Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου ἐνθουσιάζει πάντοτε τούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, διότι χαίρονται διπλά.
Ἀπό τή μιά μεριά γιά τήν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους ἀπό τόν σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, καθώς ἡ Παναγία μας δέχθηκε ταπεινά νά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἔρχεται ὁ Θεάνθρωπος Χριστός για νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν διάβολο, ἔργο πού συνεχίζει ἡ Ἐκκλησία Του στούς αἰῶνες! Γι’ αὐτό: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον»!
Ἀπό τήν ἄλλη, ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ σ’ ἐκεῖνα τὰ 400 χρόνια τῆς μαύρης σκλαβιᾶς ἐνσάρκωνε διαρκῶς τήν ἄσβεστη ἐλπίδα τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ Ἔθνους. Προς τοῦτο οἱ μακαριστοί Πρόγονοί μας, ἄνδρες, γυναῖκες και παιδιά, μὲ ρωμαλέα πίστη στόν Χριστό καί βαθεία ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα, ὅρισαν πρίν 203 χρόνια τόν μεγάλο ξεσηκωμό στις 25 Μαρτίου 1821, ἐντάσσοντας ἔτσι τήν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἔθνους μας στό πνευματικό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου.
Ἡ Ἐκκλησία ἐμψύχωνε καί τροφοδοτοῦσε παντοιοτρόπως τόν ἀπελευθερωτικό Ἀγῶνα. Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, ξεκίνησαν ἔχοντας δυνατή την πίστη, ὅτι ἀφοῦ ὁ Θεός ἔγινε και ἄνθρωπος για να μᾶς ἀπελευθερώσει ἀπό την σκλαβιά τοῦ διαβόλου και ἀφοῦ ἡ ἐλευθερία εἶναι το δῶρο τοῦ Θεοῦ στον ἄνθρωπο, τότε ὁ Θεός θα εὐλογήσει τον ἀγῶνα τους και με τη θεία Χάρη Του θά τούς ἐνισχύσει για να ἀπελευθερωθοῦν ἀπό τον τουρκικό ζυγό τῆς δουλείας. Και αὐτή ἡ γενναία πίστη τούς δικαίωσε καί ὄντως ὅπως ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διακήρυξε: «ὁ Θεός ὑπέγραψε για την ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος και δεν θα πάρει πίσω την ὑπογραφή Του».
Ὅλα αὐτά ἀποδεικνύονται ἀβίαστα ἀπό τίς ἱστορικές πηγές τόσο τῆς Ἐθνικῆς, ὅσο και τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας Ἱστορίας. Ἀρκεῖ και μόνον να ἐξεταστεῖ ἡ ἱεραποστολική δραστηριότητα τῶν Ἁγίων ἐνδόξων Κολλυβάδων Πατέρων τῆς Φιλοκαλικῆς Ἀναγέννησης τοῦ 18ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι διῆλθαν κι ἀπό τά ἀκριτικά μας Νησιά, ἐργαζόμενοι με ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον για να ἀφυπνίσουν το ὑπόδουλο Γένος μας κι ἔτσι ἀναγεννημένοι πνευματικά μέσα ἀπό την ἐν Χριστῷ ζωή να κατορθώσουν τήν ἐθνική μας παλλιγενεσία.
Αὐτά βεβαίως εἶναι ἐν πολλοῖς γνωστά κι αὐταπόδεικτα, ἄν και τελευταῖα ἀμφισβητοῦνται ἔντονα, στα πλαίσια τῆς πολεμικῆς κατά τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Παρά την ὅποια πολεμική ὅμως, ἡ ὁποία καταδεικνύει ἀκόμη πιο ζωηρή τήν ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία της προετοίμασε μυστικά καί ἐκ Θεοῦ τήν πορεία τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας και γι’ αὐτό και στήριξε ὑλικῶς και πνευματικῶς τήν ἐξέγερση.
