«Τά ὅπλα τοῦ φωτός» Κυριακή 17 Μαρτίου 2024 - † Τῆς Τυρινῆς (Ρωμ. ιγ΄11 - ιδ΄4))
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα μέσα ἀπό τον ὑμνολογικό Της πλοῦτο μᾶς ὑπενθυμίζει την πτώση τῶν Πρωτοπλάστων και την ἔξωσή τους ἀπό τον Παράδεισο, πού σήμανε ταυτόχρονα τον πνευματικό θάνατο τοῦ Ἀδάμ και τῆς Εὔας και μέσῳ αὐτῶν την πνευματική νέκρωση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ ἄνθρωπος μακρᾶν τοῦ Θεοῦ γυμνώθηκε ἀπό την θεία Χάρη, στράφηκε στην κτίση κι ἐκφυλίσθηκε ψυχοσωματικά, με ἀποτέλεσμα να ὑποδουλωθεῖ στα ὑλικά ἀγαθά και τίς αἰσθήσεις του.
Γι’ αὐτό και σήμερα ἀκούσαμε ἀπό τον Ἀπόστολο Παῦλο να ἐπισημαίνει μέσα ἀπό την προς Ῥωμαίους ἐπιστολή του τον δρόμο, πού χάραξε ὁ Θεός στην ἄπειρη ἀγάπη Του για τήν ἐπιστροφή μας στο «ἀρχαῖον κάλλος», ὅπως ἀκοῦμε να ψάλλεται με ἀγωνία στα νεκρώσιμα εὐλογητάρια, ὅταν προσευχόμαστε για τη σωτηρία τοῦ ἀποθανόντος.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μάλιστα χρησιμοποιεῖ μια ἐκφραστική εἰκόνα λέγοντας: «Ἄς ἀφήσουμε λοιπόν τά ἔργα τοῦ σκότους κι ἄς ἐνδυθοῦμε τά ὅπλα τοῦ φωτός». Το να ἐγκαταλείψεις και να ἀποστραφεῖς τά σκοτεινά ἔργα καί να ἀναλάβεις τά ὅπλα τοῦ φωτός εἶναι αὐτό, πού ὀνομάζουμε κάθαρση στην Ὀρθόδοξη Πνευματικότητα και συνοψίζεται στον ἀγῶνα κατά τῆς ἁμαρτίας.
Ὡς ἔργα τοῦ σκότους ἀναφέρονται πολλές κοσμικές συνήθειες, γνωστές και σήμερα, ἄν σκεφθοῦμε τά ὅσα διεκτραγωδοῦνται κατά τις ἡμέρες τοῦ «καρναβαλιοῦ». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δεν κρύβει τά λόγια του και ὁμιλεῖ ξεκάθαρα για κώμους, δηλαδή ἄσεμνα τραγούδια, για μεθύσια, ἀσέλγειες και σαρκικές ἁμαρτίες, θυμούς και φιλονεικίες. Ὅλα αὐτά βεβαίως συνιστοῦν καταστάσεις πτώσεως και σκοτασμοῦ για τον ἄνθρωπο και δεν τον τιμοῦν καθόλου, ἄν και ἡ κοινωνία στην ὁποία ζοῦμε, μᾶς ἔμαθε νά τά βλέπουμε ὡς ψυχαγωγία, θεωρώντας την ἁμαρτία ὡς διασκέδαση! Το κατάντημα αὐτό, το περιγράφει πολύ ὄμορφα ὁ Δαβίδ στον 48ο Ψαλμό του: «Ὁ ἄνθρωπος, ἄν και τιμήθηκε ἀπό τον Θεό με την κατ’ εἰκόνα και καθ’ ὁμοίωσιν δημιουγία του, δεν το ἀντιλήφθηκε, οὔτε το κατάλαβε, ἀλλ’ ἐξίσωσε τον ἑαυτό του με τά ζῶα, τά οποῖα ὅμως οὔτε νοῦ ἔχουν, οὔτε ψυχή λογική και δυστυχῶς ὁμοιώθηκε με αὐτά» (βλ. ΜΗ΄13).
