Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ ἐφετινή Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, πέρα ἀπό τόν ἑορτασμό τοῦ θριάμβου τῆς ἀναστυλώσεως τῶν ἱερῶν Εἰκόνων ἀποτελεῖ γιά τόν εὐσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό μία πρώτης τάξεως εὐκαιρία γιά ἔλεγχο καί αὐτοκριτική.
Σήμερα περισσότερο ἴσως ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη φορά, ἔχουμε ἀνάγκη νά μετρήσουμε τήν πίστη μας καί τήν ζωή μας μέ τό μέτρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μέ σκοπό νά ἐπαληθεύσουμε τόν δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Και τοῦτο ὄχι γιά νά καυχηθοῦμε πώς εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, ἀλλά γιά νά βεβαιωθοῦμε ὅτι πορευόμαστε ὀρθά, ὀρθόδοξα, ὥστε νά ὁδηγούμαστε στήν λόγῳ καί ἔργῳ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ.
Δέν ἀρκεῖ τό ὅτι βαπτισθήκαμε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἐάν δέν γνωρίζουμε τήν πίστη καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει τυπικά ὡς μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ κι ἁπλῶς ἐκκλησιάζεται σέ μεγάλες γιορτές ἤ πανηγύρεις, ἀλλά ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πειθαρχεῖ στη διδασκαλία καί τούς ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπί τῇ βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἐστρατευμένο στήν εἰρηνική στρατεία τοῦ Χριστοῦ, λόγος γιά τόν ὁποῖον ἡ Ἐκκλησία μας πάνω στή γῆ ὀνομάζεται στρατευομένη καί γι’ αὐτό φροντίζει νά ὑπάρχει ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. Διότι ὁ Χριστός μᾶς στρατολόγησε καί ὀφείλουμε νά εὐαρεστοῦμε τόν Χριστό μέ τή ζωή μας, ὅπως ἐπισημαίνει κι Ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο (βλ. Β΄Τιμ. β΄4)
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μονάκριβη ἀλήθεια καί πίστη γιά τόν Ἕνα και Μόνο Ἀληθινό Τριαδικό Θεό, τόν Πανάγαθο καί Πάνσοφο Δημιουργό καί Κυβερνήτη τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη κρυστάλλινη ἀλήθεια καί πίστη γιά τόν Θεό καί τόν κόσμο, γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν ὑπέροχο προορισμό του, ὅπως μᾶς τόν ἀπεκάλυψε ὁ Ἐνανθρωπήσας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως δέν σώζει τόν ἄνθρωπο, ἄν δέν τόν ὁδηγεῖ στήν Ὀρθοπραξία. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ κάποιος νά εἶναι Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἄν ὁ τρόπος τῆς ζωῆς καί οἱ ἐπιλογές του δέν ἐπαληθεύουν τήν πίστη του, ἀλλά φανερώνουν ἄλλη ἰδιότητα.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅταν στέργει καί ἀποδέχεται τήν Ὀρθόδοξη ζωή καί τήν διδασκαλία καί τό ἀποδεικνύει αὐτό μέ τή ζωή του χωρίς νά διαφοροποιεῖται ἀπό αὐτήν εἴτε μέ τόν λόγο του, εἴτε μέ τό ἔργο του.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅταν τιμᾶ τό βάπτισμά του καί ἐνεργεῖ σύμφωνα μέ τά πνευματικά ἐντάλματα τῆς Ἐκκλησίας του μέ ὁποιοδήποτε τίμημα, ὑπομένοντας τήν περιθωριοποίηση, τον χλευασμό, τον διωγμό, ἀκόμη και τον θάνατο. Κι ἄν βέβαια χάσει τον πνευματικό του βηματισμό πάντα μπορεῖ να διορθώνει το λάθος και να λαμβάνει την χάρη και την ἄφεση μέσα ἀπό την μετάνοια, την πρώτη ἐντολή τοῦ Χριστοῦ προς τούς Ἁγίους Ἀποστόλους μετά την Ἀνάστασή Του.
