Συντάχθηκε στις 25 Ιουλίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ σύναξη τῶν Σαμίων Ἁγίων κομίζει σήμερα ἐνώπιόν μας πρῶτον τίς μεγάλες Ἀποστολικές μορφές τοῦ ἠγαπημένου Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, στούς ὁποίους ὀφείλουμε τόν εὐαγγελισμό τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως.
Στή συνέχεια διακρίνουμε τούς τρεῖς Ἐπισκόπους Σάμου: τόν ἱερομάρτυρα Ἑρμογένη, ὁ ὁποῖος ἔζησε καί μαρτύρησε τόν 4ο αἰῶνα, τόν Ἡράκλειο, ὁ ὁποῖος ἔζησε τόν 8ο αἰῶνα καί συμμετεῖχε στήν Ζ Οἰκουμενική Σύνοδο καί τόν Λέοντα ὁ ὁποῖος ἔζησε τόν 9ο αἰῶνα.
Τήν χορεία τῶν Σαμίων Ἁγίων συμπληρώνουν οἱ τρεῖς στρατιωτικοί Ἅγιοι Μάρτυρες Γρηγόριος, Θεόδωρος καί Λέων, ὁμολογητές τῆς χριστιανικῆς πίστεως στά δύσκολα χρόνια τῶν διωγμῶν.
Ἀκολουθεῖ ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Λατρινός, ὁ ὁποῖος ἀσκήθηκε ἀρχικῶς στό κατέναντι τῆς Σάμου ὅρος Λάτρος (γνωστό ὡς Καμῆλα σήμερα) καί ἐν συνεχείᾳ στίς σπηλιές τοῦ Κέρκη.
Τόν 18ο αἰῶνα ὁ χορός τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων Πατέρων ἁγίασε τά χώματα τῶν Νησιῶν μας, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ξεχωρίζουμε, τόν Ἅγιο Μακάριο Κορίνθου καί τόν ὅσιο Νήφωνα τόν Κοινοβιάρχη.
Καί τέλος ἡ μαρτυρική μορφή τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Νεομάρτυρος Γεωργίου, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τήν Χώρα τῆς Σάμου καί ἄθλησε στήν Ἔφεσο στίς 5 Ἀπριλίου 1801, ξυλοκοπούμενος ἕως θανάτου ἀπό τούς Τούρκους, ἐξαιτίας τῆς ἐμμονῆς του στήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική Πίστη, παρά τό ὅτι στό παρελθόν, εὑρισκόμενος σέ κατάσταση μέθης τήν εἶχε ἀρνηθεῖ.
Ὅλους αὐτούς τούς Ἁγίους, τούς ἑνώνει ἡ κοινή πίστη στόν Σωτῆρα Χριστό, ἡ μέχρι θυσίας τῆς ζωῆς τους ἀγάπη τους γι’ Αὐτόν καί ἡ μαρτυρία, πού ἔδωσαν στήν κοινωνία τῆς ἐποχῆς τους γιά τήν δόξα Του. Ἀλλά καί τούς διῶκτες τους, τούς ἕνωνε ἀκριβῶς ἡ ἐμπάθεια καί ἡ ἔχθρα τους πρός τόν Χριστό. Οἱ διῶκτες κάθε ἐποχῆς, μέ ἀφορμή τήν ψεύτικη θρησκεία τους ἤ τήν ἀντίχριστη πίστη τους, διώκουν ὅλους ὅσους μέ τή ζωή καί τό ἔργο τους κηρύττουν τόν Χριστό, τόν μόνο ἀληθινό Θεό Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου.
Αὐτό βέβαια, πού πρέπει νά γνωρίζουμε καλά εἶναι ὅτι ὁ διωγμός τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του δέν σταμάτησε ποτέ. Ἁπλῶς ἄλλοτε εἶναι φανερός καί ἄλλοτε κρυφός, πού εἶναι κι ὁ πιό ἐπικίνδυνος. Οἱ Χριστιανοί κάθε ἐποχῆς ἀντιλαμβάνονται μέ τά πνευματικά τους αἰσθητήρια τόν διωγμό καί ἀναλόγως τοῦ θάρρους τους πράττουν, ὥστε κάποιοι διαλάμπουν μέ τήν μαρτυρία τους, τήν ὁποία σφραγίζουν ἄλλοτε μέ τήν ὁμολογία τους, ἄλλοτε μέ τήν ἄσκησή τους καί ἄλλοτε μέ τήν θυσία τῆς ἴδιας τους τῆς ζωῆς, καθώς ἔρχονται ἀντιμέτωποι μέ διάφορες μορφές εἰδωλολατρίας καί ἀντιχριστιανικοῦ μένους.
Ὁ Ἅγιος Ἑρμογένης, Ἐπίσκοπος Σάμου καί οἱ τρεῖς στρατιωτικοί Ἅγιοι Μάρτυρες Γρηγόριος, Θεόδωρος καί Λέων, ἔζησαν στά δύσκολα χρόνια τῶν διωγμῶν στή Σάμο καί ὑφιστάμενοι φρικτά βασανιστήρια ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, ὁδηγήθηκαν στήν μαρτυρική τους τελείωση, ἁγιάζοντας μέ τό αἷμα τους τό ἀκριτικό μας Νησί.
17 αἰῶνες μετά στή Σάμο, μέ πρόφαση διάφορες πολιτιστικές δραστηριότητες, πρός ἀνάδειξιν δῆθεν τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ πολιτισμοῦ καί τήν προσέλκυση τουριστῶν, ἐπιχειρεῖται ἡ ἐνθύμιση τῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας, μέσα ἀπό κάποια δρώμενα.
Ταυτόχρονα περιθωριοποιεῖται ἡ ἱστορικά ἐπαληθευμένη χριστιανική ζωή καί παράδοση εἴκοσι αἰώνων στά Νησιά μας καί προβάλλονται εἰδωλολατρικά ἔθιμα, τῶν ὁποίων ἡ ἀναβίωση ἀκόμη κι ἄν δέν ὑποκινεῖται ἀπό ἐμπάθεια πρός τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, σίγουρα ἐκφράζει μισαλλοδοξία καί φανατισμό, διότι ὅλα αὐτά τά εἰδωλολατρικά δρώμενα εἶναι ἱστορικά ἀνεπιβεβαίωτα καί χωρίς βάση στήν ἀρχαία ἑλληνική παράδοση.
