«Ἡ ἱερά μας Παρακαταθήκη» Κυριακή Ζ΄ ἀπό τοῦ Πάσχα - 28 Μαΐου 2023 (Πραξ. κ΄ 16-18, 28-36)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό βράδυ τῆς πρώτης ἐκείνης Μεγάλης Πέμπτης ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στή διάρκεια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου παρέδωσε στούς Μαθητές τά Ἄχραντα Μυστήρια καί στή συνέχεια τούς εἶπε καί τά τελευταία Του λόγια. Κληροδότησε στούς Μαθητές θεία χάρη μέ τά Μυστήρια καί θεῖο λόγο μέ τήν Διδασκαλία Του. Τούς ἔδωσε δηλαδή ὑπερφυσική ἐνέργεια μέ ὑπερκόσμια ἐνίσχυση καί οὐράνια διδαχή πρός ὀρθή καθοδήγηση.
Τριάντα χρόνια περίπου μετά, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως ἀκούσαμε στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα (ἀπό τό 20ό κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων), ἀποχαιρετᾶ τούς Πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου, παραδίδοντάς τους ὅ,τι εἶχε παραλάβει ἀπό τόν Κύριο, λέγοντας: «Καί τώρα, ἀδελφοί, σᾶς ἐμπιστεύομαι στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί στή διδασκαλία της Χάριτός Του». Πάλι κι ἐδῶ τά ἴδια δύο πράγματα. Θεία Χάρη καί θεῖος Λόγος, μέ μία μόνο διαφορά. Ὁ Χριστός ὡς κάτοχος καί διαθέτης τῆς Χάριτος καί τῆς διδασκαλίας ἄφηνε στούς Μαθητές αὐτά τά δύο, ἐνῶ ὁ Παῦλος, ὡς φορέας καί διαβιβαστής ἄφηνε τούς Πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου σέ αὐτά τά δύο.
Αὐτή ἡ ἱστορική στιγμή τῆς παράδοσης καί τῆς παραλαβῆς τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, θά ἐπαναλαμβανόταν ἔκτοτε πολλές φορές καί θά ἐπαναλαμβάνεται ἕως ὅτου θέλει ὁ Θεός νά ὑπάρχει ὁ κόσμος καί ἡ Ἐκκλησία Του. Ὁ Χριστός παρέδωσε στούς Ἀποστόλους κι ἐκεῖνοι μέ τή σειρά τους στούς διαδόχους τους, τούς Ἀποστολικούς, ὅπως ὀνομάζονται, Πατέρες τοῦ Β΄ αἰῶνος μ.Χ. ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καί ὁ ἅγιος Πολύκαρπος. Οἱ ἀποστολικοί Πατέρες στούς μετέπειτα, ὅπως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας καί ὁ ἅγιος Κλήμης Ἀλεξανδρείας τόν Γ΄ αἰῶνα καί αὐτοί μέ τή σειρά τους στούς μεγάλους Πατέρες τοῦ Δ΄ καί Ε΄αἰῶνος, ὅπως ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀμέσως μετά ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος Ἱππῶνος καί ἄλλοι. Αὐτοί μέ τή σειρά τους στούς ποιμένες καί θεολόγους τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς, αὐτοί στούς μαρτυρικούς Κληρικούς τῆς Τουρκοκρατίας καί τούς Νεομάρτυρες κι ἐκεῖνοι μέ τή σειρά τους στούς Ἁγίους τοῦ αἰῶνος μας. Δηλαδή ἀπό τόν Χριστό μέχρι σήμερα γίνεται μιά συνεχής παράδοση καί παραλαβή ἀλληλοδιαδόχως ἀπό τήν προηγούμενη γενιά στήν ἑπόμενη, σέ κάθε μέρος τῆς δεσποτείας τοῦ Κυρίου σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅπου ὑπάρχει Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ ἀδιάκοπη διαδικασία ἀπό τόν Χριστό στούς Ἀποστόλους καί ἀπό Ἐκείνους ὡς τίς ἡμέρες μας ὀνομάζεται Ἀποστολική Διαδοχή καί ἐγγυᾶται τήν αὐθεντικότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Ἡ Ἀποστολική Διαδοχή ἀποτελεῖ μιά πνευματική ἁλυσίδα, ἡ ὁποία μέσα ἀπό τούς νοητούς της κρίκους συνδέει τό σήμερα τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Ἀποστόλους καί τόν Χριστό. Διότι ἄν ἀνατρέξουμε στό ἱστορικό παρελθόν τότε ἀβίαστα θά φτάσουμε στόν Χριστό, καθώς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στήν διάρκεια τῆς δισχιλιετοῦς ζωῆς Της παρέδιδε καί παρελάμβανε χωρίς νά ἐκπέσῃ κάτι ἀπό τά παραδεδομένα, ἤ νά χαθεῖ ἤ νά τροποποιηθεῖ ἤ νά ἀντικατασταθῇ. Τηρεῖ ἀναλλοίωτη καί τή ζωή καί τή διδασκαλία Της, ὅπως μᾶς τήν παρέδωσε ὁ Χριστός.