Αὐτόν τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό τιμᾶμε σήμερα καθώς διαβάζουμε το Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας και ψάλλουμε το «αἰωνία ἡ μνήμη». Τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό, ὁ ὁποῖος στο διάβα τῶν αἰώνων, ἀκόμη και στα δύσκολα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς δεν ὑπέστειλε οὔτε προς στιγμήν την σημαία τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης και ἔτσι διέσωσε και τήν ἐθνική μας ὑπόσταση ὡς Ἑλλήνων καί Ὀρθοδόξων, ὅπως και αὔριο σύν Θεῷ θα διατρανώσουμε με την δοξολογία για την Ἐπανάσταση τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας τοῦ 1821.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος βεβαίως εἶναι ἐλεύθερος να ἐπιλέξει ὅ,τι θέλει στη ζωή του και να ἐφαρμόσει ὅποιον τρόπο ζωῆς ἐπιθυμεῖ, ἀκόμη και να ἀρνηθεῖ τον Χριστό. Αὐτό ὅμως δεν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει να τον ἀποδεχθεῖ και να τον συμπεριλάβει στα μέλη της, ἀφ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ὁ ἴδιος ἀπεκόπη ἀπό αὐτήν, ἐξαιτίας τῶν ἐπιλογῶν του.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός, ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι ἔχουν την ἀπαίτηση ἀπό τήν Ἐκκλησία να ἐπιβραβεύει τίς ὅποιες ἐπιλογές τους, ἐνῶ αὐτές ἔρχονται σέ εὐθεία ἀντίθεση με το Ἱερό Εὐαγγέλιο και την δισχιλιετῆ Ἱερά της Παράδοση, ὅταν ἀκόμη και σέ ἕνα ἁπλό σύλλογο τά μέλη ἐπιβάλλεται να συμμορφώνονται με το καταστατικό του, εἰδάλλως ἀποβάλλονται ἀπό αὐτόν.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία καλεῖται να σιωπήσῃ, ὅταν διακυβεύεται ἡ ἀνθρώπινη φυσιολογία και μαζί της ἡ ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ὁ ἀλληλοσεβασμός και καταστρατηγεῖται ἡ κατ’ εἰκόνα και καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου.
Μᾶς ἐκπλήσσει ἀρνητικά το γεγονός ὅτι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει κατ’ ἐπανάληψιν ἀποδείξει την μητρική της στοργή, ἐντούτοις κατηγορεῖται ὅτι δεν ἔχει ἀγάπη για τον ἄνθρωπο, ἐπειδή δεν συσχηματίζεται με τίς κατά καιρούς κοσμικές ἐπιθυμίες και τίς διάφορες νεοφανεῖς και νεοεποχίτικες ἰδιορρυθμίες.
Ἄς μάθουν λοιπόν ὅσοι ἀδαεῖς και ἠμιμαθεῖς, ὅτι, ὅπως ἐπσήμανε ἡ Ἱερά Σύνοδος στην πρόσφατη ἐγκύκλιό της, ἡ Ἐκκλησία «ἀληθεύει ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφεσ. δ΄ 15) και «ἀγαπᾷ ἐν ἀληθείᾳ» (Β΄ Ἰω. α΄1). Ἡ ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας δεν ἀποδεικνύεται ὅταν σιωπᾶ ἤ ὅταν θωπεύει ἐμπαθεῖς συνειδήσεις κι ἐγωϊσμούς, ἀλλά ὅταν με τον λόγο και τη χάρη Της ἐπιχειρεῖ να θεραπεύσει και να ἐξυγιάνει, ἀκόμη κι ἄν, ὅπως ὁ ἰατρός, προξενήσει κάποιο πόνο ἤ ὅπως το καλό φάρμακο, προκαλέσει πικρία. Αὐτή εἶναι ἡ θεραπευτική μέθοδος τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τῆς ἁμαρτίας και ὅποιος ἀφήσει κατά μέρος τούς ἐγωϊσμούς και τίς ἐμμονές και την ἀναζητήσει, γεύεται τῆς γλυκύτητας και τῆς πνευματικῆς θαλπωρῆς.
