Ἀγαπητοί μου Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Ὅπου λάμπει τό φῶς, ἐκεῖ διαλύεται τό σκότάδι. Ὅπου θριαμβεύει ἡ ζωή, ἐκεῖ καταργεῖται ὁ θάνατος. Ὁ Χριστός, ὁ ζωοδότης, κατεβαίνει στόν Ἅδη καί διαλύεται τό σκοτάδι! Μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τό σκοτάδι τοῦ Ἅδη γεμίζει ἀπό Φῶς. Πῶς ὅμως ἔγινε ἡ Ἀνάσταση; Ποιός μπορεῖ νά περιγράψει τήν μεγαλειώδη στιγμή;
Γιά τήν Ὀρθοδοξία ἡ στιγμή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ παραμένει ἀνεικόνιστη. Τόσο τά Εὐαγγέλια, ὅσο καί ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας σιγοῦν γιά τή στιγμή αὐτή. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε θεοπρεπῶς μέ τρόπο ἀπρόσιτο γιά τά ἀνθρώπινα μάτια. Τόν ἀναστημένο Κύριο πολλοί Τόν εἶδαν, μίλησαν μαζί Του, κλήθηκαν νά Τόν ἐγγίσουν καί νά Τόν ψηλαφήσουν. Κανένας ὅμως δέν εἶδε πώς ἔγινε ἡ Ἀνάστασή Του. Γι’ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία δέ περιγράφει τήν Ἀνάσταση, ἀλλά ἱστορεῖ τήν νίκη τοῦ Κυρίου κατά τοῦ θανάτου μέ τήν κάθοδό Του στο Ἅδη.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας εἶναι τό μεγαλύτερο γεγονός στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Εἶναι ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ θανάτου. Τό θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο στηρίζεται ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι ἱστορικό γεγονός πού διαδραματίστηκε σέ συγκεκριμένο τόπο καί χρόνο, κι αὐτό ἰδιαίτερα τονίζεται ἀπό τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές. Ὁλόκληρη ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μία μαρτυρία πού προσφέρεται δυναμικά ἀπό τούς Ἀποστόλους καί τίς Μυροφόρες, πού ἦταν αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες καί φθάνει μέχρι τούς σημερινούς πιστούς.
Μέ πολλές ἀποδείξεις βεβαίωσε ὁ Κύριος τούς μαθητές καί Ἀποστόλους Του, γιά τήν Ἀνάστασή Του. Φανερώθηκε πολλές φορές σέ διάστημα σαράντα ἡμερῶν καί μίλησε καί ἔφαγε μαζί τους. Ἔτσι οἱ Ἁγιοι Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου μας, ὅταν ξεκίνησαν νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο σέ ὅλο τόν κόσμο, εἶχαν ἀπόλυτη βεβαιότητα γι’ αὐτό πού ἐκήρυτταν. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος δέν διστάζει νά κηρύξει τήν Ἀνάσταση μπροστά σέ χιλιάδες Ἑβραίους, πού ἀνάμεσά τους ἦταν καί οἱ σταυρωτές τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως εἶναι γνωστό, δέν εἶχε δεῖ μέ τά μάτια του τόν Χριστό. Και ὅμως ἦταν τόση ἡ βεβαιότητα του γιά τήν Ἀνάστασή Του, πού μιλούσε γι’ αὐτήν σά νά τά εἶχε ὁ ἴδιος ζήσει. Μιλοῦσε χρησιμοποιώντας ὄχι τά σχήματα τῆς ἀνθρώπινης σοφίας, ἀλλά χρησιμοποιώντας πνευματικές ἐμπειρίες. Μιλοῦσε δηλαδή μέ τή σοφία τοῦ Θεοῦ. Γιά τόν Ἀπόστολό μας δέν ἦταν λιγότερο ἀληθινή ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή δέν εἶχε ζήσει ὁ ἴδιος τά γεγονότα. Εἶχε ὅμως δοκιμάσει τήν δύναμη τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Δαμασκοῦ. Μιλοῦσε «ἐν ἀποδείξει πνεύματος και δυνάμεως» με τη σοφία τοῦ Θεοῦ «ἐν μυστηρίῳ» (Α΄ Κορινθ. Β΄4-8). Εἶχε ἀναγεννηθεῖ θαυματουργικά ἀπό τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως . Εἶχε γίνει νέος ἄνθρωπος γεμάτος ἀπό τή χάρη Του.