Ὁ πιστός κι εὐσυνείδητος Χριστιανός ὀφείλει να κρατήσει ἀποστάσεις ἀπό ὅλη αὐτήν την ἀκαταστασία κι ἄς παραμένει στην μειοψηφία τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου. Δεν πρέπει να μετρᾶ στη συνείδησή μας ἡ δύναμη κι ὁ ἀριθμός, ἀλλά ἡ ἀρετή καί το καθῆκον μας ἔναντι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ὀφείλουμε να διαχωριζόμαστε ἀπό τούς πολλούς, ὅταν πρόκειται για την πίστη, την ἐλευθερία και την τιμή μας! Ἔτσι μόνο θα μποροῦμε να ἀποθέσουμε τά ἔργα τοῦ σκότους και να ἐνδυθοῦμε τά ὅπλα τοῦ φωτός.
Με τη βοήθεια πάντοτε τῆς ἐμπειρίας και τῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τά εὑρίσκουμε στην ἀπαραίτητη παρουσία τοῦ πνευματικοῦ Πατέρα, καλούμαστε ἀπό αὔριο να ἐπιδοθοῦμε σέ μία ἰδιαίτερη πνευματική προσπάθεια, ἡ ὁποία ἀφορᾶ τόσο στο σῶμα μας, ὅσο και την ψυχή μας. Ἡ αὐστηρότερη νηστεία και ἡ περισσότερη προσευχή εἶναι τά χαρακτηριστικά τῆς Ἁγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί παράλληλα εἶναι και τά ὅπλα τοῦ φωτός, με τά ὁποῖα θα πολεμήσουμε την ἁμαρτία και θα ἐξυγιάνουμε την ἀνθρώπινη φύση μας, πού ἀσθενεῖ. Ἔχουμε πεῖ κι ἄλλες φορές, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι κατά βᾶσιν ἀσκητική και σκοπός τῆς ἄσκησης εἶναι ἡ θεραπεία μας ἀπό την ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας. Κι ὅπως κάποιος θεραπεύεται ἰατρικῶς, ἔτσι σώζεται και ἐκκλησιαστικῶς, ἀκολουθώντας δηλαδή κι ἐφαρμόζοντας τη θεραπευτική μέθοδο, πού ὁρίζει ὁ Γιατρός. Και στην προκειμένη περίπτωση δεν ὁμιλοῦμε για ἄνθρωπο γιατρό, ἀλλά για τον Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τον Ἰατρό τῶν ψυχῶν και τῶν σωμάτων μας.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πώς ἡ νηστεία σέ συνδυασμό με την πλούσια λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατά την Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ἀποτελοῦν την ἰατρική συνταγή για την θεραπεία μας. Ἄς προσέξουμε ὅμως σέ κάτι σημαντικό. Δεν νηστεύουμε για να λέμε, ὅτι νηστεύουμε, ὅπως συμβαίνει σέ διάφορες θρησκεῖες τοῦ κόσμου. Ἡ νηστεία για τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό δεν εἶναι αὐτοσκοπός. Εἶναι το σκαλοπάτι πάνω στο ὁποῖο θα πατήσουμε για να ἀναβαθμίσουμε, ἄς ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση, την σχέση μας με τον Χριστό. Οὔτε νηστεύουμε μονομερῶς, μόνο ὡς προς τά φαγητά. Ἡ νηστεία ὡς ἄσκηση δέν σημαίνει μόνο ἀποχή ἀπό ὁρισμένες τροφές, πού ἴσως εἶναι καί τό εὐκολώτερο, διότι ἐάν ἡ νηστεία μας δέν σημαίνει καί νηστεία ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη, τότε ἐκπίπτει σέ δίαιτα.
