Συντάχθηκε στις .
«Ἡ ἐν Χριστῷ ἐλευθερία μας»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, τμῆμα ἀπό τήν δεύτερη ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός τόν Τιμόθεο, ἀκούσαμε νά γίνεται λόγος γιά τήν ἐλευθερία, πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός. Ἡ ἐλευθερία αὐτή εἶναι συνέπεια τοῦ σταυρικοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί βιώνεται ἔντονα ἀπό τόν Χριστιανό, ὅταν πιστεύει, χωρίς νά ντρέπεται ἤ νά θλίβεται γιά τίς κακοπάθειες ἤ τίς φυλακίσεις ἤ τούς διωγμούς, ὅπως συνέβαινε καί μέ τόν Ἀπόστολο Παῡλο, πού βρισκόταν φυλακισμένος στή Ρώμη, λίγο πρίν τόν τέλος του.
Ἡ σημερινή μάλιστα ἑορτή τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἱερομάρτυρος Ἐλευθερίου, πρός τιμήν τοῦ ὁποίου διαβάζεται τό συγκεκριμένο ἀνάγνωσμα, ἐπιτείνει αὐτήν τήν ἔννοια τὴς ἐλευθερίας. Ὅταν μάλιστα σκεφθοῦμε, πώς ὁ ἅγιος Ἐλευθέριος ὁ ὁποῖος ἦταν Ἐπίσκοπος Ἰλλυρικοῦ τόν δεύτερο αἰῶνα μ.Χ, ἔβαψε σέ πολύ νεαρή ἡλικία τά ἀρχιερατικά του ἄμφια με τό μαρτυρικό του αἷμα, ἀντιλαμβανόμαστε, ὅτι πρόκειται γιά μιά ἰδιαίτερη βιωματική ἐμπειρία, πού στό τέλος ἐκτός ἀπό τόν ἅγιο μάρτυρα, δοξάζει τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του.
Ἡ ἱστορία τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ξεκινᾶ ἀπό τήν στιγμή κατά τήν ὁποία, ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ, ἐλεύθερος. Ἐλεύθερος νά διαχειρισθεῖ τή ζωή καί τόν Παράδεισο, πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Ἐλεύθερος ἀκόμη καί νά ἀρνηθεῖ τόν Δημιουργό του, ὅπως φάνηκε μετά. Διότι δέν κατάφερε νά ἀξιοποιήσει τό δῶρο αὐτό τῆς ἐλευθερίας γιά τήν ὠφέλεια καί τό συμφέρον του. Ἔκανε τό λάθος καί τήν διαπραγματεύθηκε μέ τόν διάβολο. Δέν ὑπερίσχυσε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἡ πρόσωπον πρός πρόσωπον κοινωνία μαζί Του, οὔτε ἀκόμη καί ὁ σεβασμός, πού ὁ Θεός ἔδειξε στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐπεμβαίνει στίς ἐπιλογές του. Οἱ Πρωτόπλαστοι, ἄν καί ἀποτελοῦσαν δημιούργημα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γρήγορα πίστευσαν τό ψέμα τοῦ διαβόλου. Ἄν καί τόν ἔβλεπαν γιά πρώτη φορά, δέν προβληματίσθηκαν γιά τόν ρόλο καί τόν τρόπο ἑνός ἀγνώστου πού λαμβάνει τή μορφή τοῦ φιδιοῦ καί μέ θράσος κατηγορεῖ τόν Θεό καί ἐπεμβαίνει στή ζωή τους. Ἴσως νά θεώρησαν καί εὐτυχῆ συγκυρία τήν παρουσία του. Γι’ αὐτό εὔκολα ὑπάκουσαν στήν προτροπή του καί ἔφαγαν ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Ἀθέτησαν τήν μιά καί μοναδική ἐντολή τοῦ Θεοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποθηκεύσουν τήν ζωή τους στόν διάβολο. Ἡ ἐπιπόλαιη ἐπιλογή τους ἔφερε τόν πνευματικό θάνατο, δηλαδή τόν χωρισμό ἀπό τόν Θεό, τήν ἀπώλεια τοῦ παραδείσου καί ἐν τέλει τή στέρηση τῆς ἐλευθερίας τους μέ τήν ταυτόχρονη ὑποδούλωσή τους στόν διάβολο.
Ὁ Θεός ὅμως ἀμέσως μετά τήν πτώση ἔδωσε τήν ὑπόσχεση της σωτηρίας μέσα ἀπό τήν σπορά τῆς γυναίκας, ὅπως χαρακτηριστικά γράφει, ὁμιλώντας ξεκάθαρα γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ χωρίς τήν διαμεσολάβηση ἄνδρα στήν γέννηση αὐτή. Ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ὅπως ὁμολογοῦμε καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁ Θεός ἔγινε καί ἄνθρωπος, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τήν ἐπαναπόκτηση τῆς ἐλευθερίας του.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μόνος Ἀναμάρτητος, ἀναδέχεται τήν ἁμαρτία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί πάνω στόν Τίμιο Σταυρό θυσιάζει τόν ἑαυτό του γιά νά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν διάβολο. Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἔρρευσε γιά τήν λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστός μέ τή σταυρική θυσία καί τήν Ἀνάστασή Του ἐλευθέρωσε τόν ἄνθρωπο καί δέσμευσε τόν διάβολο. Ἔκτοτε ὁ διάβολος μπορεῖ νά πειράξει τόν ἄνθρωπο, ὅταν ἐκεῖνος τοῦ δίνει ἀφορμή κάνοντας κακή χρήση ἤ κατάχρηση τῆς ἐλευθερίας, πού τοῦ χάρισε ὁ Χριστός, ἐπαναλαμβάνοντας τήν ἁμαρτία τῶν Πρωτοπλάστων καί μάλιστα διπλά. Διότι ὅταν ἁμαρτάνουμε δέν ἀθετοῦμε ἁπλά τόν λόγο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιφρονοῦμε τήν θυσία Του γιά τή σωτηρία μας. Διότι ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στό Εὐαγγέλιό του: «τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, ὥστε ἔστειλε τόν Υἱό Του τόν μονογενῆ να θυσιαστεῖ γιά τή σωτηρία μας». (βλ. Ἰω. γ 16)
Ὁ τρόπος σκέψης καί ἡ βιοθεωρία τοῦ σύγχρονου κόσμου μᾶς ὠθοῦν νά θεωροῦμε ὡς ἐλευθερία, ὄχι αὐτό πού μᾶς ἑνώνει μέ τόν Θεό, ἀλλά αὐτό πού μᾶς χωρίζει, δηλαδή τήν ἁμαρτία. Δέν ἀρέσει ἡ ἔκφραση δοῦλος ἤ δούλη τοῦ Θεοῦ, ὡς ὑποτίμηση τάχα τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας. Ἀντιθέτως πάλι ἡ ὑποδούλωση στά ἀνθρώπινα πάθη καί τις ἀδυναμίες ὄχι μόνο δέν ἐνοχλεῖ, ἀλλά δυστυχῶς προάγεται, διαφημίζεται καί προκαλεῖ.
