό τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐλευθερώνεται ἀπό τόν διάβολο καί τά πάθη του. Ὄντας λοιπόν ἀπελεύθερος Χριστοῦ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (βλ. Α΄ Κορ. ζ΄ 22), μπορεῖ νά ἀγωνισθεῖ γιά νά ἀποτινάξει κάθε ζυγό ἀπό τον τράχηλό του. Ἐκεῖνος δηλαδή, ὁ ὁποῖος ζεῖ τήν ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ, βρίσκει τό σθένος νά ἀγωνισθεῖ γιά τήν ἀνεξαρτησία του ἀπό τήν ὁποιαδήποτε σκλαβιά.
Μέ αὐτό τό πνευματικό ὑπόβαθρο ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ὁρίσθηκε νά λάβῃ ἀρχή ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1821! Μέ ἀφετηρία τήν παλιγγενεσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τόν Χριστό, φθάσαμε στήν ἐθνική μας παλλιγενεσία.
Οἱ Πατέρες μας ἀγωνίσθηκαν μέ σθένος κι ὁ Θεός περιέβαλε μέ τήν χάρη Του τόν ἀγῶνα τους. Καί τοῦτο διότι οἱ Ἐπαναστατημένοι Ἕλληνες πρόγονοί μας διακρίνονταν ἀφ’ἑνός μέν γιά τήν πίστη στόν Χριστό καί τήν ἀφοσίωσή τους στήν Ἐκκλησία καί ἀφ’ἑτέρου γιά τήν ἀγάπη τους πρός τήν Πατρίδα, πού ἔφθανε μέχρι θυσίας. Γιά νά τό διαπιστώσουμε αὐτό, ἀρκεῖ νά ἐξετάσουμε τίς Σημαῖες τοῦ ἀγῶνος, οἱ ὁποῖες καθ’ ὅλη τήν Ἑλληνική Ἐπικράτεια, εἶχαν πάντοτε εὐδιάκριτο τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μέ ἄλλα χριστιανικά σύμβολα καί τίς λέξεις ἤ τά ἀρχικά τῶν λέξεων: ἤ ἐλευθερία ἤ θάνατος. Αὐτό ἐπαληθεύεται πλήρως καί ἀπό τόν στρατηγό Μακρυγιάννη, ὁ ὁποῖος στά Ἀπομνημονεύματά του τονίζει μέ ἔμφαση: «Ἐμεῖς μέ σκιάν μας τόν Τίμιον Σταυρόν ἐπολεμήσαμεν ὁλοῦθε... Καί αὐτός ὁ Σταυρός μᾶς ἔσωσε.»
Ἴσως δέν γνωρίζουμε καί πρέπει νά μάθουμε, πώς ἡ πρώτη Ἑλληνική Σημαία, ἡ ὁποία εἶχε τόν λευκό σταυρό ἐπάνω σέ γαλανό ὕφασμα, ἐξυφάνθηκε τό 1816 ἀπό τούς Κολλυβᾶδες Πατέρες, πού ξεκίνησαν ἀπό τήν Ἱ. Μ. Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Λευκάδας Ἰκαρίας καί κατέληξαν στήν Σκιάθο.
Ἀξίζει νά σημειώσουμε πώς αὐτοί οἱ Πατέρες τῆς φιλοκαλικῆς Ἀναγέννησης τοῦ 18ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι σκωπτικά ὀνομάσθηκαν καί Κολλυβᾶδες, σήκωσαν τό βάρος τῆς ἀφύπνισης τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μέ κόπους καί θυσίες, ὡς Λειτουργοί καί Ἐξομολόγοι, ἀγωνίσθηκαν, ὥστε τό ὑπόδουλο Γένος μας συγκροτήσει ἐκ νέου τήν πνευματική του ζωή, μέ τή συχνή θεία Μετάληψη, τόν ἀπαραίτητο Ἐκκλησιασμό τήν Κυριακή, ὡς κατ’ ἐξοχήν ἡμέρας θείας Κοινωνίας καί τήν συνεχῆ καί ἀδιάλειπτη προσευχή.