Ἀγαπητοί μου Πατέρες και Ἀδελφοί,
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας διώκεται πλέον ἐμφανῶς. Τά ἱερά και τά ὅσιά μας καθυβρίζονται ἀναίσχυντα. Ὁ Τίμιος Σταυρός, το ὅπλο μας κατά τοῦ διαβόλου, το στήριγμα τῶν πιστῶν κι ὁ φύλακας τῆς Οἰκουμένης, ὁ ὁποῖος σήμερα προπορεύεται τῆς λιτανείας μας, χλευάζεται στην ἀφίσσα ἑνός Φεστιβάλ, ὅπου και διαπομπεύεται ἡ πίστη μας ὁλόκληρη, ἀφοῦ ἀντί τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ἀπεικονίζεται ἐσταυρωμένη μια γυμνή ἔγκυος γυναίκα ἡ ὁποία κατ’ αὐτούς εἶναι ἡ Παναγία μας!
Τί μεγάλη ντροπή! Τόσο γιά τήν βλάσφημη ἀπεικόνιση, ὅσο καί γιά τό ὅ,τι ὅλες οἱ ὑγιεῖς διαμαρτυρίες σκόνταψαν τάχα στήν ἐλευθερία ἔκφρασης καί λόγου καί στήν ἀδυναμία λογοκρισίας τῆς τέχνης, ἐνῶ ὁ νόμος γιά τήν ἐξύβριση τῶν θείων καί τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων παραμένει γιά μία ἀκόμη φορά ἀνεφάρμοστος, ἕνεκα τῆς ἀνεκτικότητας τοῦ Χριστιανισμοῦ. Φεῦ!
Ὅλα αὐτά μᾶλλον συστήνουν μιά σκληρή πολεμική πρός ὅ,τι χριστιανικό κι Ὀρθόδοξο, γι’ αὐτό καί ἡ ἐποχή μας ἀναδεικνύεται σέ ἐποχή ὁμολογίας τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας.
Γιά τόν λόγο αὐτό ἄς ἐντείνουμε τόν πνευματικό μας ἀγῶνα κι ἄς κοιτάξουμε νά μένουμε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό μέσα ἀπό τήν Μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, φροντίζοντας νά ἀξιοποιοῦμε κάθε εὐκαιρία γιά νά προετοιμαζόμαστε καί νά κοινωνοῦμε συχνά τῶν ἀχράντων Μυστηρίων.
Κόντρα στην ἀδιακρισία και τήν σκληρότητα τοῦ κόσμου, ἄς κηρύττουμε με το λόγο και την πράξη μας, ὅτι το Εὐαγγέλιο και οἱ ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι για να μᾶς ὁδηγοῦν στη σωτηρία και ὄχι για να ἀλλάζουν κατά το δοκοῦν τῆς ἑκάστοτε κοσμικῆς διανόησης ἤ ἐπιθυμίας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί κληθήκαμε να καλλιεργοῦμε τον βασιλικό ἀμπελῶνα τοῦ Χριστοῦ κι ἀκόμη κι ἄν διωχθοῦμε, ποτέ δεν θα ἀθετήσουμε την κλήση μας, οὔτε θα προδώσουμε τον Κύριο και Θεό και Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστό. «Πάντα ἰσχύωμεν ἐν τῷ ἐνδυναμουντι ἡμᾶς Χριστῷ».
Μετ’ εὐχῶν διαπύρων και πατρικῆς ἀγάπης Χριστοῦ
Ὁ Ἐπίσκοπός σας
+ Ὁ Σάμου και Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Εκτύπωση
Email
ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΗΡΙΟΣ
ΕΠΙ Τῌ ΕΝΑΡΞΕΙ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,
ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,
ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ
Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς καί τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,
Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης μᾶς ἠξίωσε καί πάλιν νά εἰσέλθωμεν εἰς τήν ψυχωφελῆ περίοδον τοῦ Κατανυκτικοῦ Τριῳδίου καί νά φθάσωμεν εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, εἰς τό πλῆρες ἄνωθεν δωρημάτων καί σταυροαναστασίμου εὐφροσύνης στάδιον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων. Κατά τό εὐλογημένον αὐτό διάστημα ἀποκαλύπτεται εὐκρινῶς ὁ πνευματικός πλοῦτος καί ὁ δυναμισμός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί ἡ σωτηριολογική ἀναφορά ὅλων τῶν ἐκφάνσεών της.