Ἡ ἀπάντησή μας ὡς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν δέν βρίσκεται τόσο στήν προσπάθεια νά ἐπιχειρηματολογήσουμε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, δεδομένου ὅτι δέν ὑπάρχει τέλος σέ αὐτή τή διαμάχη. Οὔτε πρόκειται νά πεισθεῖ ἐκεῖνος πού ἔχει πωρωμένη τή συνείδησή του. Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε, πόσοι Ἅγιοι, πόσοι, Μάρτυρες, πόσοι Διδάσκαλοι καί Πατέρες, πέρασαν καί δίδαξαν στό διάβα τόσων αἰώνων καί ὅμως ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νά ἁμαρτάνει, παρασυρόμενος ἀπό τόν διάβολο καί μάλιστα μέ μιά καταπληκτική ὁμοιότητα καί ταύτιση στόν τρόπο τῆς ἁμαρτίας τῆς μιᾶς ἐποχῆς μέ τήν ἄλλη.
Ἡ ἀπάντησή μας βρίσκεται ἀποθησαυρισμένη μέσα στή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τἠν ὁποία ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὀνομάζει θεραπευτήριο. Ὅταν ο διάβολος καλεῖ στήν ἁμαρτία, τότε ὁ ἀγωνιζόμενος Ὀρθόδοξος Χριστιανός πρέπει νά ἀπαντήσει ἀνταποκρινόμενος στήν κλήση του ἀπό τόν Χριστό γιά νά ζήσει ἀληθινά. Δέν χρειάζεται νά ψάξει γιά τίποτε ἄλλο. Ὁ Χριστός μέσα ἀπό τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας παρέχει ἁπλόχερα τόν τρόπο τῆς σωτηρίας μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία, ὑλική καί πνευματική, μέ τήν μετάνοια, πού διορθώνει τά ἐσφαλμένα καί ἀσφαλίζει τήν πορεία καί πρῶτα καί πάνω ἀπ’ ὅλα τήν μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ὅλα αὐτά συνιστοῦν τόν τρόπο τῆς ἐλευθερίας «ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε» (Γαλ. ε΄ 1)
Εἶναι ἄσχημο τό γεγονός, ὅτι σήμερα στή ζωή τῶν περισσοτέρων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν λείπει ἡ δυναμική παρουσία ὅλων αὐτῶν τῶν ἀπαραίτητων στοιχείων γιά τήν νίκη ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Εἶναι δυνατόν νά χλευάζεται ἡ νηστεία αὐτῶν τῶν ἡμερῶν; Ἤ νά περιφρονεῖται ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ μυστηριακή ζωή καί νά πιστεύουμε, πώς, κάνοντας μιά ἐλάχιστη φιλανθρωπία μέσα στό πνεῦμα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, κάτι πού τίς περισσότερες φορές φαντάζει πολύ ὑποκριτικό, τακτοποιήσαμε τίς πνευματικές μας ἀνάγκες ἤ τίς ὀφειλές ἔναντι τοῦ Θεοῦ; Πῶς περιμένουμε ν΄ ἀλλάξει ἡ κατάσταση, ἄν δέν ἀλλάξουμε ἐμεῖς;
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τά Χριστούγεννα που πλησιάζουν θά κληθοῦμε νά ἑορτάσουμε τήν γέννηση τοῦ ἐλευθερωτή μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μή λησμονήσουμε ὅμως, ὅτι ἡ ἐλευθερία μας, ἀν καί χαρίσθηκε σέ ὅλους μας, ἅπαξ διά παντός πάνω στόν Σταυρό, βιώνεται ὡς ἐμπειρία μόνο ἀπό ἐκείνους, πού μέ πίστη καί εὐλάβεια ἀνταποκρίνονται στήν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ. Μιά πρόσκληση γιά ζωή ἀληθινή, ὅπως τήν ἀκούσαμε νά ἀπευθύνεται στο σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τοῦ μεγάλου Δείπνου, πού εἰκονίζει τή Θεία Λειτουργία. Διότι ὁ Χριστός σέ κάθε θεία λειτουργία στρώνει γιά χάρη μας τραπέζι γιορτινό καί προσφέρει γιά τροφή τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του. Καί μᾶς καλεῖ ἐπισήμως νά συμμετάσχουμε μέ πρόσκληση ὑπογεγραμμένη μέ τό ἴδιο Του τό αἷμα. Ἄς μάθουμε λοιπόν νά εἴμαστε συνδαιτημόνες τοῦ Θεοῦ στό Τραπέζι αὐτό τῆς Βασιλείας Του καί τώρα καί αἰωνίως, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε ἐλεύθεροι πραγματικά. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
«Παλαιά καί Καινή Διαθήκη…Τόν Ἕνα Δεσπότην δορυφοροῦσι»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τό Σάββατο ἦταν γιά τούς Ἰουδαίους, ὅ,τι εἶναι γιά ἐμᾶς ἡ Κυριακή ἤ μᾶλλον γιά νά τό ποῦμε καλύτερα ὅ,τι θά πρέπει νά εἶναι καί νά σημαίνει γιά ἐμᾶς ἡ Κυριακή, δηλαδή ἡμέρα ἀφιερωμένη στόν Κύριο, σέ συνδυασμό πάντοτε μέ τήν πνευματική, ἀλλά καί τη σωματική μας ἀνάπαυση.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, γιά νά μᾶς διδάξει μέ τό παράδειγμά Του, πήγαινε ἀπαραιτήτως κάθε Σάββατο στή Συναγωγή γιά νά συμμετάσχει στήν κοινή λατρευτική Σύναξη, ἄν καί δέν ὑπῆρχε λόγος γιά Ἐκεῖνον, ἀφοῦ ὡς Θεός ἦταν ὁ ἀποδέκτης αὐτῆς τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας.
Κάθε Σάββατο λοιπόν στή Συναγωγή, διάβαζαν κάποιο τμῆμα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή κι ἀκολουθοῦσε τό κήρυγμα ἀπό τούς νομοδιδασκάλους. Ἐκεῖνο τό Σάββατο, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἔχοντας ἀναλάβῃ τή διακονία τοῦ λόγου, δίδαξε τό πέρασμα ἀπό τή θεωρία στήν πράξη μέσα ἀπό τη θεραπεία τῆς συγκύπτουσας γυναίκας, φανερώνοντας ταυτόχρονα τή λανθασμένη καί ὑποκριτική ἑρμηνεία τῶν νομοδιδασκάλων.
Ἰσως δέν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅμως, ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία διαβαζόταν καί τήν ὁποία ὁ Κύριος ἑρμήνευε διδάσκοντας εἶναι ἡ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ. Ἐπισημαίνουμε αὐτή τη λεπτομέρεια, διότι στις μέρες μας δυστυχῶς καὶ μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, παρατηρεῖται μιὰ περιφρόνηση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κάποιοι, κυρίως νεοειδωλολάτρες-δωδεκαθεϊστές θεωροῦν, ὅτι πρόκειται γιά τήν ἱστορία τῶν Ἑβραίων καί ἄρα δέν ἀφορᾶ σέ ἐμᾶς ὡς Ἕλληνες. Τοῦτο ὅμως εἶναι τραγικό λάθος καί ἀγγίζει τά ὅρια τῆς ὑστερόβουλης ἀνοησίας.