Οἱ σκλαβωμένοι Ἕλληνες ἀνταποκρίθηκαν στήν κλήση τῆς Μητέρας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καταλάβαιναν, πώς μόνο ἡ Ἐκκλησία τούς ἀγαπᾶ, διότι ζῶντας μέσα στήν Ἐκκλησία γιά 400 χρόνια διαφύλαξαν μαζί μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη τους καί τήν Ἑλληνική τους ταυτότητα. Ἔτσι ἄρχισαν νά προσεύχωνται ἐντονώτερα, νά ἐκκλησιάζωνται περισσότερο, νά νηστεύουν ἀνυπερθέτως τίς Τετάρτες, τίς Παρασκευές καί τίς Σαρακοστές. Ταυτόχρονα ἐξομολογοῦνταν καί κοινωνοῦσαν τακτικά. Μέ ὅλα αὐτά διατήρησαν τήν ἰδιοπροσωπεία καί τόν πολιτισμό τους καί διακρίνονταν εὐχερῶς ἀπό τούς μουσουλμάνους Τούρκους. Αὐτή ἡ διάκριση κάποιες φορές ἔγινε ἀφορμή, πού ὁδηγοῦσε τούς Νεομάρτυρες στό μαρτύριο. Βιώνοντας τήν ἐμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς ἔμαθαν πλέον, πώς μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μποροῦν νά σταθοῦν ἔναντι ὅποιου τούς ἐχθρεύεται ἤ ἐπιβουλεύεται τήν ἐλευθερία τους καί πάντοτε νά νικοῦν, ὡς ὁ Δαβίδ τόν Γολιάθ κι ὡς ὁ Νέστορας τόν Λυαῖο!
Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε, κόντρα σέ κάποια ἀνιστόρητα νεοελληνικά ἀφηγήματα, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία Της στήριξε πνευματικά τήν ἐξέγερση καί προετοίμασε μυστικά καί ἐκ Θεοῦ τήν πορεία τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας. Ἀπόδειξη γι’ αὐτό εἶναι οἱ Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μέ τή θυσία τους ἀναχαίτισαν τόν ἐθνικό καί θρησκευτικό ἀποχρωματισμό, πού ἐπιχειροῦσε ὁ Τοῦρκος δυνάστης μέ τόν ἐξισλαμισμό καί τό φρικτό παιδομάζωμα. Τοῦτο φανερώνει τήν ταύτιση Ἕλληνα καί Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ, ὅπως λέει καί ἡ δημοτική μοῦσα: «γίνεσαι Τοῦρκος διάκο μου, τήν πίστη σου ν’ἀλλάξεις;» Δέν λέει τήν ἐθνότητα ἤ τήν ταυτότητά σου, ἀλλά τήν πίστη σου!
Ἄν κάποιος ἀμφιβάλλει γι’ αὐτόν τόν συλλογισμό, ἄς διαβάσει τά ἀπομνημονεύματα τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ὅπως τοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ Κολοκοτρώνη ἤ τοῦ Φωτάκου, πού ἦταν ὑπασπιστής τοῦ Κολοκοτρώνη. Ἐκεῖνος ὁμιλεῖ γιά τά κρυφά σχολειά, τά ὁποῖα ἀποσιωποῦν πολλοί σύγχρονοι ἱστορικοί καί λέει: «μόνοι των οἱ Ἕλληνες ἐφρόντιζον διά τήν παιδείαν ἡ ὁποία ἐσυνίστατο εἰς τό νά μανθάνουν τά κοινά γράμματα καί ὀλίγην ἀριθμητικήν ἀκανόνιστον. ἐν ἐλλείψει δέ διδασκάλου, ὁ ἱερεύς ἐφρόντιζε περί τούτου. Ὅλα αὐτά ἐγίνοντο ἐν τῷ σκότει καί προφυλακτά ἀπό τούς Τούρκους»!!! Οἱ Ἱερεῖς μας δηλαδή, ὄχι μόνο προσέρχονταν στόν ἀγῶνα ὁλόθυμα, ἀλλά ἐπιπλέον δίδασκαν τήν πίστη καί διέσωζαν τήν ἑλληνική γλῶσσα καί τόν πολιτισμό μας, ὅπως ἀναφέρουν ἐπίσης καί ξένοι περιηγητές, ὅπως ὁ Γάλλος Πουκεβίλ, ὁ ὁποῖος καί δέν ἦταν Ὀρθόδοξος Χριστιανός, γιά νά μεροληπτεῖ!
Κι ἄν δέν καλυφθεῖ ἀπό ὅλα αὐτά, τότε ἄς στρέψει τήν ματιά του στήν κλειστή πόρτα τοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία σφραγίσθηκε στίς 10 Ἀπριλίου 1821, τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄. Ὁ μεγάλος αὐτός Ἐθνο-Ἱερομάρτυρας, θεωρήθηκε ἀπό τούς Τούρκους ὁ κύριος ἠθικός αὐτουργός τοῦ ξεσηκωμοῦ τῶν Ἑλλήνων μαζί μέ τήν στρατιά τῶν περίπου 10.000 καταγεγραμμένων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, πού θυσιάσθηκαν γιά τήν πατρίδα μας. Ἀριθμός πού συμπληρώνεται ἀπό τίς ἑκατοντάδες Κληρικῶν καί Μοναχῶν, πού θυσιάστηκαν στούς Μακεδονικούς ἀγῶνες, τήν γενοκτονία τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ ἤ τήν Μικρασιατική Καταστροφή μέ τόν ξεριζωμό τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τό πανάρχαιο λίκνο του κι ἀπό ἐκείνους ἀκόμη, πού συμμετέσχον στήν ἐποποιϊα του 1940 ὑπογράφοντας μέ τό αἷμα τους «τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν Ἁγίαν καί τῆς Πατρίδος τήν ἐλευθερίαν»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἐνῶ ἡ Ἀνεξαρτησία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ἀναγνωρίστηκε διεθνῶς, μέ τό Πρωτόκολλο τοῦ Λονδίνου στίς 17/30 Ἰανουαρίου 1830, τό νεοελληνικό κράτος, ὡς συνέχεια τῆς νέας ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἔλαβε ἀμέσως ὑπόσταση, διότι τό Ἑλληνικό Ἔθνος δέν σταμάτησε νά ὑπάρχει καί ζεῖ, διαπεφυλαγμένο μέσα στήν κιβωτό τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἐθνοσυνελεύσεις πού προηγήθηκαν, ἀναγνωρίζουν τήν θυσιαστική προσφορά καί μοναδική φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας μας στήν διατήρηση τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας. Ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός ἔλεγε πώς: «ἡ σημαντικότερη προσφορά τοῦ ἱεροῦ Κλήρου στο Ἔθνος μας δεν εἶναι τόσο ἡ ἀναμφισβήτητη συμμετοχή του στις ἔνοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολή του στη συντήρηση του ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους και τή διατήρηση τῆς ἀγάπης του γιά την ἐλευθερία, πού μᾶς δώρισε ὁ Θεός.» Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί,
«Παράδεισος ἄλλος ἐγνώσθη, ἡ Ἐκκλησία ὡς πρίν, ξύλον ἔχουσα ζωηφόρον, τὸν Σταυρόν σου Κύριε, ἐξ οὗ διὰ προσψαύσεως, ἀθανασίας μετέχομεν.» (δ΄ τροπ. ε΄ὠδῆς).
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς το μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ νέος Παράδεισος στό κέντρο τοῦ ὁποίου, ὅπως λέει τό παρόν τροπάριο, ὑψώνεται τό δένδρο τῆς ζωῆς, δηλαδή ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός. Κι ἐμεῖς γευόμαστε τούς καρπούς του, δηλαδή τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί γινόμαστε ἀθάνατοι.
Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ἕνα μυστήριο! Ἀσύλληπτο γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ, τό ὁποῖον ἀποκαλύπτεται λίγο-λίγο σ’ ἐκεῖνον, πού ζητεῖ νά ἐμβαθύνει καί νά τό βιώσει. Ταυτόχρονα ἀποκαλύπτει στόν ἄνθρωπο τό μυστήριο τῆς πίστης καί τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, ὡς ἕνα πολύτιμο, ἀλλά ἀγνοημένο δυστυχῶς θησαυρό. Καί καθώς εἶναι ἀδύνατο νά περιγράψεις τόν ἄκτιστο καί ἀπερινόητο Θεό μέ λέξεις κτιστές κι ἀνθρώπινες, ἔτσι καί τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ἀφοῦ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένο μέ τόν Χριστό, τό ἀντιλαμβάνεσαι μόνο, ὅταν βιώσεις τήν ἐμπειρία καί λάβεις τήν χάρη.
Ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό, πόνεσε τόσο πολύ, ὅσο κανείς ποτέ δέν πόνεσε, οὔτε θά πονέσει σέ αὐτόν τόν κόσμο. Γι’ αὐτό δέν εἶναι σωστό, ὅταν ταλαιπωρηθοῦμε λίγο, νά λέμε: «Πέρασα τοῦ Χριστοῦ τά πάθη»! Καί τοῦτο διότι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό, προσέλαβε συμπυκνωμένο τόν ἀνθρώπινο πόνο ὅλων τῶν γεννεῶν, πρίν καί μετά τήν ἔλευσή Του καί μέχρι τήν Δεύτερη καί ἔνδοξη παρουσία Του. Γι’ αὐτό λοιπόν ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι τό μέγα καί ἱερό Κειμήλιο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Δέν εἶναι πιά ἀντικείμενο ἤ ὄργανο θανατικῆς καταδίκης, ἀλλά ἐνθύμηση τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία μας καί ἀντίδοτο στόν πόνο καί τίς θλίψεις τῆς ζωῆς. Ταυτίζεται μέ τόν Χριστό καί καθώς ἔλαβε ζωή ἀπό τό τίμιο Αἷμα Του, τό ὁποῖο ἔρρευσε πάνω του, ὅταν Τόν προσκυνοῦμε Τον χαιρετίζουμε, λέγοντας: «Χαίροις ὁ ζωηφόρος Σταυρός», «Χαῖρε Ξῦλον μακάριον» καί Τον παρακαλοῦμε: «Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου», «...μή ἐγκαταλίπῃς ἡμᾶς τούς ἁμαρτωλούς»!
Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, μάθαμε νά ζοῦμε κάτω ἀπό τήν προστασία καί τήν χάρη τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Μάθαμε, πώς ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ὁ φύλακας τῆς Οἰκουμένης καί ὁ δικός μας. Μάθαμε, πώς εἶναι ἡ ὡραιότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ κραταιός προστάτης τῶν Ὀρθοδόξων ἡγετῶν μας, ἡ δόξα τῶν Ἀγγέλων καί τό ἀγιάτρευτο τραῦμα τῶν δαιμόνων. Μάθαμε, πώς ἔχουμε τόν Σταυρό, ὅπλο κατά τοῦ διαβόλου καί ὡς ἐκ τούτου τόν διάβολο λογαριάζουμε ὡς τόν μόνο ἐχθρό μας καί τόν πόλεμο ἐναντίον Του ὡς τόν μόνο πόλεμο, πού μᾶς ἐπιτρέπεται!
Ὅλα αὐτά ὅμως γιά νά ἀπηχοῦν στήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς μας, πρέπει ὄχι μόνο νά πιστεύουμε στόν Χριστό καί νά ἐπικαλούμαστε τήν χάρη τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἀλλά καί νά ζοῦμε σύμφωνα μέ αὐτή τήν πίστη. Εἶναι αὐτό πού ἀκούσαμε σήμερα νά τονίζει ὁ Κύριός μας στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, πώς ἄν ποθοῦμε τή σωτηρία μας δέν ἔχουμε, παρά νά σηκώσουμε τόν σταυρό Του καί νά Τόν ἀκολουθήσωμε. Πῶς ὅμως;
-Ὅταν ὁ κόσμος παρασυρμένος ἀπό τόν διάβολο ἀπολυτοποιεῖ τά ὑλικά ἀγαθά, τά χρήματα καί τίς σαρκικές ἀπολαύσεις, τότε ὁ πιστός Χριστιανός ὀφείλει αἴροντας τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ νά ἀναδεικνύει μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς του τήν προτεραιότητα τοῦ ἔνθεου βίου, πού ἐπιτυγχάνεται μέ τήν τήρηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν βίωση τῆς ἐμπειρίας τῆς θείας Λατρείας, μέ κέντρο τήν ἕνωση μέ τόν Χριστό, ὡς πρωταρχικοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς μας.
-Ὅταν ὁ κόσμος ζεῖ μέ χλιαρή πίστη καί μέ ἄνευρη πνευματικότητα, ὅπου ὁ καθένας πράττει κατά τό θρησκευτικό του δοκοῦν, ὁ ἀνακαινισμένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ὀφείλει νά πειθαρχεῖ μέ ταπεινό φρόνημα, στά κελεύσματα τῆς Ἐκκλησίας, ἀποδεχόμενος σάν ἄλλος Ἰώβ ὅ,τι ἡ θεϊκή Πρόνοια ἐπιτρέπει σ’αὐτόν, εἴτε ἀσθένεια, εἴτε πτωχεία, εἴτε οἰκογενειακή ἀκαταστασία, πού ἐπιφέρει θλίψη καί στενοχωρία, βέβαιος ὅμως ὅτι ὁ Θεός βλέπει τόν πνευματικό του ἀγῶνα καί τόν σκεπάζει μέ τήν χάρη Του. Ἀκόμη δέ καί πῶς ὅ,τι ἐπιτρέπει εἶναι γιά τό καλό του, ἐνῶ ἴσως τόν γλιτώνει κι ἀπό κάτι χειρότερο γιά νά τόν ὁδηγήσει μέσα ἀπό μιά σταυρική ζωή στήν ἀνάσταση τῆς σωτηρίας του.
-Ὅταν πολλές φορές ἡ συκοφαντική δυσφήμιση καί τά κακεντρεχῆ σχόλια κεντοῦν τά σωθικά του ἀγωνιζόμενου Χριστιανοῦ καί χωρίς λόγο καί αἰτία τόν πικραίνουν, τότε ἐκεῖνος ὀφείλει νά θυμηθεῖ τήν πονεμένη ἱκεσία τοῦ προφητάνακτα Δαβίδ «λύτρωσαί με ἀπό συκοφαντίας ἀνθρώπων καί φυλάξω τάς ἐντολάς σου» (Ψαλμ. ρια΄135). Καί μετά νά ἀρκεσθεῖ στή παντοδυναμία τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο: «πάντα ἰσχύῳ ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι μέ Χριστῷ» (Φιλιπ. δ, 13), ὁμολογώντας ἔτσι τήν πίστη του στόν Σωτῆρα καί Κύριό Του.
-Ὅταν ο κόσμος ἀδιαφορεῖ γιά τήν ἐκκλησιαστική ἐν Χριστῷ ζωή καί εἰρωνεύεται τήν νηστεία, τήν προσευχή, τήν ἐξομολόγηση, τήν συχνή θεία Κοινωνία, καί ἐν συνόλῳ ὅσους προαπαθοῦν νά ζοῦν κατά Θεόν, τότε ὁ Χριστιανός ὀφείλει νά θυμᾶται, ὅτι ὁ Χριστός μακαρίζει ἐκείνους πού τούς ἐνέπαιξαν, τούς ὕβρισαν καί τούς ἀπέρριψαν μέ ἀπρεπεῖς κουβέντες, ἐπειδή πιστεύουν σ’ Αὐτόν καί ζοῦν κατά τό θεϊκό Του θέλημα. (βλ. Ματθ. ε 11)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης θά ἀκούσουμε, πῶς κάτω ἀπό τό Σταυρό τοῦ Κυρίου, στέκονταν πολλοί καί διάφοροι. Ὅλοι τους εἶχαν μιά ἰδιαίτερη σχέση μαζί του. Ἦταν ἐκεῖ οἱ φανατικοί ἀντίπαλοί του, Φαρισαῖοι καί ὄχλος, πού ζήτησαν τή σταύρωσή Του καί οἱ στρατιῶτες, πού τόν ἐσταύρωσαν. Ἦταν ἐκεῖ οἱ δυό ληστές, ὁ εὐγνώμων καί ὁ ἀγνώμων. Ἦταν ἐκεῖ «παραπορευόμενοι», περαστικοί. Ἦταν ἐκεῖ σιωπηλοί ἡ Μητέρα Του, ὁ ἀγαπημένος Του Μαθητής ὁ Ἰωάννης καί μερικές γυναῖκες, γιά νά συντρέξουν ἀνθρωπίνως τήν Παναγία στόν πόνο της. Οἱ ἄλλοι Μαθητές Του ἔλειπαν, κρυμμένοι «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων», ἐκφοβισμένοι ἀπό κάποιες φωνές ἀνώνυμες, ὑποταγμένες δουλικά στόν κόσμο (βλ. Ματθ. κστ΄). Ἔλειπε κι ὁ Ἰούδας, πού ἀπαγχονιζόταν ἀπελπισμένος!