Ἄρα λοιπόν ἡ ἄσκηση τῆς Ἁγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς δεν εἶναι μια ἠθική ἐπιταγή και σκοπό δεν ἔχει να μᾶς ἀναδείξει καλούς Χριστιανούς στα μάτια τοῦ κόσμου, ὅπως ἔπρατταν οἱ Φαρισαίοι νομίζοντας πώς αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς νηστείας τους και γι’ αὐτό σήμερα ὁ Κύριος τούς ὑπέδειξε ὡς παράδειγμα προς ἀποφυγήν στο εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ὁ στόχος τῆς πνευματικῆς μας προσπάθειας εἶναι να ἀξιωθοῦμε ὄχι μόνο να συναντήσουμε τον ἀναστάντα Χριστό κατά την ὁλόφωτη νύχτα τῆς Ἀναστάσεώς Του, ἀλλά να Τον ἐνδυθοῦμε, ὅπως καταλήγει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Διότι το ἔνδυμα τοῦ πραγματικοῦ Χριστιανοῦ δεν εἶναι οἱ ἀρετές, ὅπως ἴσως πολλοί λανθασμένα μπορεῖ να πιστεύουν, ἀλλά Αὐτός ὁ Χριστός. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός με την ἐνανθρώπησή Του ἐνδύθηκε την ἀνθρώπινη φύση κι ἐμεῖς με το Βάπτισμά μας ἐνδυθήκαμε τον Χριστό. Αὐτό ἄλλωστε ἀκοῦμε να ψάλλεται πανηγυρικῶς κι ὅταν τελεῖται το ἱερό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ἀλλά και στην Πασχάλια θεία Λειτουργία, ὅπως ἀκριβῶς το ἐπισημαίνει και πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στην προς Γαλάτας Ἐπιστολή του: «ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (γ΄27).
Εἶναι ἡ διαρκής ὑπενθύμιση τῆς Ἐκκλησίας προς ὅλους ἐμᾶς, ἀφοῦ με το βάπτισμα ἐνδυθήκαμε τον Χριστό, να προσέχουμε να διατηροῦμε αὐτό τό ἔνδυμα φωτεινό και καθαρό, ὅπως ὅταν το πρωτοφορέσαμε κατά το ἅγιο Βάπτισμά μας. Ἡ καθαρότητα ἐπιτυγχάνεται κατά πρῶτον με την ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας μέσα στο Μυστήριο τῆς Μετανοίας, το ὁποῖο γι’αὐτό και προσφυῶς ὀνομάζεται δεύτερο Βάπτισμα. Ἡ δε φωτεινότητα και λαμπρότητα διατηρεῖται με την νηστεία και την προσευχή, μέσα ἀπό την ὁποία πρέπει να ἐννοήσουμε κυρίως την μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, με κορυφαία την ἀνυπερθέτως συχνή θεία κοινωνία. Πρέπει να γνωρίζουμε, ὅτι στην πνευματική ζωή δεν ἐργαζόμαστε για την ἠθική μας καταξίωση, ἀλλά για νά μένουμε ἑνωμένοι με τον Χριστό. Και πῶς ὅ,τι κάνουμε, για χάρη τοῦ Χριστοῦ το κάνουμε, ἐπειδή ἔχουμε ἀνάγκη να ζοῦμε ἑνωμένοι μαζί Του.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἄς πάρουμε μια ἀπόφαση φέτος να εἰσέλθουμε στο στάδιο τῶν ἀρετῶν πού ἀπό αὔριο ξανοίγεται μπροστά μας καί να ἀθληθοῦμε στα πνευματικά ἀγωνίσματα τῆς προσευχῆς και τῆς νηστείας, με γενναῖο φρόνημα. Ἄς κάνουμε μια γόνιμη αὐτοκριτική για να ὁδηγηθοῦμε στο ἐξομολογητήριο κι ἐκεῖ να ἀφήσουμε το βαρύ φορτίο τῶν παθῶν καί ἁμαρτιῶν μας, με σκοπό να ξαναβροῦμε την ἰσορροπία στη ζωή μας και την ἑνότητα με τον Χριστό. Δέν ὠφελεῖ νά παριστάνουμε τούς καλούς Χριστιανούς. Ὀφείλουμε νά ζοῦμε, ὅπως θέλει ὁ Θεός. Διότι ὁ Θεός γνωρίζει τά κρύφια τῆς καρδιᾶς μας καί κυρίως δὲν ἐμπαίζεται, «ὁ Θεός οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. στ΄ 7)
Καλό Στάδιο!