Ἡ Παλαιά Διαθήκη ὄντως περιέχει ἱστορικὲς στιγμὲς τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ὅμως ἀποτελοῦσε τότε τὸν Λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἀρνήθηκαν τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν ἐσταύρωσαν, ἔχασαν τὴν θέση τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔκτοτε ὁ Λαὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι ὁ νεός Ἰσραὴλ τῆς χάριτος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν στὸ τέλος τῆς Ἑσπερινῆς Ἀκολουθίας ἀκούγονται τὰ λόγια, ποῦ εἶπε ὁ δίκαιος Συμεών ὁ Θεοδόχος κατὰ τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου μας, «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου Δέσποτα...», ἐκεῖ φαίνεται ξεκάθαρα πῶς ἡ δόξα τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ ἀφορᾶ στὴν δόξα τοῦ Λαοῦ τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι στούς σύγχρονους Ἑβραίους οἱ ὁποῖοι σημειωτέον δὲν θεωροῦν τήν Παλαιά Διαθήκη πλέον ὡς Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ τὴν ἀποδέχονται μόνον ἀποσπασματικά.
Ἀρχικῶς πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι σύμφωνα μέ τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο (691μ.Χ.) ἡ ὁποία καθόρισε τόν Κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ συγκροτεῖται ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὁποία ἀπαρτίζεται ἀπό 49 ἱερά Βιβλία καί τήν Καινή Διαθήκη, ἡ ὁποία ἀριθμεῖ 27 ἱερά Βιβλία.
Τόσο τήν Παλαιὰ, ὅσο καὶ τήν Καινὴ Διαθήκη τὶς ἑνώνει ὁ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ! Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει σχετικά: «Ἡ Παλαιά Διαθήκη προηγεῖται χρονικά τῆς Καινῆς, ἀλλά ὅμως ἡ Καινή Διαθήκη ἑρμήνευσε τήν Παλαιά. …Οἱ δύο Διαθῆκες εἶναι δύο παιδίσκες, δύο Ἀδελφές καί δορυφοροῦν τόν Ἕνα Δεσπότη Χριστό. Ὁ Κύριος μέσα ἀπό τούς Προφήτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναγγέλεται, ὁ Χριστός μέσα ἀπό τήν Καινή Διαθήκη κηρύσσεται». Κι ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος ἐπεξηγεῖ: «Ἡ Καινὴ Διαθήκη κρύβεται στὴν Παλαιὰ καὶ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀνοίγεται στὴν Καινή».
Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι ἡ βάση τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στηρίζεται στὴν διδασκαλία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων, δηλαδὴ καὶ στὴν Παλαιὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας διακηρύσσουμε: «Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν... οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν». Ἄς μήν ξεχνοῦμε ἐπίσης ὅτι ὁ Κύριος συνομιλώντας μέ τοὺς δύο Μαθητὲς, στήν πορεία πρός Ἐμμαοὺς ἄνοιξε διάλογο, στὸν ὁποῖο «ἀρχίζοντας ἀπό τά ἱερά κείμενα τοῦ Μωϋσέως καὶ ὅλων τῶν Προφητῶν τούς ἐξηγοῦσε, ὅ,τι ἀφοροῦσε στόν Ἑαυτό Του μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή.» (βλ. Λουκ. κδ' 27). Σέ ἄλλη περίσταση ὁ Κύριος εἶπε στούς Ἰουδαίους: «Ἐρευνᾶτε τίς Γραφές, (τήν Παλαιά Διαθήκη δηλαδή) καὶ ἐκεῖνες εἶναι, πού μαρτυροῦν γιά μένα» (βλ. Ἰω. ε' 39).
Βεβαίως ἐννοεῖται, ὅτι γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς δὲν ἰσχύουν ὅλα ὅσα περιλαμβάνονται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Γι' αὐτὸ καὶ σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Αὐγουστῖνο, διακρίνουμε τὸ περιεχόμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σὲ τρεῖς κατηγορίες:
1) στὸ καταργούμενο τμῆμα, σὲ αὐτὸ πού καταργεῖται δηλαδή μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως γιὰ παράδειγμα οἱ θυσίες τῶν ζώων, οἱ ὁποῖες προτύπωναν, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή του τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ἔβρ. κεφ. θ')
2) στὸ τελειούμενο τμῆμα, πού ἀφορᾶ σὲ νομικὲς διατάξεις, οἱ ὁποῖες τελειοποιήθηκαν ἀπὸ τὸν Χριστό. Γιὰ παράδειγμα στὴν ἐπί τοῦ Ὅρους ὁμιλία Του ὁ Κύριος ἀναβαθμίζει τὴν ἐντολὴ «οὐ φονεύσεις» καὶ λέει πὼς δὲν εἶναι ἀρκετὸ αὐτό, ἀλλὰ θὰ πρέπει καὶ νὰ μὴν ὀργίζεται κάποιος μὲ τὸν ἀδελφό του χωρὶς λόγο (βλ. Μάτθ. ε' 22). Καί
3) στὸ μένον τμῆμα, δηλαδὴ σὲ αὐτὸ ποὺ παραμένει καὶ ἰσχύει ἀπαράλλακτα ὅπως γιὰ παράδειγμα ὅλες οἱ πνευματικὲς συμβουλὲς καί ὁδηγίες πού λαμβάνουμε, ἀπό ὅλα τά ἱστορικά, διδακτικά και ποιητικά ἱερά Βιβλία, ἀνάμεσα στὰ ὁποῖα ξεχωρίζουν τά βιβλία τῶν Προφητῶν, οἱ Ψαλμοί του Δαβίδ, ἡ Σοφία τοῦ Σολομῶντος μέ τίς Παροιμίες του καί ἄλλα. Ἰδιαιτέρως οἱ Ψαλμοί, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι συμβάλλουν ἀποτελεσματικὰ στὴν ἐπιτυχία τῆς προσευχῆς μας καὶ μᾶς φέρνουν κατάνυξη, ἔχουν καὶ προφητικὸ χαρακτῆρα.
Νὰ ὑπογραμμίσουμε βεβαίως ὅτι οἱ Δέκα Ἐντολές, οἱ ὁποῖες εὑρίσκονται στὸ 20ὸ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου, εἶναι σὲ πλήρη ἰσχῡ καὶ ἀφοροῦν ἀπολύτως στὴν πνευματική μας συγκρότηση.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὅλη ἡ Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι μιά μεγάλη προφητεία γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅπως διαφαίνεται ἀπό τίς Ἐπιστολές του, ἡ Παλαιά Διαθήκη προετοίμαζε πνευματικῶς τούς ἀνθρώπους γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ. Ἡ δὲ Καινὴ Διαθήκη, σύν τοῖς ἄλλοις, ἀναφέρεται στή μέχρι λεπτομερείας ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς μεγάλης Προφητείας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τὴν πλήρη ἐπαλήθευσή της ἀπὸ τὸν Χριστό.
Γιά τό λόγο αὐτό, καθώς θά πλησιάζουμε ὁλοέν καί περισσότερο πρός τά Χριστούγεννα, θά ἀντιλαμβανόμαστε μέσα ἀπό τούς ὕμνους καί τά ἀναγνώσματα τίς σχετικές μέ τήν θεία Ἐνανθρώπηση Προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέ τίς ὁποῖες παιδαγωγοῦνταν οἱ ἄνθρωποι περιμένοντας τόν ἐρχομό τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ὡς τήν προσδοκία τῶν Ἐθνῶν γιά την Λύτρωση. Ὁ Χριστός ὅμως ἔρχεται πλέον σέ ἐμᾶς συνεχῶς. Σε κάθε θεία Λειτουργία ὁ Χριστός γεννᾶται, διδάσκει καί θυσιάζεται γιά χάρη μας, μέ σκοπό νά Τόν κοινωνοῦμε γιά νά ζοῦμε τήν αἰώνια λύτρωση, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό την ἐν Χριστῶ ζωή.