Ἄς πάρουμε σήμερα μιά ἀπόφαση καί γιά τή δική μας θέση κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, μακρυά ἀπό τήν ἀπελπισία, πού τεχνηέντως διαμορφώνει ὁ διάβολος γιά νά μᾶς ὁδηγήσει στήν ἀπώλεια. Καθώς εἶναι ἀδύνατο νά προσεγγίσουμε στό μέγιστο ὕψος τῆς ἀρετῆς τῆς Παναγίας μας, ἄς ζηλέψουμε τήν θέση τοῦ Ἰωάννου, τοῦ ἠγαπημένου Μαθητοῦ. Γιατί; Ἐπειδή ἐκεῖνος μόνος ζεῖ ἀπό κοντά τόν Σταυρό καί τό πάθος τοῦ Κυρίου. Σιωπᾶ, παρά τό ὅτι πονᾶ. Στηρίζει παράλληλα τήν πονεμένη Μητέρα καί στό πρόσωπό Της ὅλη τήν Ἐκκλησία. Δέν κατακρίνει καί δέν διαμαρτύρεται, ἐπειδή πιστεύει στήν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἄς προσπαθήσουμε γι’ αὐτήν τήν θέση. Ἄν ὅμως δέν καταφέρουμε οὔτε κι ἐκεῖ νά σταθοῦμε, ἄς βρεθοῦμε τουλάχιστον ἀνάμεσα στόν εὐγνώμονα Ληστή καί στόν Λογγῖνο τόν ἑκατόνταρχο. Ἄς σταθοῦμε ἐπιτέλους μεταξύ τοῦ: «Μνήσθητί μου Κύριε ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου» καί τοῦ: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱός ἦν οὗτος». Ἔτσι θά διασώσουμε τήν ἐλευθερία καί τήν ἀξιοπρέπεια τῆς ζωή μας καί ἐντέλει θά ἐπιτύχουμε τῆς σωτηρίας μας! Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας σήμερα, προβάλλοντας τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, προεκτείνει τόν ἑορτασμό τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί τοῦτο διότι μετά τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀπεφάσισε τήν ἀναστύλωση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, ἀκολούθησαν κι ἄλλες δύο Σύνοδοι, οἱ ὁποῖες ἔλαβαν χῶρα στήν Κωνσταντινούπολη καί περιβλήθηκαν τό κῦρος τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καθώς ὑπῆρξε κανονική οἰκουμενική ἐκπροσώπηση καί οἱ ἀποφάσεις τους ἔγιναν ἐξ’ἀρχῆς ἀποδεκτές ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία ἀνά τήν χριστιανική Οἰκουμένη. Ἡ μία πραγματοποιήθηκε ἐπί πατριαρχίας τοῦ Μεγάλου Φωτίου τό 879 μ.Χ. καί ἡ ἄλλη τό 1341 μ.Χ. μέ συνεδρίες ἕως τό 1368 καί στίς ὁποῖες ἔλαμψε ἡ μεγάλη προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.
Καί οἱ δύο αὐτές Οἰκουμενικές Σύνοδοι, μπορεῖ νά μήν συγκαταριθμοῦνται ἐπισήμως ὡς ὀγδόη (Η΄) καί ἐνάτη (Θ΄), (γιά λόγους, πού δέν εἶναι τῆς παρούσης νά ἀναφέρουμε) ὅμως ἀνέδειξαν τό ὀρθόδοξο βίωμα, στό ὁποῖο μεταμορφώνεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὁ πιστός Χριστιανός ἐγκολπώνεται τήν ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί ἀγωνίζεται τόν πνευματικό του ἀγῶνα ὑπεύθυνα καί σθεναρά.
Γι’ αὐτό σήμερα μνημονεύεται ἰδιαιτέρως ἡ πολύτιμη προσφορά τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ὡς μεγάλος δογματικός διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπερασπίστηκε σθεναρά τό ὀρθόδοξο βίωμα.
Γιά νά ἀντιληφθοῦμε καλύτερα τήν προσφορά τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι κατά τήν ἐποχή ἐκείνη κάποιοι Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι ἀπό τη Δύση ἀμφισβήτησαν τήν δυνατότητα, τήν ὁποία ἔχουμε ὡς Χριστιανοί, νά ἐρχόμαστε σέ κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἔτσι ἀποτέλεσαν τήν συνέχεια τῶν αἱρετικῶν τῶν προηγουμένων αἰώνων, οἱ ὁποῖοι ἐπιχείρησαν νά ἐμφανίσουν τή λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τήν πνευματική προσπάθεια τῶν πιστῶν, κυρίως ὡς μιά συναισθηματική καί λογική διεργασία, παρά ὡς μιά ἐμπειρία σχέσης Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ὅπως ἐμφατικά κηρύσσεται ἰδιαιτέρως, τόσο στό Εὐαγγέλιο, ὅσο καί τίςἐπιστολές τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία, ἡ ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπρόσιτη γιά τόν ἄνθρωπο, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος μετέχει στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Μᾶς τό λέει πολύ καθαρά ὁ Μέγας Βασίλειος: «ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, διά τόν ἄνθρωπον εἶναι παντελῶς ἀπερινόητος καί ἄρρητος, ὅμως αἱ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρός ἡμᾶς καταβαίνουσι». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στηριζόμενος στήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν πρό αὐτοῦ Ἁγίων Πατέρων, κάνει διάκριση μεταξύ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἐνεργειῶν Του καί μᾶς τονίζει, ὅτι ὅπως ὁ ἥλιος στέλνει τίς ἀκτῖνες του, πού μᾶς φωτίζουν καί μᾶς θερμαίνουν ἔτσι πρέπει νά κατανοήσουμε τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Συνεπῶς ὅλοι οἱ πιστοί μποροῦν νά μετέχουν τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό φαίνεται ξεκάθαρα καί μέσα ἀπό τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου τῆς Καπερναούμ, γιά τό ὁποῖο ἀκούσαμε σήμερα ἀπό τόν Εὐαγγελιστή Μᾶρκο. Ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ πρός ἐκεῖνον. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος θεραπεύει τόν παράλυτο καί ἡ θεραπεία του εἶναι ἄμεση λόγῳ τοῦ ὅτι ἐνεργεῖ ὁ Θεός. Δέν χρειάστηκε δηλαδή χρόνος ἀνάρρωσης ἤ ἐν καιρῷ ἀποκατάσταση. Δηλαδή ἄν κάποιος θεραπευθεῖ ἀπό κάποιον ἰατρό, χρειάζεται πολύ χρόνο γιά νά ἐπανέλθει καί συνήθως ὄχι ὅπως ἦταν πρίν τήν ἀσθένεια. Ἐδώ ἔχουμε αὐθορεί καί παραχρῆμα τήν ἀπόλυτη θεραπεία.
Ὁ σήμερα ἑορταζόμενος ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λαμβάνει τήν ἀφορμή νά μιλήσει γιά τήν μετοχή τοῦ Παραλύτου στήν θεῖα ἐνέργεια, ἡ ὁποία τόν θεραπεύει, ἀλλά καί τήν εὐκαιρία νά μᾶς πεῖ, τί ἦταν ἐκεῖνο, πού προξένησε τήν ἐπενέργεια τῆς θείας Χάρης καί ἔδωσε τήν θεραπεία στόν παράλυτο.
Ὁ παραλυτικός λέει «αἰρόμενος ὑπό τεσσάρων» ἔφθασε στήν οἰκία, ὅπου δίδασκε ὁ Χριστός. Ἐπειδή ὁ κόσμος ἦταν πολύς τόν ἀνέβασαν στήν ὀροφή, «ἀπεστέγασαν τήν στέγην» καί κατέβασαν τόν παραλυτικό μαζί μέ τό κρεββάτι μπροστά στόν Χριστό, Ὁ Ὁποῖος τοῦ χάρισε τήν ἴαση καί θεραπεία τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος προσαρμόζει αὐτήν τήν πράξη στήν θεραπεία τῆς ψυχῆς, ὅταν παραλύει ἀπό τήν ἁμαρτία καί κάνει τόν ἐξῆς παραλληλισμό.
Κάθε ἕνας πού πρόσκειται στίς ἡδονές εἶναι παράλυτος στήν ψυχή κείμενος ἐπάνω στό κρεββάτι τῆς ἡδυπαθείας καί τῆς σαρκικῆς ἀνέσεως. Ἡ ψυχή εἶναι παράλυτη, καθηλωμένη σέ ἕνα σῶμα πού ὑπηρετεῖ τίς ἡδονές. Χρειάζεται ἡ παράλυτη ψυχή νά ἐπιστρέψει στόν Χριστό γιά νά θεραπευθεῖ.
