ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ Δ΄ Κυριακή Νηστειῶν, 26 Μαρτίου 2023
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στόν ἀπόηχο τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί τῆς ἐπετείου τῆς Ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας μέ τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, καλό εἶναι σήμερα νά τονίσουμε, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας προετοίμασε πνευματικά τήν Ἐπανάσταση μέσα ἀπό τό περιεχόμενο αὐτῆς τῆς μεγάλης δεσποτικῆς καί θεομητορικῆς ἑορτῆς.
Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἔρχεται δυναμικά στόν κόσμο, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» γιά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τήν σκλαβιά τοῦ διαβόλου. Νά καταργήσει τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἰσχύ τοῦ θανάτου καί νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἐλευθερία καί τή σωτηρία του. Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου τώρα ὁ ἄνθρωπος καί μέ τήν Χάρη, πού λαμβάνει μέσα ἀπό τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐλευθερώνεται ἀπό τόν διάβολο καί τά πάθη του. Ὄντας λοιπόν ἀπελεύθερος Χριστοῦ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (βλ. Α΄ Κορ. ζ΄ 22), μπορεῖ νά ἀγωνισθεῖ γιά νά ἀποτινάξει κάθε ζυγό ἀπό τον τράχηλό του. Ἐκεῖνος δηλαδή, ὁ ὁποῖος ζεῖ τήν ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ, βρίσκει τό σθένος νά ἀγωνισθεῖ γιά τήν ἀνεξαρτησία του ἀπό τήν ὁποιαδήποτε σκλαβιά.
Μέ αὐτό τό πνευματικό ὑπόβαθρο ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ὁρίσθηκε νά λάβῃ ἀρχή ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1821! Μέ ἀφετηρία τήν παλιγγενεσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τόν Χριστό, φθάσαμε στήν ἐθνική μας παλλιγενεσία.
Οἱ Πατέρες μας ἀγωνίσθηκαν μέ σθένος κι ὁ Θεός περιέβαλε μέ τήν χάρη Του τόν ἀγῶνα τους. Καί τοῦτο διότι οἱ Ἐπαναστατημένοι Ἕλληνες πρόγονοί μας διακρίνονταν ἀφ’ἑνός μέν γιά τήν πίστη στόν Χριστό καί τήν ἀφοσίωσή τους στήν Ἐκκλησία καί ἀφ’ἑτέρου γιά τήν ἀγάπη τους πρός τήν Πατρίδα, πού ἔφθανε μέχρι θυσίας. Γιά νά τό διαπιστώσουμε αὐτό, ἀρκεῖ νά ἐξετάσουμε τίς Σημαῖες τοῦ ἀγῶνος, οἱ ὁποῖες καθ’ ὅλη τήν Ἑλληνική Ἐπικράτεια, εἶχαν πάντοτε εὐδιάκριτο τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μέ ἄλλα χριστιανικά σύμβολα καί τίς λέξεις ἤ τά ἀρχικά τῶν λέξεων: ἤ ἐλευθερία ἤ θάνατος. Αὐτό ἐπαληθεύεται πλήρως καί ἀπό τόν στρατηγό Μακρυγιάννη, ὁ ὁποῖος στά Ἀπομνημονεύματά του τονίζει μέ ἔμφαση: «Ἐμεῖς μέ σκιάν μας τόν Τίμιον Σταυρόν ἐπολεμήσαμεν ὁλοῦθε... Καί αὐτός ὁ Σταυρός μᾶς ἔσωσε.»
Ἴσως δέν γνωρίζουμε καί πρέπει νά μάθουμε, πώς ἡ πρώτη Ἑλληνική Σημαία, ἡ ὁποία εἶχε τόν λευκό σταυρό ἐπάνω σέ γαλανό ὕφασμα, ἐξυφάνθηκε τό 1816 ἀπό τούς Κολλυβᾶδες Πατέρες, πού ξεκίνησαν ἀπό τήν Ἱ. Μ. Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Λευκάδας Ἰκαρίας καί κατέληξαν στήν Σκιάθο.