Ἄς προετοιμαζόμαστε λοιπόν γιά τήν μεγάλη αὐτή Ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, εὐτρεπίζοντας τούς ἑαυτούς μας, γιά νά εἶναι συνεχῶς τό κατοικητήριο τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς θείας Κοινωνίας τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων Του. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
«ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ Κύριος καί Θεός, ὁ Γιαχβέ»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁ μῆνας Δεκέμβριος, ποὺ ξεκινᾶ σήμερα, εἶναι ὁ μῆνας τῶν Χριστουγέννων καί σίγουρα δέν εἶναι τυχαῖο, ὅτι οὶ τρεῖς πρῶτες ἡμέρες του εἶναι ἀφιερωμένες στούς Προφῆτες Ναούμ σήμερα, Ἀββακούμ αὔριο καί Σοφονία μεθαύριο, οἱ ὁποῖοι στις Προφητεῖες τους καί ἰδίως ὁ Ἀββακούμ, κάνουν σαφῆ λόγο καί προφητεύουν τήν θεία Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ πολύ εὔγλωττο τρόπο.
Καθὼς λοιπόν ἤδη ἀτενίζουμε πρὸς τὴν Μητρόπολη τῶν Ἑορτῶν, ὅπως ὀνομάζει τὰ Χριστούγεννα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἄς ἀσχοληθοῦμε μὲ Προφητεῖες τοῦ Προφήτου Ἀββακούμ, καθώς ἀπό τό περιεχόμενό τους ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἔλαβε καί δημιούργησε τήν Δ΄ Ὠδή τῶν Κανόνων, ποὺ ψάλλονται στὴν ἱερὰ Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Δηλαδή οἱ εἱρμοὶ τῶν τροπαρίων τῆς Δ΄κατά σειράν ὠδῆς μαζὶ μὲ τὴν καταβασία, ποὺ κλείνει τὴν Δ' ὠδὴ εἶναι ἐπηρεασμένα ἀπο τὶς Προφητεῖες τοῡ Προφήτου Ἀββακούμ καί ψάλλονται πρός τιμήν του.
Στὸ τρίτο καὶ τελευταῖο λοιπὸν κεφάλαιο τοῦ προφητικοῦ του Βιβλίου, ὁ Ἀββακούμ ἐκφράζει τὸν θεῖο φόβο, ποὺ πλημμύρισε τὴν καρδιά του, καθὼς, ὅπως γράφει, ὁ Θεὸς τὸν πληροφόρησε γιὰ τὴν θεία Του Ἐνανθρώπηση. Ἐξομολογεῖται τὴν μεγάλη ἔκπληξη ποὺ δοκίμασε, ὅταν ἀκούγοντας μὲ προσοχὴ τὸ θεϊκὸ ἔργο γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἀντιλήφθηκε ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Κύριος θὰ ἔρθει μὲ τρόπο ὑπερφυσικὸ μέν, ἀλλὰ θὰ φανερωθεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα σὲ δύο ζῶα! «Κύριε, κατάλαβα τὰ ἔργα σου καὶ θαύμασα. Ἀνάμεσα σὲ δυὸ ζῶα θὰ γίνεις γνωστὸς στοὺς ἀνθρώπους, ὅταν θὰ φθάσει ὁ καιρός, ποῦ θὰ ἐπικρατήσει τὸ θέλημά σου. Ὅτὰν φθάσει ἐκεῖνος ὁ καιρὸς θὰ φανεῖ ἡ δύναμή Σου».
Ἀξίζει νά γνωρίζουμε ὅτι παρομοίως προφητεύει κι ὁ Προφήτης Ἠσαϊας, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀρχαιότερος τοῦ Ἀββακούμ καί ὁ ὁποῖος στὸν τρίτο στίχο τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ ὀγκώδους βιβλίου τῶν Προφητειῶν του ἀναφέρεται στὸ ἴδιο γεγονός, ὅτι δηλαδή ἡ ἄλογη κτίση κατανόησε καὶ περιέθαλψε μὲ τὸν τρόπο της τὸν ἐνανθρωπήσαντα Θεὸ σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ποῦ δὲν κατάλαβαν τὸν ἐρχομό του καί σημειώνει χαρακτηριστικά «Τὸ βόδι γνωρίζει τον ἰδιοκτήτη του καὶ ὁ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ Κυρίου του, ὁ Ἰσραηλιτικὸς ὅμως λαὸς δὲν μὲ ἀναγνωρίζει, αὐτὸς ὁ λαὸς δὲν μὲ ἀντιλαμβάνεται»
Γιὰ τὴν ἐπαλήθευση αὐτῆς τῆς λεπτομέρειας ἀμφοτέρων τῶν Προφητειῶν, ἀρκεῖ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι δὲν ὑπάρχει εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία νὰ μὴν ἀπεικονίζει πίσω ἀπὸ τὸν νεογέννητο Κύριο καὶ τὴν Θεομήτορα, τὰ δύο ζῶα τῆς φάτνης: τὸ βόδι καὶ τὸ γαϊδούρι, τὰ ὁποῖα προορᾶ τόσο ὁ Ἀββακοὺμ τοὐλάχιστον 650 χρόνια πρίν, ὅσο καί ὁ Ἠσαϊας 800 χρόνια πρίν.
Ὁ Προδήτης Ἀββακούμ ὅμως γιά νά ἐπανέλθουμε στις Προφητεῖες του, συνεχίζει λέγοντας, πῶς ὁ Θεὸς θὰ ἔρθει στοὺς ἀνθρώπους ἀπό τήν Θαιμάν «Κύριος ἀπό Θαιμάν ἥξει καί ἀπό ὄρους κατασκίου δασέος», φράση τὴν ὁποία ἀκοῦμε συνεχῶς ὡς στίχο σὲ τροπάρια τῶν Χριστουγέννων.
Ἡ Θαιμὰν σύμφωνα μὲ τρεῖς Πατέρες ποὺ ἑρμηνεύουν τὸν προφήτη Ἀββακοὺμ καὶ συγκεκριμένα σύμφωνα μὲ τὸν Κύριλλο Ἀλεξανδρείας (βλ. PG 71,904), τὸν Θεοδώρητο Κύρου (βλ. PG 81,1825) καὶ τὸν Θεοφύλακτο Βουλγαρίας (PG 126,880) ταυτίζεται μὲ τὴν Βηθλεέμ, καθὼς ἡ ὀνομασία Θαιμὰν προσδιορίζει τὴν νότια πλευρὰ τῆς περιφέρειας τῆς Ἰδουμαίας, στὴν ὁποία γεωγραφικῶς ἀνήκει ἡ Βηθλεέμ. Σὲ αὐτὸ συμφωνεῖ κι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στὸν τόπο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως μαζὶ μὲ τὴν Θαιμὰν ἀναφέρεται καὶ σὲ ἐνα ὅρος μὲ πολὺ πυκνὸ δασος καὶ πολὺ σκιερό. Αὐτὸ τὸ ὅρος μὲ τὸ παρθένο δάσος εἶναι ἡ Θεοτόκος, ὅπως γλαφυρὰ ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ Ἑορτοδρόμιο (ἔργο στὸ ὁποῖο ἑρμηνεύει τὰ τροπάρια τῶν κανόνων τῶν δεσποτικῶν καὶ θεομητορικῶν ἑορτῶν). Ἐκεῖ λοιπόν γράφει: «Λέγεται μὲν βουνὸ ἡ Θεοτόκος, διότι ὅπως τὸ βουνὸ καὶ ὁ λόφος οὔτε ὀργώνεται, οὔτε καλλιεργεῖται, οὔτε σπέρνεται ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπὸ μόνο του καὶ χωρὶς καλλιέργεια βλαστάνει τὰ ὑψηλὰ δέντρα καὶ τὰ χαμόκλαδα καὶ τὸ χορτάρι, ἔτσι κι Ἐκείνη δηλαδὴ ἡ Θεοτόκος χωρὶς σπορὰ καὶ καλλιέργεια βλάστησε τὸν Κύριον μᾶς Ἰησοῦ Χριστό, σὰν δέντρο μὲν ψηλὸ γιὰ τὸ ὕψος τῆς Θεότητος καὶ σὰν χαμόκλαδο γιὰ τὴν ταπεινότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ σὰν χόρτο γιατί τρέφει αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν σὲ Αὐτόν. Καὶ τό ὄρος αὐτό λέγεται πυκνόδεντρο, διότι σιδερένιο τσεκούρι, δηλαδὴ κάποιος πονηρὸς λογισμὸς, δὲν ἦρθε ποτὲ στήν Παναγία, καὶ οὔτε ἔκοψε ποτὲ ξύλο, δηλαδὴ ἀνθρώπινο χέρι δὲν Τὴν ἄγγιξε, ὥστε νὰ κόψει τὴν Παρθενία Της, ἀλλὰ οὔτε Τὴν μόλυνε τὸ σαρκικὸ πάθος, ὅπως μολύνει ἡ σκουριὰ τὸ σίδερο.»
Καὶ κλείνει κατόπιν ὁ προφήτης Ἀββακοὺμ θεωρῶντας τὴν ἄπειρη ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ καλύπτει ἐμφανῶς ἀπὸ τὴν Γέννησή Του, ἀκόμη καὶ τοὺς Οὐρανούς, ἐνῷ βλέπει ὅλη την Γῆ, δηλαδὴ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν δοξάζουν.
Αὐτὴ ἡ τελευταία φράση ἔχει φανερὰ ἐσχατολογικὴ προοπτική, ἀφορᾶ δηλαδὴ ὄχι μόνο στήν Γέννηση, ἀλλά καὶ στὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Παράλληλα ἀποτελεῖ καὶ ἐνα χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὴ τῆς θείας Λειτουργίας, διὰ τῆς ὁποίας ἡ Χάρη τοῦ Κυρίου ὑπερκαλύπτει τὰ πάντα. Γιά τόν λόγο αὐτὸ, ὅταν ὁ Ἱερουργὸς ἔρχεται στὴν Ἁγία Πρόθεση γιὰ νὰ καλύψει τὰ τίμια Δῶρα, πρίν τὴν Μεγάλη Εἴσοδο, κατά τήν ὁποία τά μεταφέρει λιτανευτικῶς ἀπό τήν Ἁγία Πρόθεση στήν Ἁγία Τράπεζα, λαμβάνει τὰ ὑφασμάτινα καλύμματα γιὰ τὸ Ἅγιο Δισκάριο καὶ τὸ Ἅγιο Ποτήριο, τὰ ὁποῖα συμβολικὰ ἐπέχουν τὴν θέση τῶν σπαργάνων τοῦ νεογέννητου Χριστοῦ καὶ καλύπτοντας τὸ Ἅγιο Ποτήριο ἐπιλέγει αὐτὴ τὴν φράση τοῦ προφήτη Ἀββακούμ: «Ἔκαλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετή σου (Χριστὲ) καὶ τῆς αἰνεσεώς σου πλήρης ἡ Γῆ.»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Περαίνοντας τη σημερινή ὁμιλία, ἄς ἐπισημάνουμε ὅτι τόσο ὁ Προφήτης Ἀββακοὺμ, ὅσο καί οἱ ἄλλοι Προφῆτες ἀποκαλοῦν τὸν Χριστό μέ τήν ὀνομασία Γιαχβὲ, ἡ ὁποία στὰ ἑβραϊκὰ σημαίνει Κύριος. Τοῦτο ἀποτελεῖ ἀπάντηση σὲ ὅσους ἀμφισβητοῦν τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως οἱ Χιλιαστές «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». ΠΡΟΣΟΧΗ! Ἐκεῖνοι δὲν πιστεύουν, πῶς ὁ Χριστὸς εἶναι Κύριος, Θεός, Σωτῆρας καὶ Λυτρωτής. ΚΥΡΙΟ ἐπίσης Τόν ὀνομάζουν ὅλοι οἱ Προφῆτες, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι συγγραφεῖς τῆ Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. ΚΥΡΙΟ ἐπίσης ἀπεκάλεσε τόν Χριστό καί ὁ τυφλός τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ὁ ὁποῖος ἐξω ἀπό τά τείχη τῆς Ἰεριχοῦς ἔλαβε τήν θεραπεία, καθώς ὁ ΚΥΡΙΟΣ τόν ἐλέησε.
Στήν πορεία μας πρός τά Χριστούγεννα, ἀλλά καί σέ ὅλη τη διάρκεια τῆς ζωῆς μας, ἄς μήν λείπει ἀπό τά χείλη καί τήν καρδιά μας ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με». Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Κύριος καί Θεός μας! Ἄν κι ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνοματός Του ἀποτελεῖται ἀπό πέντε μόνο λέξεις, ἐντούτοις εἶναι ἡ πλέον δυνατή κι ἀποτελεσματική προσευχή. Γι’ αὐτό κι ἡ Ἐκκλησία, μέ τη συνοδεία τοῦ κομποσχοινιοῦ, πού δέν εἶναι φυλαχτό ἤ διακοσμητικό στοιχεῖο, ἀλλά ὄργανο προσευχῆς, ἀλλά καί μέ τήν ἰδιαίτερη προσοχή τοῦ νοῦ, μᾶς προτρέπει νά ἐπαναλαμβάνουμε συνεχῶς αὐτή τη σύντομη προσευχή, ὡστε τό ἔλεος τοῦ Κυρίου νά μας συνοδεύει, γιά νά μποροῦμε νά συγκροτοῦμε τήν πνευματική μας ζωή καί μέ τρόπο ἀποτελεσματικό νά προετοιμάζουμε τήν καρδιά μας νά δέχεται καί νά φιλοξενεῖ τόν Σωτῆρα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
«Τί νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σέ συνέχεια τῶν εὐαγγελικῶν περικοπῶν, πού ἀκούσαμε τίς προηγούμενες Κυριακές καί μᾶς ὁμιλοῦσαν γιά τίς καταστροφικές συνέπειες τοῦ πλούτου, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς πλεονεξίας, τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁμιλεῖ γιά τήν εὐθεία ἀντίθεση τοῦ πλούτου μέ τήν αἰώνια ἐν Χριστῷ ζωή.