Ἀλλά καί γιά μᾶς πού πιστεύουμε στήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας καί ζοῦμε εἶκοσι αἰῶνες μετά τόν ἀπόστολο Παῦλο, ἡ Ἀνάσταση εἶναι ζωντανή. Εἶναι καθημερινή παρουσία στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καί στήν προσωπική μας ζωή. Τήν βλέπουμε, τήν ζοῦμε μέσα σέ κάθε Λειτουργία. Δεν ἔχει σημασία τό ὅτι δέν ζήσαμε τό 33 μ.Χ. Σημασία ἔχει τό ὅτι ζοῦμε «ἐν Χριστῷ» καί ὅτι ὁ Ἀναστημένος Χριστός, κάνει ψηλαφητή τήν παρουσία Του μέσα μας. Ἔτσι μποροῦμε καί μεῖς νά δίνουμε μαρτυρία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ παντοῦ καί πάντοτε.
Ἀγαπητά μου παιδιά,
Ἀνάσταση μποροῦμε νά ζοῦμε κάθε μέρα.
Κάθε φορά πού ἀφήνω τόν ἀδύναμο ἑαυτό μου στά παντοδύναμα χέρια Του νά τόν ἀνορθώσει καί νά τόν βγάλει ἀπό τό χῶμα καί τήν λάσπη πού συχνά κατρακυλά, τότε κι ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση.
Κάθε φορά πού ἐκλιπαρῶ γιά ἔλεος καί συμπόνια καί μετανιωμένος ἔρχομαι κοντά Του, τότε κι ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση.
Κάθε φορά πού σηκώνω τόν σταυρό μου ἀγόγγυστα, μέ ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη Του καί μέ τήν ἐλπίδα ὅτι καί γιά μένα αὐτός ὁ σταυρός εἶναι σύμβολο δόξας καί τιμῆς, τότε καί ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση.
Κάθε φορά πού δέν ἀφήνω τά μαύρα σύννεφα τῆς μελαγχολίας νά καλύπτουν τόν οὐρανό τῆς ψυχῆς μου, ἀλλά ἀκούω τό «Χαίρετε» πού εἶπε στίς Μυροφόρες καί αὐτή ἡ χαρά, ἡ δική Του χαρά, πλημμυρίζει τό εἶναι μου, τότε κι ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση
Κάθε φορά πού αφήνω τά ὄνειρά μου στήν ἄκρη κι ἀφήνομαι μέ ἐμπιστοσύνη στά Πανάγια χέρια Του, νά κατευθύνει Ἐκεῖνος τή ζωή μου, τότε κι ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση.
Κάθε φορά πού παίρνω τό βλέμμα μου ἀπό τά μάτια αὐτῆς τῆς γῆς καί τά «καρφώνω» ἐκεῖ ψηλά, πού εἶναι Ἐκεῖνος, καί θυμᾶμαι τόν αἰώνιο προορισμό μου, τότε κι ἐγώ ζῶ τήν Ἀνάσταση.
Ἔτσι μποροῦμε νά καταλάβουμε γιατί «Ἀνάσταση μποροῦμε νά ζοῦμε κάθε μέρα...». Ἡ Ἀνάσταση εἶναι τρόπος ζωῆς. Εἶναι ὑπόθεση κάθε στιγμῆς. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀληθινῆς ζωῆς «Χριστός ἐστί ἡ ζωή ἡμῶν (Κολ. Γ΄3).
Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!
Ὁ Ἐπίσκοπός Σας
† Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Εκτύπωση
Email
Ἀγαπητοί Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Καθώς ὁλοκληρώνεται σιγά-σιγά τό ταξίδι στό πέλαγος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου ἐπικοινωνοῦμε μαζί σας ἐπιθυμώντας νά ἐπιστήσουμε τήν προσοχή σας σέ ἕνα ἀκόμη σκόπελο, πού ἐμφανίσθηκε λίγο πρίν τήν εἴσοδό μας στό λιμάνι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος.
Τίς ἡμέρες αὐτές, σάν νά μήν ἔφταναν τά τόσα προβλήματα, πού ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε στά ἀκριτικά μας Νησιά, ἐμφανίστηκαν γιά μία ἀκόμη φορά οἱ αὐτοαποκαλούμενοι «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», προσκαλώντας σέ μιά ἐκδήλωση γιά τήν ἐπέτειο τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ.
Παρερμηνεύοντας τό χωρίο: «Τοῦτο ποεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν» ἀπό τό κεφ. 22 τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ, ἀναφέρουν, ὅτι ὁ Χριστός ζήτησε ἀπό τούς Μαθητές Του νά θυμοῦνται τήν ἐπέτειο τοῦ θανάτου του. Βεβαίως δέν χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα Χριστός, ἀλλά μόνο τό Ἰησοῦς, τό ὁποῖο ἀφορᾶ στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου διότι δέν πιστεύουν, πώς ὁ Χριστός εἶναι Θεός. Ἐπίσης ὀνομάζουν τούς Ἁγίους Μαθητές καί Ἀποστόλους ὡς ἀκολούθους, σάν νά ἐπρόκειτο γιά τή συνοδία κάποιου ἁπλοῦ προσώπου. Καί οἱ δύο αὐτές ἐπισημάνσεις φανερώνουν ὅτι οἱ αὐτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἄν καί θέτουν τήν λέξη –Χριστιανοί- στήν ὀνομασία τους, γιά νά παραπλανοῦν τούς ἀνθρώπους, δέν εἶναι Χριστιανοί, ἀφοῦ ἀρνοῦνται τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό ποτέ δέν ὀνομάζουν τόν Χριστό, Κύριο, οὔτε Τόν πιστεύον ὡς Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτῆ, κάτι πού πανηγυρικῶς φανερώνεται τόσο στήν Παλαιά, ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη, ὅπως θά ἀναλύσουμε σύν Θεῷ στήν ὁμιλία τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων (9η Ἀπριλίου 2023).
Κατά τήν συνήθη τακτική τους, ἀπομονώνουν μιά φράση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ὥστε ἀποκομμένη ἀπό τά συμφραζόμενα νά τῆς δώσουν τήν ἑρμηνεία πού ἐπιθυμοῦν. Μιά ἁπλή ἀνάγνωση τοῦ συγκεκριμένου χωρίου στούς στίχους 19-20, ἀπό τό 22ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ, φανερώνει τήν δόλια μεθόδευσή τους: «καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον.»
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς θέτει τήν ἐντολή τῆς ἀνάμνησης μεταξύ τῆς μεταδόσεως τοῦ Ἄρτου καί τοῦ Οἴνου, ὥστε ἡ ἐντολή νά μήν ἀφορᾶ σέ μιά ἁπλή ἀνάμνηση τοῦ θανάτου τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως διατείνονται, ἀλλά στήν ἀνάμνηση τοῦ Ἴδιου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί μάλιστα, ὅπως αὐτή παραγματώνεται μέσα ἀπό τήν μετοχή στό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, δηλαδή στήν θεία Μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Τήν ἴδια ἀκριβῶς περιγραφή παραθέτει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Α΄πρός Κορινθίους ἐπιστολή κεφ. 11, στίχ. 23-26, ὅπου γράφει χαρακτηριστικά:«...ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε·λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ.». Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δηλαδή ἐπισημαίνει μέ ἔμφαση τά λόγια τοῦ Χριστοῦ καί διασαφηνίζει, ὅτι ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Χριστοῦ δέν ὁμολογεῖται μέ μία ἐκδήλωση μιά φορά τόν χρόνο, ἀλλά κάθε φορά, ὅπου τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία μέσα ἀπό τήν θεία μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων καί τοῦτο σέ διαρκῆ ἀνάμνησή Του ἕως τήν Δευτέρα Παρουσία Του.
Ἄρα λοιπόν ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ δέν ἀφορᾶ στόν θάνατό Του, ἀλλά στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὁπότε ἡ ἀνάμνηση τοῦ Χριστοῦ δέν πραγματώνεται στήν μνήμη μας, ἀλλά στήν μετάληψη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου τῆς θείας Εὐχαριστίας, τά ὁποῖα σαφῶς καί πραγματικῶς, μετά τήν μεταβολή ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Πρός ἐπίρρωσιν τούτων ἄς ἀναφερθεῖ, πώς ὁ Μέγας Βασίλειος στή θεία Λειτουργία, πού συνέγραψε, συμπεριέλαβε κατά λέξιν αὐτά τά δύο χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, γι’ αὐτό καί ἐξαιρέτως τελοῦμε τήν θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου τήν Μεγάλη Πέμπτη, ἡμέρα κατά τήν ὁποία θυμόμαστε τόν Μυστικό Δεῖπνο καί τήν παράδοση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ἄς σημειωθεῖ δέ, ὅτι οὔτε ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, οὔτε ὁ Παῦλος ἦταν παρόντες στήν πρώτη Θεία Λειτουργία τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, ἀλλά μέ χαρακτηριστική ὁμοιότητα περιγράφουν τήν παράδοση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ὄχι μόνον ἐξ ὅσων ἄκουσαν ἀπό τούς 11 Μαθητές, ἀλλά καί ἐμπνεόμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνέργεια πού ὀνομάζουμε θεοπνευστία καί τήν ὁποία, δυστυχῶς γι’ αὐτούς, τήν ἀπορρίπτουν οἱ αὐτοαποκαλούμενοι «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ».
Ἀλλά τό ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ἡ ἑρμηνεία πού δίδουν, νά ἀφορᾶ στήν ἀνάμνηση τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, ἐξάγεται καί ἀπό ἕνα ἀκόμη λόγο. Στή διάρκεια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου οἱ Μαθητές δέν μποροῦσαν νά ἀντιληφθοῦν τήν συνέχεια τῆς πορείας τοῦ Χριστοῦ, ὅτι θά πέθαινε ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη φύση Του πάνω στόν Σταυρό, ἀλλά ὡς Θεός θά ἀνίστατο ἀπό τούς νεκρούς καί αὐτό μποροῦμε νά τό καταλάβουμε πολύ εὔκολα ἀπό τούς διαλόγους τοῦ Χριστοῦ μέ τούς Μαθητές καί πρό τοῦ Σταυρικοῦ πάθους καί μετά τήν τριήμερη καί Ζωοποιό Ἀνάστασή Του.
Τέλος ἡ ἀνάμνηση τῆς ἐπετείου τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, χωρίς τήν Ἀνάστασή Του δέν σημαίνει τίποτε γιά ἐμᾶς. Αὐτό τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρός τούς Κορινθίους: «Εἰ Χριστός οὐκ ἐγήγερται κενόν ἄρα τό κήρυγμα ἡμῶν, κενή δέ ἡ πίστις ἡμῶν». (Α΄Κορ. ιε΄14).
Ὁ μέγας κατηχητής τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, διδάσκει στήν ΙΓ΄Κατήχηση τῶν Φωτιζομένων: «Ὁμολογῶ τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή γνωρίζω τήν Ἀνάστασή Του». Ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Χριστοῦ λαμβάνει ἀξία καί γίνεται οὐσιαστικός γιά τή σωτηρία μας, ἐπειδή φωτίζεται ἀπό τήν Ἀνάστασή Του. Χωρίς τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἄδειο τό κήρυγμα καί ἡ πίστη μας κενή. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ βάση, εἶναι τό πᾶν. Ὅλα τά ὑπόλοιπα ἀκόμη καί αὐτός ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Χριστοῦ θά ἦταν ἁπλῶς ἱστορικά γεγονότα, ἀν δέν ὑπῆρχε ἡ Ἀνάσταση. Ἐκεῖνοι δέν λένε ὅμως τίποτε γιά τήν μετά τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ Ἀνάστασή Του, γιατί δέν πιστεύουν, ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ὄχι μόνο ἀνέστησε τήν κόρη τοῦ Ἰαείρου, τόν γιό τῆς χήρας τῆς Ναΐν καί τόν τετραήμερο Λάζαρο, ἀλλά καί ὁ Ἴδιος ἀνέστη εκ νεκρῶν ὡς Θεάνθρωπος.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σήμερα σέ συνέχεια τοῦ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία» τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, χαιρετίσαμε τήν Ἀειπάρθενη Μητέρα μας ψάλλοντας: «Χαῖρε τροφῆς τοῦ μάννα διάδοχε, χαῖρε τρυφῆς ἁγίας διάκονε». Ὅπως τό μάννα ἐξ οὐρανοῦ ἔτρεφε τόν περιπλανώμενο στήν ἔρημο λαό τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας, μᾶς προσφέρει τό τεθεωμένο, μετά τήν Ἀνάστασή Του δηλαδή, ἄχραντο Σῶμα Του καί Τίμιο Αἷμα Του, γιά νά ἔχουμε ζωή καί σωτηρία κατά τήν πορεία μας στήν ἔρημο αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Τό μάννα ἐξ Οὐρανοῦ ὑπῆρξε ἁπλή προτύπωση τοῦ ἄρτου, ὁ Ὁποῖος κατέβηκε ἀπό τόν Οὐρανό. Αὐτός ὁ Ἄρτος εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Kύριος Ἰησοῦς Χριστός, σύμφωνα μέ τά ὅσα μᾶς διδάσκει στό 6ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰωάννου καί μεταλαμβάνεται ἀπό τούς πιστούς «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν τήν αἰώνιον.» Εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος «σάρξ ἐγένετο» «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆ Παρθένου» «καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»(βλ. Ἰω. α΄14)
Ἡ ἁγία τρυφή τήν ὁποία διακονεῖ ἡ Παναγία μας λοιπόν εἶναι ἡ θεία Λειτουργία. Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, πιστή στήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, ἐπιτελεῖ τήν θεία Λειτουργία συνεχῶς κατά τό πρότυπο καί σέ συνέχεια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, γιά νά ἔχει τήν θεία ἀνάμνησή Του, ἐδῶ καί εἴκοσι αἰῶνες, ἐνῶ οἱ Χιλιαστές Μάρτυρες τοῦ Ἱεχωβᾶ ἐμφανίζονται μόλις στά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα καί ἆρα δέν μποροῦν νά ἔχουν αὐθεντική ἄποψη!
Ὅσοι ἀρνοῦνται τήν ἕνωση μέ τόν Χριστό διά τῆς θείας Κοινωνίας, ἔστω κι ἄν εἶναι τίμιοι, ἐργατικοί καί φιλάνθρωποι, ὁ Κύριος δέν παρέχει λύτρωση. Ὁ λόγος Του εἶναι σαφής καί κατηγορηματικός, πώς δέν πρόκειται νά ζήσουμε, ἐάν δέν φᾶμε τήν σάρκα Του καί ἐάν δέν πιοῦμε τό αἷμα Του (Βλ. Ἰω. στ΄ 53). Καί γιά νά μήν νομίσει κάποιος, ὅτι εἶναι συμβολικό τό νόημα τῶν λόγων αὐτῶν ἀποσαφηνίζει παρακάτω, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός λέγοντας: «Εἶναι πράγματι τροφή ἡ σάρκα μου καί ποτό τό αἷμα μου. Αὐτός πού τρώει τήν σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα μου μέσα σέ ἐμένα μένει και ἐγώ σ’αυτόν.» (Βλ. Ἰωάν. στ΄ 55-56).
Μέ αὐτές τίς σκέψεις σᾶς παρακαλῶ ἐκ μέσης καρδίας νά μήν παρασύρεσθε ἀπό τίς φωνές καί τίς ἐκδηλώσεις τῶν αἱρετικῶν, ὅσο καλοί καί εὐγενεῖς κι ἄν εἶναι, γιατί θέτετε ἐν ἀμφιβόλῳ τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς σας, γιά τήν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀπέθανε ἐπί Σταυροῦ καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν.
Καί μαζί παρακαλῶ νά ἔρχεσθε στίς θεῖες Λειτουργίες μας, στίς κατά τόπους Συνάξεις μελέτης Ἁγίας Γραφῆς καί στά Κηρύγματα γιά νά ζεῖτε τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ καί νά διδάσκεσθε τόν λόγο Του μέσα ἀπό τήν αὐθεντική ἑρμηνεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ἐπαληθεύοντας τό δρόμο τῆς ζωῆς σας, ταυτιζόμενοι μέ τόν Θεάνθρωπο Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος μᾶς εἶπε: «ἐγώ εἰμί ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή».
Μετά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης και εὐχῶν
† Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Εκτύπωση
Email