Ἀξίζει νά σημειώσουμε πώς αὐτοί οἱ Πατέρες τῆς φιλοκαλικῆς Ἀναγέννησης τοῦ 18ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι σκωπτικά ὀνομάσθηκαν καί Κολλυβᾶδες, σήκωσαν τό βάρος τῆς ἀφύπνισης τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μέ κόπους καί θυσίες, ὡς Λειτουργοί καί Ἐξομολόγοι, ἀγωνίσθηκαν, ὥστε τό ὑπόδουλο Γένος μας συγκροτήσει ἐκ νέου τήν πνευματική του ζωή, μέ τή συχνή θεία Μετάληψη, τόν ἀπαραίτητο Ἐκκλησιασμό τήν Κυριακή, ὡς κατ’ ἐξοχήν ἡμέρας θείας Κοινωνίας καί τήν συνεχῆ καί ἀδιάλειπτη προσευχή.
Οἱ σκλαβωμένοι Ἕλληνες ἀνταποκρίθηκαν στήν κλήση τῆς Μητέρας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καταλάβαιναν, πώς μόνο ἡ Ἐκκλησία τούς ἀγαπᾶ, διότι ζῶντας μέσα στήν Ἐκκλησία γιά 400 χρόνια διαφύλαξαν μαζί μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη τους καί τήν Ἑλληνική τους ταυτότητα. Ἔτσι ἄρχισαν νά προσεύχωνται ἐντονώτερα, νά ἐκκλησιάζωνται περισσότερο, νά νηστεύουν ἀνυπερθέτως τίς Τετάρτες, τίς Παρασκευές καί τίς Σαρακοστές. Ταυτόχρονα ἐξομολογοῦνταν καί κοινωνοῦσαν τακτικά. Μέ ὅλα αὐτά διατήρησαν τήν ἰδιοπροσωπεία καί τόν πολιτισμό τους καί διακρίνονταν εὐχερῶς ἀπό τούς μουσουλμάνους Τούρκους. Αὐτή ἡ διάκριση κάποιες φορές ἔγινε ἀφορμή, πού ὁδηγοῦσε τούς Νεομάρτυρες στό μαρτύριο. Βιώνοντας τήν ἐμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς ἔμαθαν πλέον, πώς μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μποροῦν νά σταθοῦν ἔναντι ὅποιου τούς ἐχθρεύεται ἤ ἐπιβουλεύεται τήν ἐλευθερία τους καί πάντοτε νά νικοῦν, ὡς ὁ Δαβίδ τόν Γολιάθ κι ὡς ὁ Νέστορας τόν Λυαῖο!
Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε, κόντρα σέ κάποια ἀνιστόρητα νεοελληνικά ἀφηγήματα, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία Της στήριξε πνευματικά τήν ἐξέγερση καί προετοίμασε μυστικά καί ἐκ Θεοῦ τήν πορεία τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας. Ἀπόδειξη γι’ αὐτό εἶναι οἱ Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μέ τή θυσία τους ἀναχαίτισαν τόν ἐθνικό καί θρησκευτικό ἀποχρωματισμό, πού ἐπιχειροῦσε ὁ Τοῦρκος δυνάστης μέ τόν ἐξισλαμισμό καί τό φρικτό παιδομάζωμα. Τοῦτο φανερώνει τήν ταύτιση Ἕλληνα καί Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ, ὅπως λέει καί ἡ δημοτική μοῦσα: «γίνεσαι Τοῦρκος διάκο μου, τήν πίστη σου ν’ἀλλάξεις;» Δέν λέει τήν ἐθνότητα ἤ τήν ταυτότητά σου, ἀλλά τήν πίστη σου!
Ἄν κάποιος ἀμφιβάλλει γι’ αὐτόν τόν συλλογισμό, ἄς διαβάσει τά ἀπομνημονεύματα τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ὅπως τοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ Κολοκοτρώνη ἤ τοῦ Φωτάκου, πού ἦταν ὑπασπιστής τοῦ Κολοκοτρώνη. Ἐκεῖνος ὁμιλεῖ γιά τά κρυφά σχολειά, τά ὁποῖα ἀποσιωποῦν πολλοί σύγχρονοι ἱστορικοί καί λέει: «μόνοι των οἱ Ἕλληνες ἐφρόντιζον διά τήν παιδείαν ἡ ὁποία ἐσυνίστατο εἰς τό νά μανθάνουν τά κοινά γράμματα καί ὀλίγην ἀριθμητικήν ἀκανόνιστον. ἐν ἐλλείψει δέ διδασκάλου, ὁ ἱερεύς ἐφρόντιζε περί τούτου. Ὅλα αὐτά ἐγίνοντο ἐν τῷ σκότει καί προφυλακτά ἀπό τούς Τούρκους»!!! Οἱ Ἱερεῖς μας δηλαδή, ὄχι μόνο προσέρχονταν στόν ἀγῶνα ὁλόθυμα, ἀλλά ἐπιπλέον δίδασκαν τήν πίστη καί διέσωζαν τήν ἑλληνική γλῶσσα καί τόν πολιτισμό μας, ὅπως ἀναφέρουν ἐπίσης καί ξένοι περιηγητές, ὅπως ὁ Γάλλος Πουκεβίλ, ὁ ὁποῖος καί δέν ἦταν Ὀρθόδοξος Χριστιανός, γιά νά μεροληπτεῖ!
Κι ἄν δέν καλυφθεῖ ἀπό ὅλα αὐτά, τότε ἄς στρέψει τήν ματιά του στήν κλειστή πόρτα τοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία σφραγίσθηκε στίς 10 Ἀπριλίου 1821, τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄. Ὁ μεγάλος αὐτός Ἐθνο-Ἱερομάρτυρας, θεωρήθηκε ἀπό τούς Τούρκους ὁ κύριος ἠθικός αὐτουργός τοῦ ξεσηκωμοῦ τῶν Ἑλλήνων μαζί μέ τήν στρατιά τῶν περίπου 10.000 καταγεγραμμένων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, πού θυσιάσθηκαν γιά τήν πατρίδα μας. Ἀριθμός πού συμπληρώνεται ἀπό τίς ἑκατοντάδες Κληρικῶν καί Μοναχῶν, πού θυσιάστηκαν στούς Μακεδονικούς ἀγῶνες, τήν γενοκτονία τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ ἤ τήν Μικρασιατική Καταστροφή μέ τόν ξεριζωμό τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τό πανάρχαιο λίκνο του κι ἀπό ἐκείνους ἀκόμη, πού συμμετέσχον στήν ἐποποιϊα του 1940 ὑπογράφοντας μέ τό αἷμα τους «τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν Ἁγίαν καί τῆς Πατρίδος τήν ἐλευθερίαν»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἐνῶ ἡ Ἀνεξαρτησία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ἀναγνωρίστηκε διεθνῶς, μέ τό Πρωτόκολλο τοῦ Λονδίνου στίς 17/30 Ἰανουαρίου 1830, τό νεοελληνικό κράτος, ὡς συνέχεια τῆς νέας ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἔλαβε ἀμέσως ὑπόσταση, διότι τό Ἑλληνικό Ἔθνος δέν σταμάτησε νά ὑπάρχει καί ζεῖ, διαπεφυλαγμένο μέσα στήν κιβωτό τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἐθνοσυνελεύσεις πού προηγήθηκαν, ἀναγνωρίζουν τήν θυσιαστική προσφορά καί μοναδική φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας μας στήν διατήρηση τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας. Ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός ἔλεγε πώς: «ἡ σημαντικότερη προσφορά τοῦ ἱεροῦ Κλήρου στο Ἔθνος μας δεν εἶναι τόσο ἡ ἀναμφισβήτητη συμμετοχή του στις ἔνοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολή του στη συντήρηση του ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους και τή διατήρηση τῆς ἀγάπης του γιά την ἐλευθερία, πού μᾶς δώρισε ὁ Θεός.» Ἀμήν.