Ἄς θυμηθοῦμε, πώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του μακάρισε τούς φτωχούς, λέγοντας πώς εἶναι δική τους ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν (βλ. Λουκ. στ 20) καί σήμερα ἀκούγοντας τήν ἀγωνιώδη ἐρώτηση τοῦ πλούσια νέου γιά τό πώς θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή, τοῦ συνέστησε νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόν πλοῦτο καί νά γίνει φτωχός, διότι ναί μέν τηροῦσε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ὑπάκουε στόν νόμο Του, ὅμως ὁ πλοῦτος, πού κατεῖχε ἦταν ἡ μεγάλη του δέσμευση.
Βλέποντας αὐτόν τόν νέο νά προσεγγίζει τόν Χριστό, σκεπτόμαστε, πώς στή θέση του θά μποροῦσε νά βρίσκονται πολλοί ἀπό ἐμᾶς. Ἀφ’ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ἀπό τήν μιά μεριά, τηροῦμε τίς βασικές ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί δέν ἔχουμε πέσει μέ τήν χάρη Του στά μεγάλα ἁμαρτήματα τῆς κλοπῆς, τοῦ φόνου, τῆς μοιχείας, τῆς ψευδομαρτυρίας καί ἀπό τήν ἄλλη, λίγο-πολύ μᾶς ἀπασχολεῖ τό ἀγωνιῶδες ἐρώτημα αὐτοῦ τοῦ νέου. Διότι ἡ αἰώνια ζωή θά πρέπει νά ἀπασχολεῖ τόν κάθε ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό, ἀφοῦ αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας. Ἡ παρουσία μας πάνω στή γῆ εἶναι ἐφήμερη καί προσωρινή καί τό ἔργο μας ἐδῶ δέν εἶναι, νά συγκεντρώνουμε πλοῦτο καί ἀνέσεις ὑλικές, ἀλλά νά προετοιμάσουμε τήν αἰώνια ζωή μέ τόν Χριστό στήν Οὐράνια Βασιλεία Του. Καί πολλές φορές ἀναμφισβήτητα ἐργαζόμαστε πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση. Ὅμως δέν προοδεύουμε, ἐπειδή κάτι μᾶς κρατᾶ δεσμευμένους καί δυσκίνητους, ἕως ἀκίνητους κάποιες φορές πρός τήν ἐν Χριστῷ τελείωση.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ὁμίλησε κι ἄλλες φορές γιά αὐτό τό κάτι, πού μᾶς δεσμεύει, γιά τό ἕνα πού ἔχουμε ἀνάγκη. Ἄς θυμηθοῦμε τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν, ὅταν, ὅπως μᾶς περιγράφει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς (βλ. ι΄ 42), ἐπισκέφθηκε τό σπίτι τοῦ Λαζάρου καί ἐκεῖ ἐπέστησε τήν προσοχή τῆς Μάρθας στό ἕνα πού ἐπέλεξε ἡ Μαρία, ἡ ὁποία στάθηκε δίπλα του γιά νά ἀκούσει τήν θεϊκή του διδαχή. Ἄς θυμηθοῦμε ἐπίσης τό περιστατικό ἐκεῖνο, πού περιγράφεται ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο (βλ. η΄22) καί ἀκοῦμε ὡς τό τέταρτο εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου, ἐκεῖ ὅπου κάποιος ζητεῖ νά γίνει μαθητής Του καί νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα πάει νά θάψει τόν πατέρα του, ἀλλά ὁ Χριστός τοῦ ζητεῖ νά τόν ἀκολουθήσει τήν ἴδια στιγμή, χωρίς νά πάει στήν κηδεία τοῦ πατέρα του. Αὐτό τό ἕνα γιά ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο ἦταν σύμφωνα μέ τήν ἀπόλυτα σωστή κρίση τοῦ Κυρίου μας ἡ πόρτα ἀπό τήν ὁποία θά εἰσερχόταν κι ἐκεῖνος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός, ὅπως τότε σ’ ἐκεῖνον τόν νέο τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου νά μᾶς ὑποδείξει αὐτό τό ἕνα, πού πρέπει νά προσέξουμε καί νά ἀποδεσμευτοῦμε ἀπό αὐτό, ἀλλά καί τά πολλά τά ὁποῖα πρέπει νά δώσουμε γιά νά τόν ἀκολουθήσουμε. Τότε γιά ἐκεῖνον τόν νέο, τό ἕνα πού τόν ἐμπόδιζε ἦταν τό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ὑπάρχει ἕνα συγκεκριμένο σημεῖο πού μᾶς πονᾶ στήν πνευματική μας ζωή. Ὑπάρχει κάτι πού πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε, τό ὁποῖο θά μᾶς πονέσει ἀναμφίβολα, ὅταν τό ἀποκόψουμε, ἀλλά ταυτόχρονα θά αἰσθανθοῦμε ὅτι μᾶς ἀνοίγεται διάπλατα ἡ πόρτα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης στόν νέο ὁ Χριστός συστήνει ὅλα ὅσα ἔχει νά τά μοιράσει. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι και οἱ Ἀπόστολοι ὅλα τά ἄφησαν καί ἔτσι ἀπρόσκοπτοι Τόν ἀκολούθησαν. Θά πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τήν πνευματική μας πορεία ὑπάρχει τό ἕνα πού πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε στόν ἑαυτό μας καί τά πολλά πού πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε.
Κανείς μας δέν πρόκειται νά γευθεῖ ἀπό αὐτήν τήν ζωή τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἀν τηρεῖ μέν τούς κανόνες, ἀλλά ὅμως δέν ἔχει αὐτήν τήν πνευματική ἐλευθερία. Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα αὐτόν τόν λόγο, πολλοί Πατέρες παρομοιάζουν τόν ἄνθρωπο μέ ἕνα ἀετό, πού ἔχει τήν δύναμη νά ἀνοίξει τά φτερά του καί νά φύγει κατακόρυφα γιά τόν οὐρανό, ἀλλά ὅμως εἶναι δεμένος στό ἔδαφος μέ διάφορα σκοινιά, πού περιορίζουν τήν ἐλευθερία του. Καλεῖται νά κόψει ἕνα-ἕνα αὐτά τά σκοινιά, εἴτε λέγονται πάθη, εἴτε λέγονται ἐμπαθεῖς μέριμνες, εἴτε λέγονται κακές συνήθειες, εἴτε λέγονται φυσικές ὁρμές, εἴτε ὁποιεσδήποτε ἁμαρτίες ὑπάρχουν καί χαρακτηρίζουν τή ζωή μας, ὅλες ἀνεξαιρέτως γιά νά μπορέσει νά ἀπελευθερωθεῖ. Ἔστω κι ἕνα σκοινί ἄν μείνει ἀπό τά ὁποῖα εἶναι δεμένος δέν μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ.
Ὅπως καταλαβαίνουμε ὁ λόγος τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι νά ἀντιληφθοῦμε, ὅτι κάτι μᾶς δεσμεύει σ’αὐτόν τόν κόσμο καί μᾶς στερεῖ τήν ἐλευθερία μας καί ὅτι χρειάζεται νά δώσουμε τά πάντα γιά νά κινηθοῦμε ἐλεύθερα πρός τήν Οὐράνια Βασιλεία. Σκοπός μας εἶναι πρῶτα νά βροῦμε τό ἕνα σημεῖο ἀπό τό ὁποῖο χάνουμε τήν ἐλευθερίας μας καί μετά τό πώς ὅλα θά μπορέσουμε νά τά προσφέρουμε μέ ἁπλότητα καί αὐθορμητισμό στόν Κύριο. Ἴσως γιά τόν λόγο αὐτό καί οἱ τρεῖς Εὐαγγελιστές, ὁ Ματθαῖος, ὁ Μᾶρκος καί ὁ Λουκᾶς, ἀναφέρουν τό περιστατικό αὐτό καί τό τοποθετοῦν ἀμέσως μετά ἀπό τήν εὐλογία πού ἔδωσε ὁ Χριστός στά παιδιά, λέγοντας πώς ὅποιος δέν δεχθεῖ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτά τά μικρά παιδιά μέ ἀθωότητα, αὐθορμητισμό καί ἁπλότητα, δέν θά μπορέσει νά δεῖ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.