Τήν βοηθοῦν τέσσερις παράγοντες, φίλοι, ὅπως τούς ὀνομαζει, της ψυχῆς:
Πρῶτος φίλος εἶναι «ἡ οἰκεία κατάγνωσις». Δηλαδή ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί ἡ διάθεση, ὄχι νά δικαιολογήσουμε τόν ἑαυτός μας, ὅπως συμβαίνει συνήθως, ἀλλά νά τόν διορθώσουμε.
Δεύτερος φίλος εἶναι «ἡ τῶν προημαρτημένων ἐξαγόρευσις». Δηλαδή, ἡ ἐνώπιον Πνευματικοῦ Ἱερέως ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτημάτων μας.
Τρίτος φίλος εἶναι «ἡ εἰς τό ἑξῆς πρός ἀποχήν τῶν κακῶν ὑπόσχεσις», ἡ ὑπόσχεση δηλαδή νά μήν ὑποπέσει ὁ ἄνθρωπος στά ἴδια ἁμαρτήματα.
Τέταρτος φίλος εἶναι «ἡ πρός τόν Θεόν δέησις», δηλαδή, ἡ προσευχή.
Ἀπαιτεῖται ὅμως νά ἀποστεγάσουν τήν στέγη, τήν ὀροφή. Ὀροφή εἶναι τό λογιστικό μέρος τῆς ψυχῆς, πού εἶναι φορτωμένο ἀπό ὑλικά, πού προέρχονται ἀπό τήν σχέση πρός τά γήϊνα καί τά πάθη, πού χωρίζουν τήν ψυχή ἀπό τόν Χριστό.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τήν καλή συνήθεια νά μή θεωρεῖ τόν ἑαυτό του τέλειο καί ἀναμάρτητο, ὅταν μαθαίνει νά ἀναγνωρίζει τά σφάλματά του, ὅταν δηλαδή ἀποκτᾶ τή διαρκῆ μετάνοια, τότε δέν ἀπολαμβάνει μόνο τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γίνεται καί φορέας αὐτῆς τῆς χάριτος στό ἐκκλησιαστικό σῶμα. Γίνεται χρήσιμος στό ἔργο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, γιατί ἀνακαινίζει τή χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του μέ τό μυστήριο τῆς μετάνοιας καί ἐξομολόγησης. Μιμεῖται οὐσιαστικά τόν Κύριο, ὅπως πολύ εὔστοχα σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό σημερινό ἀνάγνωσμα: «εἶναι φανερό ὅτι δέν ἔρχεται (ὁ Χριστός) νά βοηθήσει ἀγγέλους, ἀλλά τούς ἀπογόνους του Ἀβραάμ. Ἔπρεπε λοιπόν νά γίνει σ’ ὅλα ὅμοιος μέ τά ἀδέλφια του, ὥστε νά γίνει σπλαχνικός καί πιστός ἀρχιερέας στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ, γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ» (βλ.Ἑβρ. β, 16-17)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἄς μήν μᾶς ἀπογοητεύουν οἱ δυσκολίες καί οἱ ἐνίοτε ἀντίξοες συνθῆκες στήν κίνηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ μας, πρός μετάνοια καί πνευματική ἀνακαίνιση. Ἀς κάνουμε φίλους μας τήν αὐτομεμψία, τήν ἐξομολόγηση, τήν προσευχή καί κυρίως τήν προσπάθεια νά μήν ἐπιστρέφουμε στά ἴδια ἁμαρτήματα. Καί οἱ νέοι αὐτοί πνευματικοί φίλοι μας, θά μᾶς ὁδηγήσουν στήν ταπείνωση καί τήν θεοφιλῆ ζωή καί τότε στήν θεραπευμένη ψυχή μας θά ἔλθει νά ἀναπαυθεῖ ἡ ζωοποιός χάρις τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Αὐτός ἄλλωστε εἶναι ὁ στόχος τῆς ἄσκησης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἰδίως κατά τήν περίοδο τῆς ἁγίας καί μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, πού διανύουμε. Αὐτή εἶναι καί ἡ καλύτερη προετοιμασία μας γιά νά συμμετάσχουμε συχνά καί στήν θεία μετάληψη, «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον», ἐσχάτως δέ καί εἰς ὁμολογίαν πίστεως. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email