Πολλά ἐδιδάχθημεν ἤδη ἐκ τῆς ἀδιεξόδου καί αὐτοδικαιωτικῆς ὑπερηφανίας τοῦ Φαρισαίου, ἐκ τοῦ ἀγόνου ἠθικισμοῦ καί τῆς σκληροκαρδίας τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου καί ἐκ τῆς ἀναλγησίας καί τῆς καταδίκης ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἠδιαφόρησαν διά τούς πεινῶντας, τούς διψῶντας, τούς ξένους, τούς γυμνούς, τούς ἀσθενεῖς καί τούς ἐν φυλακῇ «ἐλαχίστους ἀδελφούς» τοῦ Κριτοῦ. Ἐφανερώθη δέ εἰς ὅλους μας ἡ ἀξία καί ἡ ἰσχύς τῆς ταπεινώσεως καί τῆς μετανοίας, τῆς συγχωρητικότητος καί τῆς ἐλεημοσύνης, στάσεων, εἰς τήν καλλιέργειαν τῶν ὁποίων μᾶς καλεῖ μέ ἔμφασιν ἡ Ἐκκλησία κατά τήν ἀρχομένην περίοδον.
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι καιρός εὐπρόσδεκτος πνευματικῆς, ψυχικῆς καί σωματικῆς καθάρσεως καί γυμνασίας, διερχομένων, ὡς ἠκούσαμεν εἰς τήν πρό ὀλίγου ἀναγνωσθεῖσαν εὐαγγελικήν περικοπήν, διά μέσου τῆς νηστείας, ἡ ὁποία δέν ἐπιτρέπεται νά τηρῆται «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», καθώς καί διά τῆς συγχωρητικότητος πρός τούς ἀδελφούς: «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» [1]. Αὐτό ἐξ ἄλλου ὁμολογοῦμεν καθ᾿ ἡμέραν εἰς τήν Κυριακήν προσευχήν μέ τό «ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» [2].
Χθές, Σάββατον τῆς Τυροφάγου, ἡ Ἐκκλησία ἐτίμησε τήν μνήμην τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων Ἁγίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Οἱ Ἅγιοι δέν εἶναι μόνον πρότυπα τῶν πιστῶν εἰς τόν καλόν ἀγῶνα τῆς ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν ζωῆς, ἀλλά καί συνοδοιπόροι, φίλοι καί ἀρωγοί εἰς τόν ἀσκητικόν δόλιχον τῆς νηστείας, τῆς μετανοίας καί τῆς ταπεινώσεως. Δέν εἴμεθα μόνοι εἰς τήν προσπάθειάν μας, ἀλλά ἔχομεν εὐδοκοῦντα καί εὐλογοῦντα τόν Θεόν καί συμπαραστάτας τούς Ἁγίους καί τούς Μάρτυρας, μεσίτριαν δέ ὑπέρ πάντων ἡμῶν πρός Κύριον τήν Ἁγιόπρωτον Θεοτόκον. Ἡ ἁγιότης εἶναι τεκμήριον τῆς δυνάμεως τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί τῆς συνεργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, διά τῆς μετοχῆς εἰς τά ἱερά μυστήρια καί διά τῆς τηρήσεως τῶν θείων προσταγμάτων. Δέν ὑπάρχει «ἀδάπανος εὐλάβεια» καί «εὔκολος Χριστιανισμός», οὔτε «πλατεῖα πύλη» καί «εὔχωρος ὁδός», ἀπάγουσαι πρός τήν οὐράνιον Βασιλείαν [3].