Σύμφωνα μέ εἰδικούς μελετητές τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ: « ... κανείς δέν μπορεῖ πλέον σήμερα νά μιλᾶ γιά ἐπιστροφή σέ μιά αὐθεντική, γνήσια καί ἁγνή Ἑλλάδα τῶν ἀρχαίων. Αὐτό δέν εἶναι παρά ἕνα ἰδεατό ὄνειρο. Ἡ εἰκόνα πού ἔχουμε γιά τήν Ἀρχαιότητα εἶναι σέ μεγάλο βαθμό μιά ὡραιοποιημένη ὄψη, ἡ ὁποία ἐξαγνίστηκε καί θεοποιήθηκε ἀπό τή δυτική τέχνη καί φιλοσοφία, στή δική της ἀνάγκη να στηριχτεῖ κάπου γιά μιά ψυχική καί κοινωνική ἀναγέννηση! Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιστρέψουμε σέ κάτι πού δέν ὑπάρχει ἀλλά καί δέν ὑπῆρξε ποτέ μέ τή μορφή πού φανταζόμαστε» (Γ. Ἰωαννίδη, Ὁ Πόλεμος Ἑλληνοκεντρισμοῦ καί Χριστιανῶν, Ἄβατον, τ.42)
Οἱ μεγάλοι Ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ἀναμφιβόλως συγκαταλέγονται οἱ Σάμιοι: Πυθαγόρας καί Ἐπίκουρος, ἀντιτάχθηκαν ἐξ ἀρχῆς στήν εἰδωλολατρική πολυθεΐα , ἀπορρίπτοντας ἀναφανδόν ὅλα τά εἰδωλολατρικά δρώμενα. Μαζί μέ τούς ἀρχαόυς Ἕλληνες Φιλοσόφους καί ὅλοι οἱ νοήμονες πρόγονοί μας, οὔτε ἀποδέχθηκαν ποτέ το δωδεκάθεο, οὔτε συμβιβάσθηκαν μέ αὐτό. Ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων κι ὁ Ἀριστοτέλης, ἀκόμη κι ὁ Πυθαγόρας ὁ Σάμιος, ὁ ὁποῖος ἐξόριστος στή Βαβυλώνα γνωρίστηκε μέ τόν προφήτη Δανιήλ καί ἐπέστρεψε Μονοθεϊστής, ὑπέδειξαν τον Ἕνα Θεό.
Τό δωδεκάθεο ἀποτελεῖ τήν θεοποίηση τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν καί ἀδυναμιῶν καί τό μόνο πού προσφέρει, εἶναι τό ἄλλοθι στήν ἁμαρτία καί τήν δικαιολογία γιά νά παραμένουν οἱ ἄνθρωποι σέ ἠθική σήψη καί παρακμή χωρίς μετάνοια καί σωτηρία, βασικά σημεῖα τῆς χριστιανικῆς βιοτῆς καί πολιτείας! Ὁ Δίας, ἡ Ἥρα καί οἱ ὑπόλοιποι ἀνύπαρκτοι «θεοί» εἶναι δημιουργήματα τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας, φτιαγμένοι κατ’ εἰκόνα καί ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου και ἐπιρρεπεῖς σέ ἀποκλειστικά ἀνθρώπινα πάθη. Ἄς προσέξουμε τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος ἐπισημαίνει, ὅτι τά εἴδωλα ἀπεικονίζουν ἀνύπαρκτα πρόσωπα, εἶναι «νεκρά καί ἄφωνα», (Α΄ Κορ. ιβ, 2) καί μᾶς προτρέπει «Φεύγετε ἀπό τῆς εἰδωλολατρίας» ( Α΄Κορ. ι 14) διότι μέσα ἀπό αὐτά λατρεύεται ὁ διάβολος.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί ,
Στῶμεν καλῶς. Στῶμεν μετά φόβου Θεοῦ. Πρόσχωμεν!
Ἄς μείνουμε μακρυά ἀπό τήν εἰδωλολατρία καί κάθε τί, πού ἔχει σχέση μ’ αὐτήν, ἀκόμη κι ἄν γίνεται γιά πολιτιστικούς λόγους. Οἱ σύγχρονοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά εἴμαστε ἰδιαιτέρως προσεκτικοί ὡς πρός τήν τάση ἑνός τέτοιου εἰδωλολατρικοῦ ἀναχρονισμοῦ. Ἡ Νεοειδωλολατρία δέν εἶναι πρόοδος καί ὁ συγχρωτισμός τῶν κατά τά ἄλλα εὐσεβῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν μέ τέτοιου εἴδους «πολιτισμικά» δρώμενα, δέν τούς ὠφελεῖ καθόλου καί μᾶλλον τούς ἀποκόπτει ἀπό τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀφοῦ οἱ κάθε εἴδους παγανιστικές τελετές ἔχουν ἀναφορά στόν διάβολο.
Ἄς ἀκούσουμε καί πάλι τόν ἀπόστολο Παῦλο νά συμβουλεύει γιά παρόμοια θέματα τούς Κορινθίους: «Μή συνδέεσθε στενά καί μή συνοδοιπορεῖτε μέ ἐκείνους ποῦ δέν πιστεύουν...Διότι ποία συνάφεια καί ἀνάμιξη μπορεῖ νά ὑπάρχη μεταξύ της δικαιοσύνης καί τῆς παρανομίας; Ποία ἐπικοινωνία μεταξύ φωτός καί σκότους; Ποία συννενόηση καί συμφωνία μεταξύ Χριστοῦ καί διαβόλου;» (Β΄ Κορ. στ΄ 15)
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή (βλ. Ἰω. ιδ΄6).
Ὁ Χριστός εἶναι τό φῶς τό ἀληθινόν, τό Ὁποῖο φωτίζει καί ἁγιάζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο. (βλ. Ἰω. α 9). Ἦλθε ὁ Χριστός γιά νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, πληρώνοντας μέ τό Τίμιο Αἷμα Του τό ἀντίτιμο τῆς ἁμαρτίας μας.
Ἀς λυπηθοῦμε τούς ἑαυτούς μας κι ἀς μείνουμε ἑδραῖοι στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ σκοπό τή σωτηρία μας, θεωρώντας ντροπή νά προσβάλουμε τήν θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη δέ καί τή θυσία τόσων Ἁγίων Μαρτύρων, πού ὑπῆρξαν θύματα τῆς εἰδωλολατρικῆς μανίας καί πορφύρωσαν μέ τό αἷμα τους τό οἰκοδόμημα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας στούς αἰῶνες γιά τήν ἀγάπη καί τή δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 19 Ιουλίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα (βλ. Ματθ. θ΄ 27-35) ἀκούσαμε γιά δύο θεραπεῖες πού ἐπετέλεσε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Τήν πρώτη σέ δύο τυφλούς καί τή δεύτερη σέ ἕνα ἄνθρωπο, τόν ὁποῖον ὁ διάβολος εἶχε καταστήσει κωφάλαλο.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἑρμηνεύοντας τήν συγκεκριμένη περικοπή, ἐπισημαίνουν ὅτι ὁ Χριστός δέν περίμενε νά ἔλθουν σ’ αὐτόν οἱ ἀσθενεῖς, ἀλλά Ἐκεῖνος πήγαινε σ’ ἐκείνους γιά νά τούς θεραπεύσει. Γιά τόν λόγο αὐτό λίγο παρακάτω ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ὑπογραμμίζει πώς ὁ Χριστός περιδιάβαινε τίς πόλεις καί τά χωριά κηρύττοντας τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύοντας τίς ἀσθένειες καί τίς ἀδυναμίες του λαοῦ.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἴδιος καί τότε καί σήμερα καί στούς αἰῶνες (βλ. Ἑβρ. ιγ΄ 8) καί περιδιαβαίνει μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία Του τόν κόσμο. Κηρύττει τό ἴδιο Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας καί θεραπεύει τούς ἀσθενεῖς. Παρέχει σέ ὅλους μας ἁπλόχερα δύο μεγάλα ἀγαθά: χάρη καί ὑγεία στήν ψυχή καί τό σῶμα. Γι΄ αὐτό καί στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του συνέστησε νά ζητοῦμε πρῶτα τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνη Του, τήν Χάρη δηλαδή καί ὅ,τι ἀγαθό πράττει γιά ἐμᾶς καί ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά ὁποῖα ἔχουμε ἀνάγκη θά προστεθοῦν ἀπό Ἐκεῖνον στή ζωή μας. (Ματθ. στ΄ 33).
Αὐτό ὅμως ποῦ μᾶς ἐντυπωσιάζει ἰδιαιτέρως στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή εἶναι ἡ αὐστηρή ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, πρός τούς δύο θεραπευμένους τυφλούς, νά μήν ἀναφέρουν πουθενά γιά τήν θαυμαστή ἴαση. Ὁ Χριστός δέν θεράπευε γιά νά ἐντυπωσιάσει, οὔτε γιά νά ἀναγκάσει τούς ἀνθρώπους νά Τόν πιστεύσουν. Γι’αὐτό καί ὅταν κάποιοι, εἴτε ἀπό περιέργεια, εἴτε ἀπό ἄλλα κίνητρα Τοῦ ζητοῦσαν θαυμαστά σημεῖα, ὄχι μόνο δέν θαυματουργοῦσε, ἀλλά καί ἀπαντοῦσε ἀναλόγως. Εἶναι γνωστός ὁ λόγος του, ὅπως τόν διασώζει ὁ εὐαγγελιστής Λουκάς: «Αὐτή ἡ γενεά εἶναι πονηρή. Ζητάει θαῦμα ἀπό τόν οὐρανό, τάχα γιά νά πιστεύσει καί δέν θά τῆς δοθεῖ ἄλλο θαῦμα, ἐκτός ἀπό τό θαῦμα τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ Προφήτη» (βλ. Λουκ. ια΄ 29), ἐννοώντας τήν τριήμερη ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασή Του.
Ὅμως ὅταν σκεφθοῦμε, πώς στήν περίπτωση τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου τῶν Γαδαρηνῶν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός τόν προτρέπει νά ἐπιστρέψει στό σπίτι του καί νά διηγεῖται ὅσα ἔκανε γιά χάρη του ὁ Θεός (βλ. Λουκ. η 39), τότε διερωτώμαστε: Γιατί ὁ Χριστός ἄλλοτε ἀπαγορεύει τήν ἀναγγελία τοῦ θαύματος καί ἄλλοτε ὄχι; Ἐπειδή δέν ὑπάρχει ἀντίθεση στά λόγια τοῦ Κυρίου, μέ τή βοήθεια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ξεκαθαρίζουμε, ὅτι ὁ Χριστός μέ τήν αὐστηρή Του ἐντολή θέλει νά μᾶς διδάξει: «νά μήν λέγωμε τίποτε γιά τούς ἑαυτούς μας, ἀλλά καί νά ἐμποδίζουμε καί αὐτούς πού θέλουν νά μᾶς ἐγκωμιάσουν. Ὅταν ὅμως ἡ δόξα ἀναφέρεται στόν Θεό, ὄχι μόνο δέν μᾶς ἐμποδίζει, ἀλλά μᾶς προστάζει νά τό πράττουμε αὐτό κιόλας.» (ΛΒ΄ Ὁμιλία εἰς τόν κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον) .
Βέβαια οἱ δύο τυφλοί καθόλου δέν ὐπάκουσαν στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐνθουσιασμένοι ἀπό τήν θαυμαστή καί ἄμεση θεραπεία τους, τήν διαλάλησαν σέ ὅλη ἐκείνη τήν περιοχή. Εἶναι σίγουρο πώς ὁ Χριστός θέλησε, ἀπό τήν μιά μεριά νά προφυλάξει τούς πρώην τυφλούς καί ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἐξαιτίας τῆς χάρης τῆς ὁποίας ἔτυχαν ἀπό Ἐκεῖνον καί ἀπό τήν ἄλλη ἤθελε νά ἀποφύγει τή διάθεση τῶν ἀνθρώπων νά Τόν ἀνακηρύξουν βασιλιᾶ ἐξαιτίας τῶν θαυμάτων καί νά Τόν ἀκολουθοῦν γιά νά λύσουν τά βιοτικά καί ὑπαρξιακά τους προβλήματα.
Οἱ πρώην τυφλοί ὅμως δέν ἀντιλήφθηκαν καμμία ἀπό τίς δύο ἐπιφυλάξεις τοῦ Χριστοῦ καί διαλάλησαν τό θαυμαστό συμβᾶν. Καί σέ αὐτό τό σημεῖο ὁμοιάζουν μέ τούς περισσοτέρους ἀπό ἐμᾶς. Διότι κι ἐμεῖς, ἄν καί ὁ Χριστός μᾶς ἄνοιξε τά μάτια μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία Του, συνήθως δέν ὑπακοῦμε στό λόγο τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἐνθουσιασμένοι ἀπό ἐπιτυχεῖς στιγμές τῆς ζωῆς μας, καυχώμαστε καί ὑπερηφανευόμαστε. Ἀκόμη κι ἄν ἀναγνωρίζουμε τήν συμβολή τῆς θείας Χάρης στή ζωή μας, ἐντούτοις πολλές φορές συμπεριφερόμαστε σάν καί ὅλα νά ὀφείλονται στή δική μας δύναμη.
Λέει ὁ Χριστός: Μή κρίνετε κι ἐμεῖς κατακρίνουμε τούς πάντες μέχρι σημείου συκοφαντίας, χωρίς πολλές φορές νά ἔχουμε ὄχι ἀποδείξεις, ἀλλά οὔτε ἐνδείξεις γιά ὅσα μαρτυροῦμε. Πού ἀκόμη κι ἄν εἴχαμε ἀποδείξεις, οὔτε μᾶς περνᾶ ἀπό τό μυαλό, ὅτι ἡ κρίση εἶναι τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τῶν ἀνθρώπων. Καί πῶς τό καλύτερο, πού ἔχουμενά κάνουμε εἶναι νά καλύψουμε τόν συνάνθρωπο, προσευχόμενοι γιά τήν μετάνοια καί τή σωτηρία του καί σκεπτόμενοι ὅτι καί ἐμεῖς ἁμαρτωλοί εἴμαστε και πῶς ἀφοῦ κι ἐμᾶς μᾶς ἀνέχεται ὁ Θεός, ἄς σιωπήσουμε ζητώντας τό ἔλεός Του καί γιᾶ ἐμᾶς καί γιά τούς ἄλλους.
Λέει ὁ Χριστός: Μή γίνεσθε σκληροί στούς ἀνθρώπους. Μήν περιμένετε πίσω τά δανεικά σας. Μήν φιλοξενεῖτε αὐτούς πού μποροῦν νά σᾶς τό ἀνταποδώσουν, ἀλλά ἐκείνους πού ἔχουν ἀνάγκη καί ἀδυνατοῦν νά ἀντιπροσφέρουν, ἀλλά ἐμεῖς κάνουμε τά ἀντίθετα θεωρώντας μεγαλύτερη ὑποχρέωση τήν τιμή στόν ἄνθρωπο καί ὄχι στόν Θεό.
Ἄλλα θέλει ὁ Θεός κι ἐμεῖς ἄλλα νά πράττουμε. Ἄλλα ζητεῖ ὁ Χριστός κι ἐμεῖς ἄλλα θέλουμε στή ζωή μας. Εἴτε σέ θέματα προσωπικά, εἴτε σέ θέματα κοινωνικά. εἴτε σέ θέματα, πού ἀφοροῦν στή σχέση μας μέ τόν Θεό. Πολλές φορές οἱ σειρῆνες τοῦ κόσμου μᾶς παρασέρνουν. Μᾶς ἐνδιαφέρει πιό πολύ ὁ ἔπαινος τοῦ κόσμου καί ἐργαζόμαστε γι’αὐτό, ξεχνώντας δυστυχῶς ὅτι εἶναι καλύτερο νά μήν λάβουμε ἐδῶ τήν ἀνταπόδοση τῆς ἀγαθοεργίας μας, ἀλλά νά μᾶς τήν χρωστᾶ ὁ Χριστός στή Δευτέρα Παρουσία Του.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἄν ἐξετάσουμε τήν ζωή τοῦ σήμερα ἑορταζομένου Ἁγίου Μάρτυρος Φωκᾶ, ἀλλά καί ὅλων ὅσων αὐτές τίς ἡμέρες τιμᾶμε τήν μνήμη τους, ὅπως τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος και ἄλλων, θά διαπιστώσουμε, ὅτι πρῶτα καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἐπέδειξαν πίστη καί ἀφοσίωση στόν Χριστό μέχρι θανάτου. Διέδωσαν μέ ζηλευτή ἱεραποστολική διάθεση τόν λόγο καί τά θαυμαστά ἔργα τῆς Χάρης Του. Παράλληλα ἀπέτρεψαν ὁποιαδήποτε ἔννοια τιμῆς γιά τό πρόσωπό τους καί ἀρνήθηκαν κάθε καύχηση, πού ἁπλόχερα εἶχαν στή διάθεσή τους καί κανείς δέν θά τούς παρεξηγοῦσε. Δέν δείλιασαν μπροστά στούς ἄρχοντες, τούς μεγάλους καί δυνατούς τοῦ κόσμου. Ἀρνήθηκαν ὅποια δόξα καί τιμή τούς ἀντιπροσφέρθηκε γιά νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό, γνωρίζοντας καλά ὅτι αὐτό συνεπαγόταν τήν μαρτυρική τους τελείωση.
Αὐτό εἶναι τό ἦθος καί τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα, πού πρέπει νά μας χαρακτηρίζει. Τό πλέον σημαντικό εἶναι νά γνωρίζουμε τί θέλει ὁ Θεός καί νά ὑπακούουμε στό θέλημά Του, ἀφήνοντας μέ εὐγένεια καί φρόνημα ταπεινό νά φανερώνεται ὁ Χριστός μέσα ἀπό ἐμᾶς καί ὄχι ἐμεῖς μέσα ἀπό τόν Χριστό. Καί κυρίως νά προσέχουμε νά μήν προδώσουμε ἀπερίσκεπτα τόν Χριστό, εἴτε μέ κάποια ἄστοχη ἐνέργεια ἤ κουβέντα, εἴτε μή ὑπερασπιζόμενοι τό ὄνομά Του καί τήν Ἐκκλησία Του.
Ἕνας σύγχρονος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, συμβουλεύει: «Τά πάντα δῶσε γιά τόν Χριστό, τόν Χριστό μή δώσεις γιά τίποτε» .
Ἔτσι μέ τή ζωή μας θά διηγούμαστε τά μεγαλεῖα Του, μαρτυρώντας ἔργῳ καί λόγῳ τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Κι αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη πρόσκληση στούς ἀνθρώπους γύρω μας, γιά νά ἔρθουν στήν Ἐκκλησία καί νά ζήσουν τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς στήν πράξη. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 11 Ιουλίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Σήμερα τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα εἶναι ἕνα τμῆμα ἀπό τήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου μας (Ματθ. ε΄14-19). Ἀπευθυνόμενος ὁ Χριστός στούς Μαθητές καί τούς ἀνά τούς αἰῶνας Χριστιανούς, τούς ὀνομάζει φῶς τοῦ κόσμου .
Πρόκειται γιά μία ἔκφραση ἐντυπωσιακή, τήν ὁποία χρησιμοποίησε πρῶτα ὁ Σωτῆρας Χριστός γιά νά περιγράψει τό Θεανδρικό Του Πρόσωπο, λέγοντας: «Ἐγώ εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὅποιος μέ ἀκολουθεῖ δέν θά περπατήσει στό σκοτάδι, ἀλλά θά ἔχει τό φῶς τῆς ζωῆς.» (βλ. Ἰω. η΄ 12). Αὐτός ὁ λόγος μάλιστα γράφεται συχνά στό ἀνοιχτό Εὐαγγέλιο, πού κρατεῖ ὁ Χριστός, ὅταν ἀπεικονίζεται ὡς ὁ Παντοκράτωρ Κύριος.
Ὁ Χριστός εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινό, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στό κόσμο, σημειώνει μέ ἔμφαση στήν ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου του ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος, κατά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἐπί τοῦ ὄρους Θαβώρ, γεύθηκε τήν ἐμπειρία τῆς ἄκτιστης φωτοχυσίας Του. Ἀλλά καί μετά τήν θεία Μεταμόρφωση, οἱ Μαθητές ἔλαβαν τό ἀνέσπερο φῶς, πού ἀνέτειλε ἀπό τόν Πανάγιο Τάφο, ἀπό τήν ὁλόλαμπρη δόξα τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου κι ὅπως γλαφυρᾶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μαρτυρεῖ «ἔγιναν αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος» (βλ. Β΄ Πέτρ. Α 16) Ἀκόμη καί τόν Παῦλο τόν περιέλαμψε ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί τον μετέβαλε ἀπό διώκτη σέ διαπρύσιο κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου. (βλ. Πραξ. κς 13)
Ἄρα λοιπόν οἱ Μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί ὅσοι Τόν ἀκολουθοῦν ἀνά τούς αἰῶνας λαμβάνουν φῶς ἀπό Ἐκεῖνον. Φῶς ἄκτιστο, ἄδυτο καί πνευματικό, πού φωτίζει τό σκοτάδι τῆς ζωῆς καί τοῦ δρόμου τους καί τούς καθιστᾶ κι ἐκείνους φῶς γιά τόν κόσμο. Καί ὅπως τό φῶς τό ὑλικό, φωτίζει, θερμαίνει καί καθαρίζει, ἔτσι καί οἱ Χριστιανοί μποροῦν καί πρέπει νά εἶναι στήν πράξη τῆς ζωῆς τους, τό φῶς πού θά φωτίζει τήν ψυχή, θά θερμαίνει τήν καρδιά καί θά διώχνει ἀπό τόν ἄνθρωπο τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας.
Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριός μας ἐπισημαίνει, ὅτι μοιάζουμε μέ λυχνάρια, πού ὅταν τά ἀνάβουν δέ τά τοποθετοῦν κάτω ἀπό τό τραπέζι, ἀλλά ψηλά, ὥστε νά φωτίζουν ὅλο τό σπίτι. Κι ὅπως μία πόλη, πού βρίσκεται πάνω στό ὄρος φαίνεται ἀπό παντοῦ, ἔτσι κι ὁ κόσμος παρατηρεῖ τήν ζωή τῶν Χριστιανῶν. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔχουμε εὐθύνη γιά τό φῶς πού λάβαμε ἀπό τόν Χριστό, ὥστε νά λάμπει καί νά φωτίζει τούς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θά βλέπουν τά καλά μας ἔργα καί θά δοξάζουν τόν Πατέρα μας στούς Οὐρανούς.
Τόσο μεγάλη καί σπουδαία εἶναι ἡ εὐθύνη μας ὡς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ὄχι μόνο πρέπει ἐμεῖς νά ζοῦμε φωτεινή ζωή, ἀλλά και τούς ἄλλους νά φωτίζουμε καί νά ἀποτελοῦμε τό πρότυπο καί τό παράδειγμά τους. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας φροντίζει, ὥστε ἀκόμη κι ὅταν ἡ ἁμαρτία ἐπιχειρεῖ νά ἀποκρύψει τόν φωτισμό τοῦ Χριστοῦ ἀπό τή ζωή μας, νά ἔχουμε τήν δυνατότητα μέ τήν ἐξομολόγηση καί τήν θεία Κοινωνία νά ἀνανεώνουμε τόν θεῖο φωτισμό στήν ψυχή μας.
Αὐτή ἡ εὐθύνη, νά εἶναι δηλαδή οἱ Χριστιανοί τό φῶς τοῦ κόσμου, ξεσήκωσε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στά μέσα τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ., ἐναντίον τῆς αἴρεσης τοῦ μονοφυσιτισμοῦ, πού δίδασκε πώς ὁ Χριστός ἔχει μία φύση καί ἐθεωρεῖτο μόνο Θεός, ἐνῶ εἶναι Θεάνθρωπος. Ἔτσι λοιπόν τό 451 μ.Χ. συγκεντρώθηκαν στήν Χαλκηδόνα τῆς Κωνσταντινουπόλεως 630 θεοφόροι Πατέρες ἀπό ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τῆς τότε Ὀρθόδοξης Οἰκουμένης καί συγκρότησαν τήν Τετάρτη κατά σειρά Οἰκουμενική Σύνοδο, τούς ὁποίους καί τιμᾶμε σήμερα.
Ἡ Γ΄Οἰκουμενική Σύνοδος, πού εἶχε προηγηθεῖ στήν Ἔφεσο τό 431 μ.Χ. ἀποφάνθηκε, ὅτι ἐξαιτίας τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων τῆς θείας καί τῆς ἀνθρώπινης πάνω στήν μία ὑπόσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού συνέβη στήν πάναγνη γαστέρα τῆς Παναγίας μας, ἡ Παναγία ὀνομάζεται Θεοτόκος , ἐπειδή γέννησε Θεό καί Ἀειπάρθενος , ἐπειδή παραμένει Παρθένος πρίν τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, Παρθένος κατά τήν γέννησή Του καί Παρθένος καί μετά ἀπό αὐτήν.
Εἴκοσι (20) χρόνια μετά, ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἀφοῦ ἐπικύρωσε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, πού προῆλθε ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (Νίκαια 325μ.Χ.) καί τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (Κωνσταντινούπολη 381 μ.Χ.) προχώρησε στήν ὁριστική διατύπωση τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος. Καταδίκασε τόν Μονοφυσιτισμό καί παράλληλα διασαφήνισε, πώς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος .
Ὡς Θεός , κατά τήν θεϊκή του φύση δηλαδή, γεννᾶται ἀπό τόν Πατέρα καί εἶναι μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πρό πάντων τῶν αἰώνων καί μετά ἀπό αὐτούς.
Ὡς ἄνθρωπος , κατά τήν ἀνθρώπινη φύση δηλαδή, γεννᾶται ἐν χρόνῳ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἔκτοτε ὡς Θεάνθρωπος σώζει τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρώπινης ἔγινε στήν μία ὑπόσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, μιά γιά πάντα «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως», ὅπως ἐπισημαίνεται στόν Ὅρο τῆς Συνόδου.
Ὅταν βέβαια συντάχθηκε ὁ Τόμος μέ τήν Ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία, ὅπως πάντοτε πίστευε καί κήρυττε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ αἰρετικοί Μονοφυσῖτες, παρά τήν καταδίκη τους, συνέταξαν κι ἐκεῖνοι ἕνα Τόμο, πού περιεῖχε τίς αἱρετικές τους δοξασίες. Ἐνώπιον λοιπόν αὐτοῦ τοῦ ἀδιεξόδου, ὁ Χριστός, τό ἀληθινό Φῶς ἐφώτισε τούς Πατέρες νά ἀνοίξουν τήν λάρνακα, μέσα στήν ὁποία εὑρισκόταν τό ἱερό λείψανο τῆς Ἁγίας ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας καί τοποθετήσουν τούς δύο τόμους, τόν ὀρθόδοξο καί τόν αἰρετικό, ἐπί τοῦ στήθους τῆς Ἁγίας, ἀναμένοντας τήν ἀπάντηση ἐκ Θεοῦ. Καί ὤ! τοῦ θαύματος, ὅταν μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες ἄνοιξαν τήν λάρνακα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου μέ συγκίνηση εἶδαν, πώς ἡ Ἁγία κρατοῦσε στά χέρια της τόν Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων καί μέ τά πόδια της καταπατοῦσε τό αἰρετικό κείμενο τῶν Μονοφυσιτῶν.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν εἶναι μιά ἀκόμη θρησκεία, ἀνάμεσα στίς πολλές. Οὔτε σύγκριση δέν μπορεῖ νά γίνει μέ τίς θρησκεῖες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι «ὁ στῦλος καί τό ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας» (Α΄Τιμ. γ 15). Τήν ἀλήθεια αὐτή τήν ἀπεκάλυψε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός καί μᾶς διαβεβαίωσε λέγοντας: «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄ 6). Εἶναι σάν νά μᾶς λέει: Ἐγώ εἶμαι ὁ δρόμος, ἐγώ εἶμαι ὁ τρόπος νά περπατάτε στόν δρόμο, ἐγώ εἶμαι ἡ ἐμπειρία, πού λαμβάνετε περπατώντας στό δρόμο μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς Μου. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τήν εὐκαιρία κι ἐμεῖς ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, νά βιώνουμε τήν θεοειδῆ ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ἀλήθειας καί ζωῆς. Νά λαμβάνουμε καί νά διατηροῦμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Νά ζοῦμε στό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καί αὐτό τό φῶς νά μεταλαμπαδεύουμε μέ τή ζωή καί τό ἔργο μας καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 04 Ιουλίου 2023 .
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὅπως εἴχαμε ἀναγγείλει τήν προηγουμένη Κυριακή, σήμερα, ἐπειδή τελευταῖα γίνεται πολύς λόγος γίνεται γιά τήν καύση τῶν νεκρῶν ἀντί τῆς ταφῆς τους, θά ἀναφερθοῦμε ἐκτενέστερα στήν θεολογική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπ’ αὐτοῦ.
Ἀρχικῶς νά τονίσουμε, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν ἐπιτρέπει νά κακοποιεῖται ἤ νά καταστρέφεται τό ἀνθρώπινο σῶμα, διότι εἶναι ὁ Ναός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει στούς Κορινθίους μέ αὐστηρότητα: "Δέν ξέρετε ὅτι εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας; Ἄν κάποιος φθείρει τό ναό τοῦ Θεοῦ, θά φθείρει αὐτόν ὁ Θεός. Γιατί ὁ ναός τοῦ Θεοῦ εἶναι ἅγιος, οἱ ὁποῖοι εἶστε ἐσεῖς" (Ἅ' Κορ. γ' 16-17). Ἀφ’ᾗς στιμῆς λοιπόν ἡ καύση τῶν νεκρῶν ἀνθρωπίνων σωμάτων τά καταστρέφει, ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία καί τήν ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.
Ἐκτός τοῦτου γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ ταφή τῶν νεκρῶν ἀποτελεῖ ἀπόρροια τῆς δογματικῆς της διδασκαλίας, καθώς στήν ταφή τά νεκρά σώματα παραδίδονται στή διαφθορά, ἀλλά δέν καταστρέφονται, ὅπως μέ τήν καύση καί μέλλουν νά ἀναστηθοῦν κατά τήν προσδοκώμενη ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὁπότε και θά ἑνωθοῦν μέ τίς ψυχές.
Ἀρκεῖ νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ἀπό τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀπέθανε, ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη φύση Του, πάνω στόν Τίμιο Σταυρό καί ἐνταφιάσθηκε, καθιστώντας τό κενό Του Μνημεῖο σημεῖο ἀναφορᾶς, ἔχουμε ἠθική ὑποχρέωση νά Τόν μιμηθοῦμε. Ἐξάλλου ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του ἔγινε πρωτότοκός των νεκρῶν (βλ. Κολοσ. α' 18), δηλαδή ἀναστήθηκε πρῶτος ἀπό ὅλους ἐμᾶς πού θά ἀκολουθήσουμε τήν ἴδια πορεία καί πεθαίνοντας θά ἐνταφιασθοῦμε προσδοκώντας τήν ἀνάστασή μας. Ἐπίσης τό σῶμα μας δημιουργήθηκε ἀπό τό χῶμα, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί στό χῶμα ἐπιστρέφει προσωρινά σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. Γ΄ 19).
Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπίσης, τιμᾶ ἰδιαιτέρως τά ἱερά λείψανα τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων, πού δέν θά τά εἴχαμε ἄν εἶχαν ἀποτεφρωθεῖ. Ἡ Ἐκκλησία μας μέ ἐνάργεια φιλοσοφεῖ τήν ματαιότητα τῆς ζωῆς στά Κοιμητήρια. Ἀκόμη κι ἡ ὀνομασία κοιμητήριο δηλώνει τήν παροδική κατάπαυση. Τό σῶμα κοιμᾶται τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, ἡ ψυχή ὅμως συνεχίζει νά ζεῖ σέ ἄλλη διάσταση μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία καί τήν ἀνάσταση τοῦ σώματος.
Ἐκτός ὅμως ἀπό τά ὅσα ἀναφέρθηκαν, ἡ καύση τῶν νεκρῶν δέν εἶναι σύμφωνη, οὔτε μέ τό ἦθος καί τά ἔθιμά μας ὡς Ἑλλήνων.
Ἀπό τήν ἀρχαιότητα γνωρίζουμε ὅτι οἱ Ἕλληνες πρόγονοί μας ἐνεταφίαζαν τούς νεκρούς καί μάλιστα σώζονται καί περίτεχνοι τάφοι, ὅπως ὁ τύμβος τοῦ Μαραθώνα.
Οἱ Ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, ἀκόμη κι ὅταν ἀναγκάζονταν νά καύσουν τά σώματα τῶν νεκρῶν στρατιωτῶν στά πεδία τῶν μαχῶν, φοβούμενοι τίς ἐπιδημίες, συγκέντρωναν τά ὁστά καί τήν στάχτη μέσα σέ μεγάλα πήλινα δοχεῖα, ὅπου τά ἐνεταφίαζαν κατά τήν ἐπιστροφή τους, ὅπως μᾶς διασώζει ὁ Θουκυδίδης στόν μνημειώδη Ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους καθώς τέτοιες λήκιθοι ἤρθαν στό φῶς ἀπό τίς ἀνασκαφές τοῦ ΜΕΤΡΟ στόν Κεραμεικό. Στόν Ἐπιτάφιο αὐτό ὑπάρχει καί τό γνωστό ρητό τό ὁποῖο σύν τοῖς ἄλλοις κοσμεῖ καί τό ταφικό μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου: «Ἀνδρῶν γάρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος».
Ὁ μεγάλος τραγικός μας ποιητής ἐπίσης ὁ Σοφοκλῆς στήν τραγωδία του «Ἀντιγόνη» τῆς ὁποίας τό περιεχόμενο ἐρείδεται πάνω ἀκριβῶς στήν ἐπιχείριση ταφῆς τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ της Πολυνείκη, παρά τήν ἀντίθετη διαταγή τοῦ βασιλιᾶ Κρέοντα, ἡ Ἀντιγόνη θυσιάζει τήν ζωή της γιά νά ἐνταφιάσει τόν ἀδελφό της λέγοντας μάλιστα «καλόν μοι τοῦτο ποιούσῃ θανεῖν» τό ὁποῖο σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοση σημαίνει, εἶναι καλό νά ἐνταφιάσω τόν Ἀδελφό μου κις ἄς πεθάνω γι’αὐτό.
Ὅμως καί στή νεώτερη Ἱστορία μας ἀπό τά ἀπομνημονεύματα τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821 μαθαίνουμε, πώς ἀποφασιζόταν ἀνακωχή τοῦ πολέμου γιά νά ἐνταφιαστοῦν οἱ ἑκατέρωθεν νεκροί.
Ὅσοι ἐπίσης διώχθηκαν ἀπό τίς πατρογονικές ἑστίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τό 1922, μαζί τους ἔφεραν ἱερές εἰκόνες καί ἱερά λείψανα, ὡς τά πολύτιμα κειμήλια τῆς ζωῆς τους.
Στόν Ἐθνικό μας Ὕμνο ἐπίσης ἡ ἐλευθερία ἔρχεται "ἀπ' τά κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά" καί ὄχι ἀπό τήν στάχτη τους!
Ἡ καύση τῶν νεκρῶν στερεῖται τῆς πίστεως τῆς αἰώνιας ζωῆς καί τῆς βεβαιότατης ἐλπίδας τῆς ἀπολαύσεως τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Μπορεῖ ἡ καύση τῶν νεκρῶν νά περιβάλλεται ἀπό διάφορα λογικοφανή ἐπιχειρήματα, ἀλλά δέν ἔχει βάσεις καί ἐρείσματα οὔτε στήν Ἁγία Γραφή καί τήν Ἱερά Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, οὔτε ὅμως στήν ἀρχαία καί νεώτερη πολιτισμική μας κληρονομιά.
Η καύση τῶν νεκρῶν ἀποτελεῖ στυγνή ἔκφραση μηδενισμοῦ, διότι καταστρέφει καί ἐξαφανίζει μέ αὐθάδεια τό ἀνθρώπινο σῶμα, κόντρα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μεγάλο κρίμα στό ὄνομα μιᾶς ἀπροσδιόριστης ἐλευθερίας καί ένεκα τοῦ σεβασμοῦ της τελευταίας ἐπιθυμίας τοῡ ἀποθανόντος, ὁ ὁποῖος εἶχε ζητήσει νά ἀποτεφρωθεῖ, να τηρεῖται ἀπό τούς συγγενεῖς μιά ἀφιλάνθρωπη στάση και να τόν παραδίδουν ὄχι απλά στην καύση, αλλά στην ἀποτέφρωση και τον ἀφανισμό, στερώντας του και όλες τις προσευχές της Εκκλησίας.
Εἶναι κρίμα νά πληθαίνουν ὁλοέν καί περισσότερο ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νά καοῦν μετά τόν θάνατό τους. Εἶναι κρίμα, πού δέν ἀγωνιοῦμε γιά τήν σωτηρία μας, ἀδιαφορώντας τόσο γιά τήν ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καί τῶν προγόνων μας.
Ἡ καύση τῶν νεκρῶν στερεῖται τοῦ συναισθήματος καί τῆς ζεστασιᾶς τοῦ προσωρινοῦ ἀποχαιρετισμοῦ τοῦ κεκοιμημένου. Ἀντί ἀγάπης πρός τόν κεκοιμημένο ἐκφράζει μιά ἀδικαιολόγητη ἀντιπάθεια, ἕνα μίσος πρός τόν ἄνθρωπο, τό σῶμα του καί τήν ψυχή του. Στερεῖται τῆς φροντίδας του, ὡς ἐποφειλομένης τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης στό πρόσωπο τοῦ παπποῦ, τῆς γιαγιᾶς, τοῦ πατέρα, τῆς μητέρας, τοῦ υἱοῦ, τῆς κόρης τοῦ ἐγγονοῦ, τῆς ἐγγονῆς, τῶν θείων, τῶν ἀνεψιῶν, τῶν συγγενῶν, τῶν φίλων καί τῶν ἐχθρῶν ἀκόμη, μέ ὅλη τήν ἱερότητα πού τούς συνοδεύει. Κυρίως ὅμως στερεῖ τήν φιλότιμη ἔκφραση τῆς συνοδείας τοῦ κεκοιμημένου στήν τελευταία ἐπί γῆς προσωρινή κατοικία μέχρι τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
Τό ἀποτεφρωτήριο ἔναντι του κοιμητηρίου στερεῖται ὅλης αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τήν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τήν ὀνομάζουμε κηδεία, ἀπό τό ρῆμα κήδομαι τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας, πού σημαίνει φροντίζω. Μιά φροντίδα πού δέν σταματᾶ στήν ταφή, ἀλλά συνεχίζεται διά βίου, διότι ἐπιστρατεύει τήν ἀγάπη μέσα ἀπό τήν προσευχή, τήν λειτουργική μνημόνευση, τόν εὐτρεπισμό τοῦ μνήματος, τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ, τά ἄνθη πού ἀνάγουν στόν χλοερό τόπο τῆς ἀνάπαυσης τῆς ψυχῆς καί τόν σταυρό στό προσκεφάλι τοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ, πού κοιμᾶται τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, βλέποντας πρός τήν ἀνατολή, ἔτοιμος νά σηκωθεῖ, στό ἐγερτήριο σάλπισμα τῆς Δευτέρας Παρουσίας!
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἔχουμε σκεφθεῖ ποτέ, πώς ὁ Θεός καταδέχθηκε νά πεθάνει καί νά ἀναστηθεῖ γιά νά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος αἰωνίως κι ο ἄνθρωπος τώρα νά ἐπιθυμεῖ νά καεῖ γιά νά εἶναι αἰωνίως νεκρός; Νά θέλει ὁ Θεός νά σώσει τόν ἄνθρωπο, κι ἐκεῖνος νά θέλει νά χαθεῖ! Δυστυχῶς!
Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων, ἀπαιτεῖ τήν τιμή τοῦ ἐνταφιασμοῦ στούς κεκοιμημένους καί τήν ἀπαραίτητη πνευματική συμπαράστασή μας γιά τήν ἀνάπαυσή τους, ἐν ἀναμονή καί τῆς δικῆς μας μεταστάσεως, ὅταν θελήσει ὁ Θεός, καί τῆς ἀναστάσεώς μας ἐκείνη τήν ἡμέρα γιά τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 29 Ιουνίου 2023 .
Μέ αἰσθήματα θλίψεως καί πικρίας ἀνακοινώνεται διά τοῦ παρόντος ἡ ματαίωση καί τῶν τεσσάρων περιόδων τῶν παιδικῶν Κατασκηνώσεων τοῦ Κότσικα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς Σάμου, Ἰκαρίας καί Κορσεῶν, γιά λόγους ἀνωτέρους τῆς θελήσεώς μας.
Παρά τό ὅτι τό Γραφεῖο Νεότητος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας κατέθεσε ἐμπρόθεσμα τό αἴτημά του γιά τήν λειτουργία τῶν παιδικῶν κατασκηνώσεων «Παναγία τοῦ Κότσικα», ἐντούτοις λόγῳ ὁρισμένων ἐργασιῶν, πού ἔπρεπε νά ὁλοκληρωθοῦν γιά νά προσκομισθοῦν τά ἀπαραίτητα δικαιολογητικά καί λόγῳ τῶν χρονοβόρων διαδικασιῶν, ἀλλά καί τῆς γνωστῆς γραφειοκρατίας, ἐν μέσῳ μάλιστα μακρᾶς προεκλογικῆς περιόδου, ὁ φάκελλος δέν κατετέθη ἐντός τῶν προκαθορισμένων χρονικῶν ὁρίων, μέ ἀποτέλεσμα τό ἁρμόδιο τμῆμα τῆς Περιφερείας Βορείου Αἰγαίου, μέ μόνη αὐτήν τήν δικαιολογία, ἐμμένοντας στό γράμμα τοῦ νόμου, νά μήν παράσχῃ τήν νενομισμένη ἄδεια λειτουργίας τῶν παιδικῶν μας κατασκηνώσεων.
Ὡς ἐκ τούτου καί παρά τό ὅτι εἴμασταν καθ’ ὅλα ἔτοιμοι καί κυρίως ἔχοντας ὅλα τά ἀπαραίτητα δικαιολογητικά, γιά τήν ἔκδοση τῶν ὁποίων ἐργασθήκαμε νυχθημερόν καί ἐμπόνως, προβαίνοντας μάλιστα σέ πολλά ἔξοδα, ἐν καιρῷ οἰκονομικῆς δυστοκίας, ὥστε νά μήν ὑπάρχουν ἁπλῶς κάποια ἔγγραφα, ἀλλά νά ἀνταποκρίνονται στήν πραγματικότητα, ἐντούτοις δυστυχῶς δέν μποροῦμε νά ὑποδεχθοῦμε τούς κατασκηνωτές καί τά στελέχη μας.
Ἐπιθυμία μας, ὅπως καί γιά ὅλα τά προηγούμενα 27 χρόνια –πλήν τῶν ἐτῶν 2020-2022, κατά τά ὁποῖα οἱ κατασκηνώσεις δέν λειτουργήθηκαν λόγῳ κορωνοϊοῦ- ἦταν νά μπορέσουμε νά προσφέρουμε στά παιδιά τῶν ἀκριτικῶν μας Νησιῶν, ὀλιγοήμερη ξεκούραση σέ συνδυασμό μέ τήν ἐν Χριστῷ ζωή, τήν πνευματική τους κατάρτιση, τήν γνωριμία μέ τόν λατρευτικό πλοῦτο τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσή μας.
Ἐν κατακλείδει ἐπισημαίνουμε, ὅτι αἰσθανόμαστε ἀδικημένοι. Διότι ἔστω καί ἐκπρόθεσμα ὁ φάκελλος Λειτουργίας τῶν Παιδικῶν Κατασκηνώσεων εἶναι πλήρης καί ἐγγυᾶται τήν ἀσφαλῆ διαμονή καί φιλοξενία τῶν παιδιῶν μας. Ἀὐτή εἶναι ἡ οὐσία καί ἀνταποκρίνεται στό πνεῦμα τοῦ νόμου, τό ὁποῖο κατ’ ἐντολήν τοῦ Κυρίου μας ἡ Ἐκκλησία μας διακονεῖ στόν κόσμο μας, ὑπερβαίνοντας μέ διάκριση πάντοτε τό γράμμα τοῦ νόμου, μέ σκοπό τήν κατά Θεόν προκοπή τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι τήν χωρίς ὄφελος ταλαιπωρία τους.
Εκτύπωση
Email