Αὐτό βεβαίως συμβαίνει ἐπειδή σέ ὅλη αὐτή τήν πνευματική δοσοληψία ἐπιστατεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Θεός μέ τήν Χάρη Του. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι Θεανθρώπινος Ὀργανισμός. Ἔχει κεφαλή τόν Χριστό καί μέλη τούς βαπτισμένους στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού πιστεύουν στόν Χριστό, ὡς Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτή. Ἐάν ὅλα ἐξαρτῶντο ἀπό τόν ἀνθρώπινο παράγοντα, τότε σίγουρα οἱ ἀμέλειες, οἱ ἀτέλειες, οἱ ἐμπάθειες καί οἱ ἀστοχίες μας θά εἶχαν προκαλέσει προσθαφαιρέσεις, ἀλλοιώσεις καί παραφθορές. Ὅμως τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν», ὅπως τονίζει μέ ἔμφαση ὁ Κύριος στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου (ιστ΄ 13) καί τήν καθιστᾶ «στῦλο καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (βλ. Α΄ Τιμ. γ 15).
Ὅταν χειροτονεῖται ἕνας νέος Ἱερέας, ὁ Ἐπίσκοπος, ὡς Ἀρχιερέας ἱστάμενος σέ τόπο καί τύπο τοῦ Χριστοῦ καί ἄρα ὡς φορέας τῆς Ἀρχιερωσύνης τοῦ Χριστοῦ, ἔχοντας τά χέρια του πάνω στό κεφάλι τοῦ χειροτονουμένου Ἱερέα ἐπικαλεῖται τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λέγοντας: «Ἡ θεία Χάρις, ἡ πάντοτε τά ἀσθενῆ θεραπεύουσα καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα προχειρίζεται εἰς Πρεσβύτερον», τὁ ὁποῖο σημαίνει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα θά τόν καταστήσει Ἱερέα καί θά συγκροτήσει τήν ἱερατική του διακονία, φροντίζοντας ὥστε νά τηρεῖται ἀλώβητη, αὐτή ἡ διαρκής παράδοση καί παραλαβή τῆς οὐράνιας παρακαταθήκης, ἡ ὁποία μέσα ἀπό τήν ἐγγυημένη ὁδό τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας πάει ἀπό γενιά σέ γενιά.
Μάλιστα αὐτή ἡ πνευματική οὐράνια παρακαταθήκη τῆς πίστης καί τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας συγκεφαλαιώνεται, στόν καθαγιασμένο Ἅγιο Ἄρτο, τόν Ἀμνό, τόν ὁποῖον παραδίδει ὁ Ἐπίσκοπος στά χέρια τοῦ νεοχειροτονηθέντος Ἱερέως μέ τήν ἐντολή νά φυλάξει τήν παρακαταθήκη μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε σέ Ἐκεῖνον πλέον θά τήν παραδώσει.
Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς αὐστηρῆς ἐντολῆς, ἐφιστᾶται ἡ προσοχή στόν Ἱερέα, ὥστε ὅπως αὐτονόητα πρέπει νά προσέχει νά μήν πέσει ὁ παραμικρός μαργαρίτης, τό παραμικρό ψίχουλο δηλαδή, ἀπό τόν καθαγιασμένο Ἅγιο Ἄρτο, ἄλλο τόσο προσεκτικός πρέπει νά εἶναι ὥστε νά μήν διαφθείρει οὔτε τήν παραμικρή ἀλήθεια ἀπό τήν θεϊκή τοῦ Σωτῆρος διδασκαλία, οὔτε νά ἀλλάξει κάτι ἀπό τήν ζωή καί τή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, στήν ὁποία ζεῖ καί διακονεῖ, ἀπό αὐτά, τά ὁποῖα παρέλαβε διά τῆς χειροτονίας του.
Σαφῶς ὅπως ἀκούγεται καί στήν ἐκφώνηση ἡ θεία χάρη φυλάσσει, προστατεύει, θεραπεύει καί συμπληρώνει τίς ἐλλείψεις, ἀλλά ὀφείλει κι ὁ ἄνθρωπος νά περιθάλπει αὐτήν τήν θεία ἐπιστασία μέ τήν δική του προσοχή καί φροντίδα, ὥστε νά ἐπιτύχει στό ἔργο τῆς διακονία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί νά σώσει καί τήν δική του ψυχή.
Μαζί μέ τόν Κληρικό, ὁ ὁποῖος τιμᾶται μέ τό ὑψηλό λειτούργημα τῆς ἱερωσύνης καί κάθε βαπτισμένος Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ὁ ὁποῖος τιμᾶται μέ τήν οὐράνια κλήση ἀπό τόν Χριστό στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλει μέ ὅλες του τίς δυνάμεις νά φρουρήσει τήν ἑνότητα καί τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης μέσα ἀπό τήν θεία Λατρεία, ὅπως ἀκριβῶς τά ζητᾶμε προσευχόμενοι λέγοντας: «Τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι...»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σύμφωνα καί μέ τά ὅσα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐμπιστεύεται στούς Πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου, ὅλοι μας, ἄλλος ἔτσι, ἄλλος ἀλλιῶς, γίναμε δέκτες τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Εἴμαστε φορεῖς τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς Της καί θά κληθοῦμε νά παραδώσουμε στίς ἑπόμενες γενιές αὐτό πού παραλάβαμε.
Ἄς καταβάλουμε προσπάθεια γιά τήν ἄγρυπνη φρούρηση τῆς πίστης καί τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Νά εἴμαστε ἔτοιμοι καί νά κακοπαθήσουμε ἀκόμη, ἐπιδεικνύοντας πάνω ἀπ’ ὅλα συνέπεια, πιστότητα καί αὐταπάρνηση, χωρίς νά παρασυρόμαστε ἀπό τίς προκλήσεις τοῦ κόσμου καί κυρίως χωρίς νά δειλιάζουμε στίς ἀπειλές του. Ὁ Χριστός μᾶς διευκρίνισε, ὅτι ζοῦμε στόν κόσμο, ἀλλά δέν εἴμαστε τοῦ κόσμου, δηλαδή δέν ἀνήκουμε στόν κόσμο. Ὁ κόσμος θά μᾶς ἀγαποῦσε ἄν εἴμασταν δικό του κομμάτι, ἀλλά ἐπειδή μᾶς διάλεξε ὀ Χριστός καί μᾶς ἔκανε δικούς του ὁ κόσμος μᾶς ἐχθρεύεται. (βλ. Ἰω. ιε΄). Ποτέ ὁ Ὀρθόδοξος Χριστανός δέν πρόκειται νά βρεῖ ἀνάπαυση στόν κόσμο. Ἀκόμη κι ἄν ὁ κόσμος φέρει φιλικό προσωπεῖο, γρήγορα θά ἀντιληφθεῖ πώς μᾶλλον ὑποκρίνεται παρά τόν ἀγαπᾶ!
Ἄς εὐχηθοῦμε, νά ἀξιωθοῦμε, στό μέτρο, πού μᾶς ἀναλογεῖ, νά παραδώσουμε τήν ἱερά Παρακαταθήκη στόν Ἴδιο τόν Χριστό, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του, ἄξιοι συνεχιστές τῆς ἱερᾶς μας Παραδόσεως καί γνήσιοι κρίκοι στήν πνευματική ἁλυσίδα τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀμήν