Συντάχθηκε στις 02 Μαϊος 2025 .
Το Εκκλησιαστικό Γηροκομείο Καρλοβάσου «Ευγηρίας Πρόνοια» προσκαλεί κάθε ενδιαφερόμενο να υποβάλει αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τη σύναψη σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για μία (1) θέση:
μία (1) θέση ΠΕ, ΤΕ ή ΔΕ φυσικοθεραπευτών/τριών .
Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλουν την αίτησή τους μαζί με το βιογραφικό τους σημείωμα και τα κάτωθι δικαιολογητικά στο γραφείο Διεύθυνσης του Ιδρύματος καθημερινά 7.00π.μ. – 3.00μ.μ. ή με αποστολή στην ηλεκτρονική διεύθυνση Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. .
Απαιτούμενα Δικαιολογητικά:
Φωτοαντίγραφο των δύο όψεων του ατομικού δελτίου ταυτότητας
Πιστοποιητικό Οικογενειακής Κατάστασης
Τίτλος Σπουδών
Άδεια ασκήσεως επαγγέλματος
Εργασιακή Εμπειρία σε συναφή θέση
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 29 Απριλίου 2025 .
«Ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό, προηγεῖται κάθε ἄλλης φροντίδος»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ θεία Λειτουργία.
Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι συγκεντρώνονταν μαζί μέ τά μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, κατά τό πρότυπο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καί ἀφοῦ κήρυτταν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ τελοῦσαν τήν Θεία Εὐχαριστία. Συνδυάζοντας δέ τήν φιλοξενία, ὡς χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν, ἤ συνέτρωγαν ὅλοι μαζί ἤ διαμοίραζαν τρόφιμα καί ἄλλα ἀναγκαία στούς ἔχοντες ἀνάγκη, μέ πρώτους τίς χῆρες καί τά ὀρφανά, γιά τήν μέριμνα τῶν ὁποίων γίνεται λόγος καί στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (βλ. θ΄ 39), στήν Α΄πρός Τιμόθεον ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (ε΄3), ἀλλά καί τήν Καθολική (πρός ὅλους) ἐπιστολή τοῦ Ἰακώβου (α΄29).
Ἐπειδή ὅμως τά προβλήματα ἀπό τίς ἀνθρώπινες μικρότητες ποτέ δέν ἔλλειψαν, οὔτε ἀπό τούς Χριστιανούς, μᾶλλον δέ σε αὐτούς ξεσηκώνονται πιό πολύ ἀπό τόν διάβολο, δημιουργώντας συχνά ταραχές καί ἀκαταστασίες, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀποφάσισαν ἀπό κοινοῦ νά προτείνουν στούς Χριστιανούς, νά ἐκλέξουν ἑπτά ἄνδρες τούς ὁποίους τούς χειροτόνησαν Διακόνους, ὥστε νά ἐπιστατοῦν στήν διακονία τῶν τραπεζῶν, δηλαδή τά κοινά δεῖπνα τῶν χριστιανικῶν ἀγαπῶν καί νά φροντίζουν γιά τήν δίκαιη διανομή τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, μέ σκοπό τήν ἀποφυγή ἐρίδων καί σκανδαλισμοῦ, μέ τά ὁποῖα χαίρεται μόνο ὁ ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ ἀκόλουθοί του.
Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ἐπισημαίνει μέ ἔμφαση, ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐπέλεξαν νά χειροτονήσουν τούς ἑπτά Διακόνους γιά τήν διακονία τῶν κοινῶν δείπνων, διότι, ὅπως εἶπαν στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας: «δέν ἀρέσει οὔτε στόν Θεό, οὔτε καί σ’ ἐμᾶς νά ἐγκαταλείψουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά ὑπηρετοῦμε τά τραπέζια τῶν φαγητῶν...ἐμεῖς θά ἐπιμείνουμε καρτερικά στήν προσευχή καί στή διακονία τοῦ Λόγου» (βλ. Πράξ. στ΄ 2-3), δηλαδή στήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας καί τή διακονία τοῦ κηρύγματος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προτεραιότητα, τήν ὁποία ἔδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, στήν λειτουργική προσευχή καί στό κήρυγμα, δέν σημαίνει ἀσφαλῶς τήν ὑποτίμηση τοῦ ἔργου τῆς διακονίας τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν τῶν ἀνθρώπων. Καταδεικνύει ὅμως τήν ἱεράρχηση δύο, θά μπορούσαμε νά ‘ποῦμε, ἱερῶν διακονιῶν, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦσαν ἐντολή τοῦ Ἴδιου τοῦ Κυρίου. Μπροστά στή διακονία τῶν τραπεζῶν τῶν δείπνων τῆς ἀγάπης, ἀσυγκρίτως ἀνώτερη καί ἀναντίρρητα ὑψηλότερη καί ἱερώτερη εἶναι ἡ τέλεση τῆ θείας Λειτουργίας καί τό κήρυγμα τοῦ θείου Λόγου. Καί τοῦτο διότι τά κοινά δεῖπνα ἀφοροῦν στόν χορτασμό καί τήν αὔξηση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ θεία Λειτουργία καί τό θεῖο κήρυγμα ἀφοροῦν στήν πνευματική τροφοδοσία καί τήν κατά Χριστόν αὔξηση τοῦ ἀνθρώπου, διά τοῦ ἄρτου τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὁ Ὁποῖος κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, ὅπως ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός ὀνομάζει τόν Ἑαυτό Του στό 6ο κεφάλαιο τοῦ Ἰωάννου καί διά τοῦ λόγου τῆς ζωῆς, ὅπως καί πάλι ὁ Ἰωάννης ἀναφέρει στήν Α΄ Καθολική Ἐπιστολή του (βλ. α΄2).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα του Χριστοῦ καί γι’ αὐτό πρωτίστως εἶναι θεσμός πνευματικῆς τάξεως. Συγκροτεῖ δέ τά μέλη Της μέσα ἀπό τήν λατρευτική ζωή, μέ κέντρο τήν θεία Εὐχαριστία καί τό κήρυγμα τοῦ θείου Λόγου, τά ὁποῖα εὐθύς ἐξ ἀρχῆς εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Ἡ διδασκαλία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀπαραίτητο συστατικό τῆς θείας Λειτουργίας, εἶναι ἀναγκαῖα γιά τήν κατήχηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Γι αὐτό δέν πρέπει νά παραθεωρεῖται ὡς κάτι περιττό. Φέρουν μέγιστον τῆς εὐθύνης βάρος, ὅσοι ἀδιαφοροῦν, γιά τό θεῖο κήρυγμα, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τό κύριο ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου καί τήν πρώτη εὐθύνη, τήν ὁποία ἀναλαμβάνει ὁ Πρεσβύτερος μέ τήν χειροτονία του.
Ἡ σημερινή ἡμέρα ὅμως ἐκτός ἀπό αὐτές τίς ἐπισημάνσεις, προβάλλει ἐνώπιόν μας τά ἱερά πρόσωπα τῶν κηδευτῶν τοῦ Κυρίου, Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί Νικοδήμου, τοῦ νυκτερινοῦ μαθητή, μαζί μέ τήν χορεία τῶν ἁγίων ἐνδόξων Μυροφόρων, οἱ ὁποῖες περιστοίχιζαν καί συντρόφευαν τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἰδίως κατά τίς στιγμές τοῦ φρικτοῦ ἑκουσίου Πάθους τοῦ Κυρίου μας, μέ πρώτη, τήν ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή.
Ὅλοι τους, ἄνδρες καί γυναῖκες, ἀψήφησαν τόν κίνδυνο, πού διέτρεχαν ἀκόμη καί γιά τήν ζωή τους, καί ἐξέφρασαν τήν ἔμπρακτη ἀγάπη τους στόν Χριστό, διακονώντάς Τον, καθ’ ἥν στιγμήν οἱ Μαθητές Του κρύφτηκαν φοβούμενοι τόν θυμό τῶν Ἰουδαίων. Ἡ τόλμη καί ἡ γενναιότητά τους τονίζεται μέ ἔμφαση ἄμεσα καί ἔμμεσα ἀπό τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές.
Ὅμως στήν Ἱστορία δέν ἔμειναν μόνο γιά τήν ἀδιαμφισβήτιτη ἀνδρεία τους, ἀλλά κυρίως γιά τό γνήσιο χριστιανικό τους ἦθος καί τό ἀπαράμιλλο ἐκκλησιαστικό τους φρόνημα, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων πρόλαβαν, ἄς ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση, τήν ἀπόφαση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, νά ἐπιμείνουν στήν προσευχή καί τό κήρυγμα καί νά μήν ἀσχοληθοῦν μέ τή διακονία τῶν τραπεζῶν.
Δέν ἦταν μόνο τό ὅτι τόλμησαν νά ἀποκαθηλώσουν καί νά ἐνταφιάσουν τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Δέν ἦταν μόνο τό ὅτι ἔσπευσαν νά ἀγοράσουν ἀρώματα γιά νά ἐπιτελέσουν τά νεκρικά τους ἔθιμα. Δέν ἦταν μόνο τό ὅτι ὑποτίμησαν κάθε κίνδυνο καί ἀπειλή.
Ἦταν κυρίως τό γεγονός, ὅτι αὐτά τά προέκριναν εἰς βάρος τῆς προετοιμασίας τοῦ πασχαλινοῦ τους Τραπεζιοῦ. Διότι τότε καί ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι προετοιμάζονταν νά ἑορτάσουν τό Πάσχα τους, τήν μεγαλύτερη ἑορτή τοῦ ἑβραϊκοῦ ἑορτολογίου, πού τούς θύμιζε τήν ἐλευθερία ἀπό τήν σκλαβιά τῆς Αἰγύπτου, ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος μαζί μέ τίς Μυροφόρες γυναῖκες, δέν ἀσχολήθηκαν μέ καμμία πασχαλινή προετοιμασία. Οὔτε τό πασχαλινό τραπέζι τους ἐτοίμασαν, οὔτε γιά τίς οἰκογένειές τους φρόντισαν νά μαγειρέψουν, οὔτε νά εἶναι μαζί τους καί νά περάσουν οἰκογενειακά προτίμησαν, ἀλλά προέκριναν νά διακονήσουν τόν Χριστό κάι μάλιστα διακινδυνεύοντας τήν ζωή τους. Ἀφιέρωσαν τόν χρόνο τους στήν φροντίδα ἐκείνου τοῦ ἀχράντου Σώματος, τό ὁποῖο κόπηκε πάνω στόν τίμιο Σταυρό γιά τίς ἁμαρτίες μας καί ἐκείνου τοῦ τιμίου Αἵματος, τό ὁποῖο ἐκχύθηκε γιά νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τόν διάβολο καί νά μεταγγίζεται σέ ἐμᾶς γιά νά ἔχουμε ζωή καί σωτηρία.
Ἀντί τοῦ ἑβραϊκοῦ τους Πάσχα, διακόνησαν τό Πάσχα τῆς σωτηρίας μας καί ἔτσι ἔγιναν διαπρύσιοι κήρυκες τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καί χωρίς νά τό καταλάβουν ἐνδεχομένως, διά τῆς ἱερᾶς διηγήσεως τῶν Εὐαγγελίων ἔμειναν στήν ἱστορία, ὡς ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν πράξη λίγα χρόνια νωρίτερα, αὐτό πού διακήρυξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι: «δέν ἀρέσει οὔτε στόν Θεό, οὔτε καί σ’ ἐμᾶς νά ἐγκαταλείψουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά ὑπηρετοῦμε τά τραπέζια τῶν φαγητῶν...ἐμεῖς θά ἐπιμείνουμε καρτερικά στήν προσευχή καί στή διακονία τοῦ Λόγου».
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Τόσο μέσα ἀπό τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ὅσο καί μέσα ἀπό τήν διήγηση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου ἔρχεται ἀβίαστα τό συμπέρασμα, πώς εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη νά ἀναπτύξουμε μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό, ἡ ὁποία θά ἔρχεται σέ συνέχεια τοῦ ἤθους τόσο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅσο καί αὐτῶν τῶν ἁγίων ἀνθρώπων, τῶν Κηδευτῶν τοῦ Κυρίου καί τῶν Μυροφόρων Γυναικῶν. Μιά ζωή στήν ὁποία θά προκρίνεται ἡ διακονία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μόνο μέσα ἀπό τά ἔργα ἀγάπης, ἀλλά κυρίως μέσα ἀπό τήν συμμετοχή μας στή θεία Λατρεία, μέσα ἀπό τήν συχνή θεία Κοινωνία, μέσα ἀπό τήν ἀκρόαση τοῦ θείου κηρύγματος καί ἐν γένει τῆς Ὀρθόδοξης Κατήχησης, ὥστε νά προαγόμαστε πνευματικά καί νά μήν ἐνδιαφερόμαστε μονοδιάστατα γιά τίς ὑλικές μας ἀνάγκες, προκρίνοντας ἐν τέλει τίς ὑλικές ἀπολαύσεις, εἰς βάρος τῆς πνευματικῆς μας συγκρότησης.
Ἐάν βέβαια θέλουμε νά ζοῦμε ἐν Χριστῷ καί σέ αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή, ἀλλά και αἰωνίως! Ἀμήν.
Εκτύπωση
Email
Συντάχθηκε στις 24 Απριλίου 2025 .
«Ὁ Χριστός ἀληθῶς Ἀνέστη, ὡς Κύριος καί Θεός μας»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Χριστός Ἀνέστη!
Ὁ Χριστὸς σὲ συνέχεια τῶν πολλῶν θαυμαστῶν γεγονότων τῆς ἐπίγειας δραστηριότητός Του (ὅπως π.χ. ὅταν ὑπερβαίνοντας τοὺς νόμους τῆς φυσικῆς περπάτησε πάνω στὰ κύματα) ἐμφανίστηκε στοὺς φοβισμένους Μαθητές, ἐνῷ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές. Πέρα ἀπὸ τὸ θαῦμα βέβαια, φανέρωσε καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ σώματος Του μετὰ τὴν Ἀνάσταση, νὰ μὴν ἐμποδίζεται ἀπο τοίχους καὶ πόρτες, σύμφωνα μὲ τὴν σχετικὴ ἑρμηνεία.
Καὶ στὴν πρώτη συνάντηση τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες, μᾶς ἐντυπωσιάζει, ὅτι ἔδωσε τὴν εἰρήνη Του στοὺς Μαθητὲς λέγοντας «εἰρήνη ὑμῖν».
Αὐτὸς ὁ χαιρετισμός: «εἰρήνη σὲ ἐσᾶς» εἶναι μιὰ παραδοσιακὴ ἑβραϊκὴ ἔκφραση ἀκόμη καὶ μέχρι σήμερα «Σαλὼμ ἀλαϊχὲμ» στὰ ἑβραϊκά ( שָׁלוֹם עֲלֵיכֶם ).
Ὅμως ὁ Χριστὸς ἤθελε ἀφ'ενός μὲν νὰ εἰρηνεύσει τοὺς Μαθητές, οἱ ὁποῖοι ἀγωνιοῦσαν, ὄντες ἀναστατωμένοι καὶ φοβισμένοι ἀπο τὰ πρόσφατα γεγονότα τῶν ἀχράντων Παθῶν, ἀφ'ετέρου δὲ νὰ τοὺς ἐνισχύσει καὶ νὰ τοὺς χαριτώσει, καθὼς ἡ λέξη «εἰρήνη» μεσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ἔχει καὶ τὴν ἔννοια τῆς δύναμης καὶ τῆς χάρης. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιὰ παράδειγμα μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια χρησιμοποιεῖ τὴν λέξη εἰρήνη στὴν πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολή, λέγοντας: «Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπερέχει κάθε νοῦ θὰ φρουρήσει τὶς καρδιές σας...» (βλ. δ' 7)
Ὅπως σήμερα λοιπόν μᾶς ἀφηγήθηκε ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στὸ 20ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του, ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ τὴν πρώτη Του ἐμφάνιση στοὺς Μαθητές, πού ἦταν κλειδαμπαρωμένοι, «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» , ὁ Ἀναστὰς Κύριος τοὺς ἐπισκέφθηκε ἐκ νέου.
Κατὰ τὴν πρώτη συνάντηση μαζί τους ὁ Θωμᾶς ἀπουσίαζε κι ὅταν οἱ ἄλλοι Μαθητὲς τοῦ εἶπαν πῶς εἶδαν τὸν Κύριο, Ἀναστημένο, ἐκεῖνος ἀπάντησε, πῶς θὰ πιστέψει, μόνο ἂν δεῖ τὶς πληγὲς ἀπὸ τὰ καρφιὰ τοῦ Σταυροῦ στὰ χέρια καὶ τὰ πόδια Τοῦ καὶ βάλει τὸ χέρι του σ’ αὐτὲς καὶ τὴν λογχευθεῖσα πλευρά Του.
Ὁ Χριστὸς λοιπόν, ὡς ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ Ὁποῖος δὲν φοβᾶται τὴν ἔρευνα, οὔτε τὴν ψηλάφηση καὶ κάθε πραγματογνωμοσύνη, ἐπανεμφανίσθηκε σὲ ὅλους τοὺς Μαθητές, παρόντος καὶ τοῦ Θωμᾶ. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο μάλιστα ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς ἀφοῦ γνωρίζει ὡς Παντογνώστης, τί εἶχε πεῖ ὁ Θωμᾶς καὶ πρὸς μεγάλη του ἔκπληξη, τοῦ τὰ φανέρωσε καλῶντας τον νὰ ψηλαφήσει τὶς πληγές Του, ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνος καθόρισε ὡς ὅρο, γιὰ νὰ πιστέψει.
Βέβαια, ἄν καί δὲν γνωρίζουμε, ἂν τελικῶς ὁ Θωμᾶς ψηλάφησε τὸν Κύριο ἡ ὄχι, καθὼς ὁ Εὐαγγελιστής Ἰὠάννης δὲν μᾶς πληροφορεῖ τί ἔγινε τελικῶς, ἐν τούτοις ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖ πῶς ὁ Θωμᾶς ἄγγιξε τὶς πληγὲς καὶ πίστευσε.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ ἄποψη, πῶς τέτοιο δέος κατέλαβε τὸν Θωμᾶ, ὅταν ἐμφανίσθηκε ὁ ἀναστὰς Χριστὸς ἐνώπιόν Του, καθὼς τὸν κάλεσε νὰ Τὸν ψηλαφήσει, μὲ τὰ ἴδια λόγια μὲ τὰ ὁποῖα ἐκεῖνος Τὸν ἀμφισβητοῦσε, (ἐνῶ δὲν ἦταν Παρών ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση Του, ἀλλὰ ὡς Θεὸς παρίστατο), ὥστε ὄχι μόνο δὲν ψηλάφησε τὰ σημεῖα τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἀρκέστηκε νά τα ‘δεῖ καὶ νὰ προσκυνήσει ἀναφωνώντας: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!
Αὐτὴ ἡ ἄποψη ἐνισχύεται κι ἀπὸ τὸν μετέπειτα λόγο τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τοῦ εἶπε: «ἐπειδὴ μὲ ἔχεις δεῖ, ἔχεις πιστεύσει», ἐνῶ θὰ μποροῦσε νὰ τοῦ 'πεῖ ἐπειδὴ μὲ ψηλάφησες, μὲ πίστευσες!
Εἴτε ψηλάφησε τὸν Κύριο ὅμως, εἴτε ὄχι, τὸ κέντρο βάρους πέφτει στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θωμᾶς δυσπίστησε γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποτελεῖ τόσο ἔνδειξη ἀπιστίας, μὲ τὴν σύγχρονη ἀρνητικὴ ἔννοια, ὅσο ἕνα παράπονό του θὰ μπορούσαμε ΄ποῦμε, μιᾶς κι ὁ Χριστὸς ἐμφανίσθηκε στοὺς Μαθητές, ὅταν ἐκεῖνος ἀπουσίαζε καὶ δὲν εἶχε τὴν εὐκαιρία, ὅπως οἱ ἄλλοι νὰ τὸν δεῖ Ἀναστημένο.
Αὐτὴ ἡ πολὺ συνήθης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων συμπεριφορὰ τοῦ Θωμᾶ ὀνομάσθηκε ἀπιστία, ἂν καὶ στὴν ὑμνογραφία, αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ἀποκαλεῖται καλὴ ἀπιστία.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες στὸ σύνολό τους, ἑρμηνεύοντας τὶς σχετικὲς ἀναφορὲς τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου γιὰ τὶς ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητὲς (βλ. Ἰω. κ΄), τὴν πρώτη ἀπουσιάζοντος καὶ τὴν δεύτερη παρόντος τοῦ Θωμᾶ, συμφωνοῦν πῶς ὁ Χριστὸς οἰκονόμησε ἔτσι τὰ πράγματα, ὥστε ὁ Θωμᾶς, ὁ ὁποῖος ἐκ χαρακτῆρος ἦταν δύσπιστος καὶ ὀρθολογιστής, νὰ ἐπιβεβαιώσει μὲ τρόπο πανηγυρικὸ τήν Ἀνάστασή Του.
Μετέβη ἔτσι ἀπὸ τὴν ἐξ ἀκοῆς πίστη στὴν ἐκ θεωρίας, ὅπως σημειώνεται στὴν Πατερικὴ Γραμματεία, βλέποντας δηλαδὴ μὲ τὰ μάτια του αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο τὸν διαβεβαίωναν, ὥστε νὰ ὑπερκαλύψει ὁποιαδήποτε ἀμφιβολία ἢ ἀμφισβήτιση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καὶ νὰ ἀπαντήσει σὲ κάθε ὀρθολογιστῆ καὶ δύσπιστο ἀμφισβητία στοὺς αἰῶνες, γιὰ τὴν πραγματικότητα τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ἄς θυμηθοῦμε ὅτι σύμφωνα μέ τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Θωμᾶς ἔφθασε ἀργοπορημένος καί στήν κηδεία τῆ Παναγίας μας, ὥστε νά δοθεῖ ἡ εὐκαιρία νά φανερωθεῖ ἡ μέτα τρεῖς ἡμέρες ἀνάσταση καί ἡ μετά σώματος καί ψυχῆς μετάστασή Της στούς οὐρανούς, ὅπως ἀναφέρεται σχετικῶς στό συναξάριο τῆς ἑορτῆς τῆ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι στὴ σύγχρονη ἐποχή μας ἔχουμε ἀνάγκη οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, νὰ στοιχιζόμαστε συχνὰ πίσω ἀπό τὸν Θωμᾶ καὶ νὰ συμπληρώνουμε στὴν προσευχή μας τὴν δέηση τοῦ ὑμνογράφου τῆς ἑορτῆς του: «Συνέτισόν μὲ Κύριε ὡς τὸν Θωμᾶν βοᾶν σοι· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θέός μου, δόξα σοι».
Ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι κάποιος ἀπρόσιτος θεός, οὔτε ἰδεολογία, οὔτε κἂν θεωρία θρησκευτική. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀπὸ τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καταδέχθηκε νὰ σταυρωθεῖ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ τήν Ἀνάστασή Του, καταδέχθηκε νὰ ἐμφανισθεῖ καὶ νὰ ψηλαφηθεῖ, ὅπως καταδέχεται νὰ ἐμφανίζεται καὶ νὰ ψηλαφεῖται ἀπὸ τὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς, ποῦ ζητεῖ ἀξιόπιστη μαρτυρία τῆς ἀληθινῆς παρουσία Του. Ὄχι μόνο μέσα ἀπὸ τὰ θαυμαστὰ τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ προσφέροντας τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του, ὡς ἀναγκαῖα πνευματικὴ τροφὴ γιὰ νὰ ἔχουμε ζωὴ καὶ σωτηρία.
Ὁ Χριστὸς προσφέρεται σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως. Σὲ ἐμᾶς ἀπομένει νὰ προσμένουμε τὴν συνάντηση μαζί Του. Ἀκόμη κι ὁ πιὸ δύσπιστος, ἂν ἔχει τὴν καλὴ προαίρεση τοῦ Θωμᾶ, μπροστὰ στὸν Χριστὸ θὰ ἀναφωνήσει: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου, δόξα σοι» βιώνοντας τὴν θεοειδῆ ἐμπειρία τοῦ χαιρετισμοῦ μας αὐτῶν τῶν ἡμερῶν
Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη!
Εκτύπωση
Email