Το μεγαλύτερο τεκμήριο δε, τοῦ ἡγετικοῦ ρόλου πού διεδραμάτισε ἡ Ἐκκλησία στον Ἀγῶνα τοῦ 1821 ἀποτελεῖ ἡ κλειστή πύλη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, πού σφραγίσθηκε στίς 10 Ἀπριλίου 1821, τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄. Ὁ μεγάλος αὐτός Ἐθνο-ἱερομάρτυρας, θεωρήθηκε ἀπό τούς Τούρκους ὁ κύριος ἠθικός αὐτουργός τοῦ ξεσηκωμοῦ τῶν Ἑλλήνων μαζί μέ τήν στρατιά τῶν περίπου 10.000 καταγεγραμμένων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, πού θυσιάσθηκαν γιά τήν πατρίδα μας.
Και στα ἀκριτικά μας Νησιά ὅμως κι ἰδιαίτερα στη Σάμο ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία πρωτοστάτησε στα γεγονότα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὁ τότε Μητροπολίτης Κύριλλος δίπλα στον Λυκοῦργο Λογοθέτη κήρυξε στο Καρλόβασι την Ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης στις 8 Μαΐου 1821. Ἀλλά και ἡ νικηφόρος ναυμαχία τῆς Μυκάλης, ὅταν «Χριστός Σάμον ἔσωσεν τῇ 6ῃ Αὐγούστου 1824» εἶχε ἐκκλησιαστική ἀφετηρία και ἀναφορά, ὅπως ἀποδεικνύει ἡ ἀνέγερση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στο Πυθαγόρειο, σέ ἔνδειξη εὐχαριστίας και εὐγνωσμοσύνης πρός τον Χριστό, ἀλλά και ἡ κυκλοτερής σφραγίδα τῆς Ἐθνοσυνελεύσεως τῶν Σαμίων, ἡ ὁποία ἔχει στο κέντρο τον Μεταμορφωθέντα Χριστό και περιμετρικῶς την ἐπιγραφή «Χριστός Σάμον ἔσωσεν 6η Αὐγούστου 1824».
Ἐπειδή λοιπόν ἐφέτος ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία θα διοργανώσει ἐπετειακούς ἑορτασμούς καθ’ ὅλη την διάρκεια τοῦ ἔτους με ἀνάλογες λατρευτικές και πολιτιστικές ἐκδηλώσεις, για να ζωογονήσει την ἱστορική μας μνήμη και μαζί με αὐτήν να ἀναδείξει την ἰδανική για τη σωτηρία τῆς Πατρίδος και τοῦ Ἔθνους, θυσιαστική συμπόρευση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό σήμερα και μέχρι πέρατος τῶν ἑορτασμῶν, θα ψάλωνται στις θεῖες Λειτουργίες δύο ἱστορικά τροπάρια τά ὁποῖα και ἐπισυνάπτουμε: ἕνα Απολυτίκιο, ποίημα τοῦ Καθηγητοῦ κ. Γεωργίου Ἀγγελινάρα κι ἕνα Κοντάκιο ποίημα τῆς κατά τούς χρόνους τῆς Ἐπαναστάσεως Ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Σάμου.
Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ 25η Μαρτίου εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἡμέρα τῆς Νεοελληνικῆς μας Ἱστορίας. Μέσα της κλείνει μια ἱστορική περίοδο, στήν ὁποία κυριαρχεῖ ἕνα μοναδικό πνεῦμα: το πνεῦμα τῆς πίστεως στον Χριστό και τῆς ἀγάπης προς την Πατρίδα. Αὐτήν την Ἑλληνορθόδοξη πίστη και την ἀγάπη ἔχουμε χρέος να τίς κρατήσουμε ψηλά, ὄχι ὡς θεωρίες, ἀλλά ὡς ζωντανές πραγματικότητες.
Ἔχουμε χρέος ἱερό να τιμήσουμε την διπλῆ αὐτή Ἐθνική καί Θρησκευτική ἐπέτειο με χριστιανική εὐλάβεια και πατριωτική ἔξαρση, δοξολογώντας με εὐγνωμοσύνη τον Σωτῆρα Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς χάρισε το μεγάλο ἀγαθό τῆς ἐλευθερίας και παραλλήλως τιμώντας και τούς ἀειμνήστους ἡρωϊκούς Πατέρες μας για τίς θυσίες τους για χάρη μας.
Χρόνια πολλά κι εὐλογημένα.
Μέ πολλές εὐχές καί ἀγάπη Χριστο
Ὁ Ἐπίσκοπός σας
† Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Εκτύπωση
Email
Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ ἐφετινή Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, πέρα ἀπό τόν ἑορτασμό τοῦ θριάμβου τῆς ἀναστυλώσεως τῶν ἱερῶν Εἰκόνων ἀποτελεῖ γιά τόν εὐσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό μία πρώτης τάξεως εὐκαιρία γιά ἔλεγχο καί αὐτοκριτική.
Σήμερα περισσότερο ἴσως ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη φορά, ἔχουμε ἀνάγκη νά μετρήσουμε τήν πίστη μας καί τήν ζωή μας μέ τό μέτρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μέ σκοπό νά ἐπαληθεύσουμε τόν δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Και τοῦτο ὄχι γιά νά καυχηθοῦμε πώς εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, ἀλλά γιά νά βεβαιωθοῦμε ὅτι πορευόμαστε ὀρθά, ὀρθόδοξα, ὥστε νά ὁδηγούμαστε στήν λόγῳ καί ἔργῳ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ.
Δέν ἀρκεῖ τό ὅτι βαπτισθήκαμε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἐάν δέν γνωρίζουμε τήν πίστη καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει τυπικά ὡς μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ κι ἁπλῶς ἐκκλησιάζεται σέ μεγάλες γιορτές ἤ πανηγύρεις, ἀλλά ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πειθαρχεῖ στη διδασκαλία καί τούς ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπί τῇ βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἐστρατευμένο στήν εἰρηνική στρατεία τοῦ Χριστοῦ, λόγος γιά τόν ὁποῖον ἡ Ἐκκλησία μας πάνω στή γῆ ὀνομάζεται στρατευομένη καί γι’ αὐτό φροντίζει νά ὑπάρχει ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. Διότι ὁ Χριστός μᾶς στρατολόγησε καί ὀφείλουμε νά εὐαρεστοῦμε τόν Χριστό μέ τή ζωή μας, ὅπως ἐπισημαίνει κι Ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο (βλ. Β΄Τιμ. β΄4)
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μονάκριβη ἀλήθεια καί πίστη γιά τόν Ἕνα και Μόνο Ἀληθινό Τριαδικό Θεό, τόν Πανάγαθο καί Πάνσοφο Δημιουργό καί Κυβερνήτη τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη κρυστάλλινη ἀλήθεια καί πίστη γιά τόν Θεό καί τόν κόσμο, γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν ὑπέροχο προορισμό του, ὅπως μᾶς τόν ἀπεκάλυψε ὁ Ἐνανθρωπήσας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως δέν σώζει τόν ἄνθρωπο, ἄν δέν τόν ὁδηγεῖ στήν Ὀρθοπραξία. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ κάποιος νά εἶναι Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἄν ὁ τρόπος τῆς ζωῆς καί οἱ ἐπιλογές του δέν ἐπαληθεύουν τήν πίστη του, ἀλλά φανερώνουν ἄλλη ἰδιότητα.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅταν στέργει καί ἀποδέχεται τήν Ὀρθόδοξη ζωή καί τήν διδασκαλία καί τό ἀποδεικνύει αὐτό μέ τή ζωή του χωρίς νά διαφοροποιεῖται ἀπό αὐτήν εἴτε μέ τόν λόγο του, εἴτε μέ τό ἔργο του.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅταν τιμᾶ τό βάπτισμά του καί ἐνεργεῖ σύμφωνα μέ τά πνευματικά ἐντάλματα τῆς Ἐκκλησίας του μέ ὁποιοδήποτε τίμημα, ὑπομένοντας τήν περιθωριοποίηση, τον χλευασμό, τον διωγμό, ἀκόμη και τον θάνατο. Κι ἄν βέβαια χάσει τον πνευματικό του βηματισμό πάντα μπορεῖ να διορθώνει το λάθος και να λαμβάνει την χάρη και την ἄφεση μέσα ἀπό την μετάνοια, την πρώτη ἐντολή τοῦ Χριστοῦ προς τούς Ἁγίους Ἀποστόλους μετά την Ἀνάστασή Του.
Αὐτόν τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό τιμᾶμε σήμερα καθώς διαβάζουμε το Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας και ψάλλουμε το «αἰωνία ἡ μνήμη». Τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό, ὁ ὁποῖος στο διάβα τῶν αἰώνων, ἀκόμη και στα δύσκολα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς δεν ὑπέστειλε οὔτε προς στιγμήν την σημαία τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης και ἔτσι διέσωσε και τήν ἐθνική μας ὑπόσταση ὡς Ἑλλήνων καί Ὀρθοδόξων, ὅπως και αὔριο σύν Θεῷ θα διατρανώσουμε με την δοξολογία για την Ἐπανάσταση τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας τοῦ 1821.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος βεβαίως εἶναι ἐλεύθερος να ἐπιλέξει ὅ,τι θέλει στη ζωή του και να ἐφαρμόσει ὅποιον τρόπο ζωῆς ἐπιθυμεῖ, ἀκόμη και να ἀρνηθεῖ τον Χριστό. Αὐτό ὅμως δεν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει να τον ἀποδεχθεῖ και να τον συμπεριλάβει στα μέλη της, ἀφ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ὁ ἴδιος ἀπεκόπη ἀπό αὐτήν, ἐξαιτίας τῶν ἐπιλογῶν του.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός, ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι ἔχουν την ἀπαίτηση ἀπό τήν Ἐκκλησία να ἐπιβραβεύει τίς ὅποιες ἐπιλογές τους, ἐνῶ αὐτές ἔρχονται σέ εὐθεία ἀντίθεση με το Ἱερό Εὐαγγέλιο και την δισχιλιετῆ Ἱερά της Παράδοση, ὅταν ἀκόμη και σέ ἕνα ἁπλό σύλλογο τά μέλη ἐπιβάλλεται να συμμορφώνονται με το καταστατικό του, εἰδάλλως ἀποβάλλονται ἀπό αὐτόν.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία καλεῖται να σιωπήσῃ, ὅταν διακυβεύεται ἡ ἀνθρώπινη φυσιολογία και μαζί της ἡ ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ὁ ἀλληλοσεβασμός και καταστρατηγεῖται ἡ κατ’ εἰκόνα και καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός ὅτι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει κατ’ ἐπανάληψιν ἀποδείξει την μητρική της στοργή, ἐντούτοις κατηγορεῖται ὅτι δεν ἔχει ἀγάπη για τον ἄνθρωπο, ἐπειδή δεν συσχηματίζεται με τίς κατά καιρούς κοσμικές ἐπιθυμίες και τίς διάφορες νεοφανεῖς και νεοεποχίτικες ἰδιορρυθμίες.
Ἄς μάθουν λοιπόν ὅσοι ἀδαεῖς και ἠμιμαθεῖς, ὅτι, ὅπως ἐπσήμανε ἡ Ἱερά Σύνοδος στην πρόσφατη ἐγκύκλιό της, ἡ Ἐκκλησία «ἀληθεύει ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφεσ. δ΄ 15) και «ἀγαπᾷ ἐν ἀληθείᾳ» (Β΄ Ἰω. α΄1). Ἡ ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας δεν ἀποδεικνύεται ὅταν σιωπᾶ ἤ ὅταν θωπεύει ἐμπαθεῖς συνειδήσεις κι ἐγωϊσμούς, ἀλλά ὅταν με τον λόγο και τη χάρη Της ἐπιχειρεῖ να θεραπεύσει και να ἐξυγιάνει, ἀκόμη κι ἄν, ὅπως ὁ ἰατρός, προξενήσει κάποιο πόνο ἤ ὅπως το καλό φάρμακο, προκαλέσει πικρία. Αὐτή εἶναι ἡ θεραπευτική μέθοδος τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τῆς ἁμαρτίας και ὅποιος ἀφήσει κατά μέρος τούς ἐγωϊσμούς και τίς ἐμμονές και την ἀναζητήσει, γεύεται τῆς γλυκύτητας και τῆς πνευματικῆς θαλπωρῆς.
Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας διώκεται πλέον ἐμφανῶς. Τά ἱερά και τά ὅσιά μας καθυβρίζονται ἀναίσχυντα. Ὁ Τίμιος Σταυρός, το ὅπλο μας κατά τοῦ διαβόλου, το στήριγμα τῶν πιστῶν κι ὁ φύλακας τῆς Οἰκουμένης, ὁ ὁποῖος σήμερα προπορεύεται τῆς λιτανείας μας, χλευάζεται στην ἀφίσσα ἑνός Φεστιβάλ, ὅπου και διαπομπεύεται ἡ πίστη μας ὁλόκληρη, ἀφοῦ ἀντί τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ἀπεικονίζεται ἐσταυρωμένη μια γυμνή ἔγκυος γυναίκα ἡ ὁποία κατ’ αὐτούς εἶναι ἡ Παναγία μας!
Τί μεγάλη ντροπή! Τόσο γιά τήν βλάσφημη ἀπεικόνιση, ὅσο καί γιά τό ὅ,τι ὅλες οἱ ὑγιεῖς διαμαρτυρίες σκόνταψαν τάχα στήν ἐλευθερία ἔκφρασης καί λόγου καί στήν ἀδυναμία λογοκρισίας τῆς τέχνης, ἐνῶ ὁ νόμος γιά τήν ἐξύβριση τῶν θείων καί τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων παραμένει γιά μία ἀκόμη φορά ἀνεφάρμοστος, ἕνεκα τῆς ἀνεκτικότητας τοῦ Χριστιανισμοῦ. Φεῦ!
Ὅλα αὐτά μᾶλλον συστήνουν μιά σκληρή πολεμική πρός ὅ,τι χριστιανικό κι Ὀρθόδοξο, γι’ αὐτό καί ἡ ἐποχή μας ἀναδεικνύεται σέ ἐποχή ὁμολογίας τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας.
Γιά τόν λόγο αὐτό ἄς ἐντείνουμε τόν πνευματικό μας ἀγῶνα κι ἄς κοιτάξουμε νά μένουμε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό μέσα ἀπό τήν Μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, φροντίζοντας νά ἀξιοποιοῦμε κάθε εὐκαιρία γιά νά προετοιμαζόμαστε καί νά κοινωνοῦμε συχνά τῶν ἀχράντων Μυστηρίων.
Κόντρα στην ἀδιακρισία και τήν σκληρότητα τοῦ κόσμου, ἄς κηρύττουμε με το λόγο και την πράξη μας, ὅτι το Εὐαγγέλιο και οἱ ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι για να μᾶς ὁδηγοῦν στη σωτηρία και ὄχι για να ἀλλάζουν κατά το δοκοῦν τῆς ἑκάστοτε κοσμικῆς διανόησης ἤ ἐπιθυμίας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί κληθήκαμε να καλλιεργοῦμε τον βασιλικό ἀμπελῶνα τοῦ Χριστοῦ κι ἀκόμη κι ἄν διωχθοῦμε, ποτέ δεν θα ἀθετήσουμε την κλήση μας, οὔτε θα προδώσουμε τον Κύριο και Θεό και Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστό. «Πάντα ἰσχύωμεν ἐν τῷ ἐνδυναμουντι ἡμᾶς Χριστῷ».
Μετ’ εὐχῶν διαπύρων και πατρικῆς ἀγάπης Χριστοῦ
Ὁ Ἐπίσκοπός σας
+ Ὁ Σάμου και Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Εκτύπωση
Email