Ἡ Ἐκκλησία συνεχῶς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ σωτηρία δέν εἶναι ἀτομικόν, ἀλλά ἐκκλησιαστικόν γεγονός, κοινόν ἄθλημα. Κατά τήν θεοσκέπαστον Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, ἀποκαλύπτεται ἡ καθοριστική διά τήν πνευματικήν ζωήν τοῦ πιστοῦ σημασία τῆς μετοχῆς εἰς τήν ζωήν τῆς κοινότητος, εἰς τήν χριστιανικήν οἰκογένειαν καί τήν ἐνορίαν ἤ, ἀντιστοίχως, εἰς τό μοναστικόν κοινόβιον. Ἐπιθυμοῦμεν νά ἐξάρωμεν τήν λειτουργίαν τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας ὡς κοινότητος ζωῆς διά τήν βίωσιν τῆς πνευματικότητος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ὁ ἐν Ἁγίοις προκάτοχος τῆς ἡμῶν Μετριότητος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπεκάλεσε τήν οἰκογένειαν «Ἐκκλησίαν μικράν»[4]. Ὄντως, εἰς τήν οἰκογένειαν συντελεῖται ἐκκλησιοποίησις τῆς ὑπάρξεώς μας, ἀναπτύσσεται ἡ αἴσθησις τοῦ κοινωνικοῦ καί κοινοτικοῦ χαρακτῆρος τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἡ ἀγάπη, ὁ ἀλληλοσεβασμός καί ἡ ἀλληλεγγύη, βιοῦνται ἡ ζωή καί ἡ χαρά τῆς συμβιώσεως ὡς θεία δωρεά. Ἡ κοινή προσπάθεια ἐφαρμογῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κανόνος καί τοῦ ἤθους τῆς νηστείας ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς οἰκογενείας, ἀναδεικνύει τόν χαρισματικόν χαρακτῆρα τῆς ἀσκητικῆς βιοτῆς καί, εὐρύτερον, τήν βεβαιότητα ὅτι ὅλα τά ἀληθῆ, τά σεμνά καί τά δίκαια εἰς τήν ζωήν μας προέρχονται ἄνωθεν, ὅτι, παρά τήν ἰδικήν μας συνεργίαν καί συμβολήν, ὑπερβαίνουν, ἐν τέλει, τό ἀνθρωπίνως ἐφικτόν καί τά ἀνθρώπινα μέτρα. Ἐξ ἄλλου, ἡ κοινότης τοῦ βίου, ἡ οὐ ζητοῦσα τά ἑαυτῆς πρός ἀλλήλους ἀγάπη καί ἡ συγχωρητικότης δέν ἀφήνουν χῶρον εἰς τόν δικαιωματισμόν καί τήν αὐταρέσκειαν. Ἔκφρασιν αὐτοῦ τοῦ πνεύματος «κοινῆς ἐλευθερίας» καί εὐχαριστιακοῦ ἀσκητισμοῦ ἀποτελεῖ ἡ ἀδιάσπαστος σύνδεσις νηστείας, φιλανθρωπίας καί μετοχῆς εἰς τήν ἐνοριακήν καί λειτουργικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ βίωσις τοῦ «σαρακοστιανοῦ κλίματος» εἰς τήν χριστιανικήν οἰκογένειαν ὁδηγεῖ εἰς τό βάθος τῆς ἀληθείας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας καί ἀποτελεῖ κοιτίδα καί ἀφετηρίαν χριστιανικῆς μαρτυρίας εἰς τήν ἐκκοσμικευμένην σύγχρονον κοινωνίαν.
Εὔχεσθε, ἀδελφοί καί τέκνα, νά διατρέξωμεν ἅπαντες μέ ἔνθεον ζῆλον τό στάδιον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἐν νηστείᾳ καί μετανοίᾳ, ἐν προσευχῇ καί κατανύξει, εἰρηνεύοντες ἐν ἑαυτοῖς καί μετ᾿ ἀλλήλων, κοινωνοῦντες τήν ζωήν, ἀναδεικνυόμενοι «πλησίον» τῶν ἐν ἀνάγκαις ἐν ἔργοις φιλανθρώποις, συγχωροῦντες ἀλλήλοις καί δοξολογοῦντες ἐν παντί τό ὑπερουράνιον ὄνομα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐλέους, δεόμενοι Αὐτοῦ ὅπως εὐδοκήσῃ νά φθάσωμεν κεκαθαρμέναις διανοίαις τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Ἑβδομάδα καί νά προσκυνήσωμεν ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει τήν λαμπροφόρον Ἀνάστασίν Του.
Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ͵βκδʹ
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν
Εκτύπωση
Email