Τόσο ὄμορφα καί ἁπλᾶ τά λέει ὁ Κύριος, ἀλλά ἔμεῖς δυστυχῶς ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν κοσμική νοοτροπία ποῦ μᾶς περιβάλλει τά θεωροῦμε δύσκολα καί περίπλοκα.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Καθώς σιγά-σιγά ὁδεύουμε πρός τά Χριστούγεννα, τήν Μητρόπολη τῶν Ἑορτῶν, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, στά πλαίσια τῆς πνευματικῆς μας προετοιμασίας, νά μήν ἀμελήσουμε τήν ἐξομολόγησή μας, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἄς προστρέξουμε στούς πνευματικούς μας, νά μᾶς ὑποδείξουν τό ἕνα πού δεσμεύει τήν ἐλευθερία μας. Μόνοι μας δέν θά τά καταφέρουμε. Ἐννοεῖται πώς ὅλοι μας ἔχουμε ἕνα πνευματικό Πατέρα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνα σταθερό πνευματικό σημεῖο ἀναφορᾶς, διότι ἐκεῖνος ἀναδέχεται τήν ἐξομολόγησή μας, προσεύχεται γιά ἐμᾶς καί μᾶς καθοδηγεῖ στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, παρέχοντας τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν διά τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ, ὅπως Ἐκεῖνος οἰκονόμησε γιά τη σωτηρία μας.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι παρών στό Μυστήριο φωτίζει τόν πνευματικό Πατέρα καί μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκεῖνος μᾶς ὑποδεικνύει μέ τήν πνευματική του αἴσθηση, τί πρέπει νά δώσουμε στόν Κύριο, ἀπό πού χάνουμε τήν ἐλευθερία μας, ποιά εἶναι ἡ πόρτα ἀπό τήν ὁποία ἐνδεχομένως εἰσέρχεται ὁ διάβολος καί μπερδεύει τή ζωή μας. Τότε θά νοιώσουμε σάν ἀετοί πού ἀνοίγουμε τά φτερά μας, θά φύγουμε ἀπό τήν μιζέρια, θά ξεχάσουμε τίς μικρότητες καί θά ἐξαλείψουμε τίς ὀλιγοπιστίες μας, πού τόν τελευταῖο καιρό μᾶς τυρρανοῦν.
Ἄς εὐχηθοῦμε μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ νά βροῦμε αὐτά τά δύο πράγματα: τό ἕνα ἀπό τό ὁποῖο χάνουμε τήν ἐλευθερία μας καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά δώσουμε τά πάντα στόν Χριστό γιά νά μᾶς ἀναδείξει κληρονόμους τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἐξ ἀρχῆς ἀπό τόν Θεό γιά νά ζεῖ πάντοτε ἐλεύθερος, αὐτεξούσιος καί ὑγιής μέσα στόν Παράδεισο. Καμμία ἀσθένεια νά μήν τόν ταλαιπωρεῖ καί ποτέ νά μήν γνωρίσει τόν θάνατο. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δυστυχῶς διαπραγματεύθηκε μέ τόν διάβολο τά δῶρα αὐτά «τῆς Ἀρχεγόνου Δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ», ὅπως τά ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία μας καί μέ τρόπο πολύ ἐπιπόλαιο τά ἔχασε μαζί μέ τόν Παράδεισο, ὅπως περιγράφεται στό Βιβλίο τῆς Γενέσεως.
Ἐξόριστος πλέον πάνω στή γῆ ὁ ἄνθρωπος, ἀποζητεῖ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ γιά νά ἀντισταθμίσει τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, πού δέν τόν βαραίνει ἁπλῶς, ἀλλά ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἀσθένεια, πού τόν πονάει καί τόν θάνατο, πού ἐν μέρει τόν ἀφανίζει.
Ἐνώπιον μιᾶς ἀσθένειας, ἀγωνιοῦμε, φοβόμαστε καί λαμβάνουμε μέτρα προφύλαξης, μή τυχόν καί κινδυνεύσει ἡ πολύτιμη ὑγεία μας, ὅπως ἰδιαιτέρως συμβαίνει τόν τελευταῖο καιρό. Βέβαια ὑπάρχουν καί περιπτώσεις, βαρέων καί ἀνιάτων ἀσθενειῶν, ὅπου ὁ ἄνθρωπος δέν ἐπανακτᾶ τήν ὑγεία του μέν, ἀλλά ἔχει τήν δυνατότητα νά ἀξιοποιήσει τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς του, ὅπως ἀκοῦμε στίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά ζήσει εἰρηνικά καί μέ μετάνοια, ὥστε διά τοῦ βιολογικοῦ θανάτου μεταστεῖ στήν ἄλλη διάσταση ζωῆς, «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος». Ἔλεγε ὁ γνωστός σέ ὅλους μας Ἅγιος Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης, πώς ἡ ἀσθένεια τοῦ καρκίνου, γέμισε τόν Παράδεισο, ἐννοώντας ἀκριβῶς, πώς ὁ ἄνθρωπος βλέποντας νά ἔρχεται ἡ ὥρα τοῦ σωματικοῦ του θανάτου, ἔχει τήν εὐκαιρία νά προετοιμασθεῖ κατάλληλα, νά ἐξομολογηθεῖ, νά εἰρηνεύσει μέ τούς συνανθρώπους του καί νά μεταλάβει τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά ζεῖ αἰωνίως ἐν Χριστῷ. Καί ὅλα αὐτά σύμφωνα πάντοτε μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Οἱ πιό πολλοί ἀπό ἐμᾶς στό ἄκουσμα καί μόνο τῆς λέξης θάνατος ἀναριγοῦμε, καθώς φέρνουμε στό νοῦ μας τόν βίαιο χωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά κι ἐπειδή ἀγνοοῦμε τή στιμή κατά τήν ὁποία θά πεθάνουμε καί ἀκόμη περισσότερο, ἐπειδή δέν εἴμαστε ἔτοιμοι γιά τό μεγάλο αὐτό καί μόνο βέβαιο ταξίδι τῆς ζωῆς μας. Ἄν καί ἡ Ἐκκλησία πάντοτε φροντίζει νά μᾶς καλλιεργεῖ τή μνήμη τοῦ θανάτου, μόνον λίγοι εὐσεβεῖς Χριστιανοί ἀγωνιοῦν καί γιά τό ἄν θά εἶναι ἔτοιμοι νά ξανοιχτοῦν στήν αἰωνιότητα. Ἄν δηλαδή κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους εἶναι εἰρηνευμένοι, ἐξομολογημένοι καί κοινωνημένοι, ὥστε νά ἔχουν καλή ἀπολογία μπροστά στό φοβερό βῆμα τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν κρίση τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί νά γλιτώσουν ἀπό τίς αἰώνιες συνέπειες τῶν ἁμαρτιῶν τους.
Ὁ θάνατος, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο εἶναι ἡ φιλάνθρωπη ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στήν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά μήν γίνει τό κακό ἀθάνατο πάνω στη γῆ. (Λόγος 38, Εἰς τά ἅγια Θεοφάνια, εἴτουν τά Γενέθλια του Σωτήρος Χριστοῦ, PG 36, 324 D). Δηλαδή πεθαίνοντας ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει καί ἡ ἁμαρτία του. Οὔτε ἐκεῖνον πλέον κατατρέχει, ἀλλά οὔτε ἐκεῖνος ταλαιπωρεῖ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀλλά καί τό ὅτι δέν γνωρίζουμε τόν χρόνο τοῦ θανάτου μας, πάλι ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ τό τακτοποίησε, γιατί ἄν ὁ ἄνθρωπος γνώριζε πότε θά πεθάνει, τίποτε δέν θά τόν συγκρατοῦσε ἀπό τήν κακία καί τήν ἁμαρτία. Ὁ θάνατος ἔρχεται σάν ἕνα χαλινάρι, γιά νά συμμαζεύεται ὁ ἄνθρωπος, ἐνθυμούμενος πώς εἶναι μέν θνητός, ἀλλά μέ ἀθάνατη προοπτική.
Τοῦτο σημαίνει πώς δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι, μετά τόν χωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, ἡ ζωή συνεχίζεται. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει χρονική ἀρχή, ὅταν συλλαμβάνεται στήν κοιλιά τῆς μητέρας του, ἀλλά δέν ἔχει τέλος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεθάνει, τό μέν σῶμα ἐπιστρέφει στή γῆ, στά ἐξ ὧν συνετέθη στοιχεῖα, γι’ αὐτό καί στήν ταφή λέγει ὁ ἱερέας «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς. Γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ».
Ἡ ψυχή ὅμως ὡς ἐγκατεστημένη ἀπό τήν πνοή τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀθάνατη καί συνεχίζει τήν πορεία της. Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο ζεῖ σέ μία ἄλλη διάσταση ζωῆς, πού ὀνομάζεται μέση κατάσταση ψυχῶν, ἐν ἀναμονῇ τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὁπότε θά ἀναστηθοῦν τά νεκρά σώματα τῶν ἀνθρώπων καί θά εἰσέλθουν ξανά σέ αὐτά οἱ ψυχές καί ὡς κανονικοί καί ὁλόκληροι ἄνθρωποι, θά σταθοῦμε ὅλοι ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, στό κριτήριο τῆς Δευτέρας Παρουσίας Του, γιά νά ἀκούσουμε τήν δίκαιη κρίση Του.
Αὐτό ὅμως, πού δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει εἶναι ὅτι μετά τόν βιολογικό θάνατο δέν ὑπάρχει μετάνοια, οὔτε δυνατότητα ἀλλαγῆς τῆς κατάστασής μας. Ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος γιά νά προετοιμάσει τήν αἰωνιότητα, αὐτό γίνεται ὅσο καιρό εἶναι μέ σῶμα καί ψυχή. Γιά ὅσο καιρό δηλαδή ζοῦμε πάνω στή γῆ, ἔχουμε χρέος νά προετοιμάσουμε τήν αἰώνια ζωή μας. Στόν κόσμο αὐτό δέν ἐρχόμαστε γιά νά ἀποκτήσουμε χρήματα, κτήματα καί περιουσίες, οὔτε γιά νά κάνουμε ἐπίδειξη δύναμης καί ἐξουσίας ἤ κατάχρηση τῶν χαρισμάτων μας. Κι ἄν ξεφεύγουμε ἤ παρασυρόμαστε ἀπό τόν σκοπό μας, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή ἐν Χριστῷ, ἡ μετάνοια γίνεται ὁ τρόπος νά ἐπιστρέψουμε καί νά ἀκολουθήσωμε τη ζωή τοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία κηρύττει συνεχῶς καί ἐναγωνίως γιά τήν ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας, πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό, προτρέποντας παράλληλα νά πράττουμε τό καλό καί τό ἀγαθό, πού μᾶς ὁμοιώνει μέ τόν Θεό. Κυρίως ὅμως ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὁμιλεῖ γιά τήν μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση. Ἡ μετάνοια πάντοτε ἦταν καί εἶναι ἡ κεντρική ἰδέα τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας. Μέσα στό μυστήριο τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως ὅλοι μας ἔχουμε ὄχι μόνο τήν εὐκαιρία, ἀλλά τό δικαίωμα ἀπό τόν Θεό, νά διορθώνουμε τά λάθη μας, μέ δική μας πρωτοβουλία, νά σβήνουμε τίς ἁμαρτίες μας μέ τήν χάρη Του καί νά λυτρωνόμαστε ἀπό τίς αἰώνιες συνέπειες.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ σημερινή παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου καταδεικνύει πόσο βαρειά εἶναι αὐτή ἡ ἔκφραση «αἰώνιες συνέπειες» καί πόσο σπουδαῖο εἶναι γιά ἐμᾶς νά ἔχουμε μνήμη θανάτου, δηλαδή νά ἐνθυμούμαστε, ὅτι κάποια στιγμή, ἄγνωστο πότε, θά πεθάνουμε καί θά τελειώσει αὐτή ἡ ζωή καί μαζί της, θά τελειώσουν καί ὅλες οἱ καταστάσεις πού τήν συνοδεύουν. Τίποτε δέν συνεχίζει πέραν τοῦ τάφου, παρά μόνον ὅ,τι κατήρτισε ὁ ἄνθρωπος μέ τρόπο πνευματικό στή ζωή του καί ὅ,τι μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ οἰκοδόμησε στήν ψυχή του. Αὐτή ἡ πνευματική οἰκοδομή εἶναι θεμελιωμένη στήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μέ ἀκρογωνιαῖο λίθο τήν θεία Κοινωνία καί ἀναγκαῖα προετοιμασία τό νά ζεῖς, ὅπως θέλει ὁ Θεός. Ἐδῶ συντείνει ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ ἄφεση ἁμαρτιῶν. Ἄν μείνουμε ἀνεξομολόγητοι καί μακρυά ἀπό τόν Χριστό σ’ αὐτήν τήν ζωή, ἀδιαφορώντας γιά την ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί τη θεία Κοινωνία τοῦ σώματος καί τοῦ αἷματός Του, τότε δυστυχῶς θά εἴμαστε αἰωνίως μακρυά Του καί θά τιμωρούμαστε αἰωνίως, ὅπως ὁ δυστυχής, ἀνώνυμος πλούσιος τῆς σημερινῆς παραβολῆς.
Ἄς γνωρίζουμε δέ ὅτι στήν ἀγωνιώδη προσευχή τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου, γιά τό ἄν θά σωθῇ, ἐμφανίσθηκε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος καί τοῦ συνέστησε: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν Ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι.»
Ἄς συντηροῦμε λοιπόν στή μνήμη μας τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας καί τί ἀπολογία θά δώσουμε στόν Κύριο, ὥστε νά συνεγειρόμαστε σέ φιλότιμη προσπάθεια, γιά νά ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, μέ σκοπό τήν αἰωνιότητά μας ἐν Χριστῷ. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email