«Ἡ ἀνάγκη τοῦ φωτισμου μας ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα» Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, 4 Ἰουνίου 2023, H΄ ἀπό τοῦ Πάσχα (Πραξ. β΄ 1-11)

Συντάχθηκε στις .

εικόνα_Viber_2021-06-21_09-17-57.jpg

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Σήμερα στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ἀκούσαμε, τί συνέβη κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, δηλαδή πενήντα ἡμέρες μετά ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί 10 μετά τήν Ἀνάληψή Του στούς Οὐρανούς. Σύμφωνα λοιπόν μέ τούς 11 πρώτους στίχους τοῦ δευτέρου κεφαλαίου, οἱ 12 Μαθητές, μαζί πλέον καί μέ τόν Ἀπόστολο Ματθία, πού ἀντικατέστησε τόν Ἰούδα (βλ. Πράξ. α΄ 15-26), ἦταν συγκεντρωμένοι, κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, στό ὑπερῷο, ὅπου εἶχε γίνει ὁ Μυστικός Δεῖπνος. «Ξαφνικά ἔγινε ἀπό τόν οὐρανό ἦχος, ὅπως ἀκριβῶς φυσάει ὁ δυνατός ἄνεμος καί γέμισε ὅλο τόν χῶρο, ὅπου βρίσκονταν οἱ Μαθητές. Καί φάνηκαν νά διαμερίζονται στούς Μαθητές γλῶσσες σάν φωτιᾶς καί κάθισε καθεμιά πάνω σέ καθένα ξεχωριστά ἀπό αὐτούς.»

Μέ τήν ἁπτή ἀπόδειξη τῆς παρουσίας τῶν πυρίνων γλωσσῶν καί τῆς χροιᾶς τοῦ δυνατοῦ ἀνέμου ἔγινε ἀπολύτως ἀντιληπτή ἡ πνευματική ἀλλοίωση τῶν Μαθητῶν, τῶν Ὁποίων ἡ ὕπαρξη γέμισε ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀπό φοβισμένοι Μαθητές μεταβλήθηκαν σέ διαπρύσιους κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μάλιστα, σέ μιά ὁμιλία του μέ τίτλο: «Πρός τέ Ἰουδαίους καί Ἕλληνας ἀπόδειξις ὅτι ἐστίν Θεός ὁ Χριστός» θεωρεῖ, πώς ἡ θαυμαστή ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ πρώτη καί μεγάλη ἀπόδειξη, πώς ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, καθώς μέ τήν ἀκαταμάχητη θεϊκή δύναμή Του κατέστησε πραγματικό, τόν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τόν Κυριακό λόγο: «Καί πῦλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσιν Αὐτῆς» (Ματθ. ιστ΄ 17).

Καί ὅπως στή συνέχεια περιγράφεται στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη τῆς Πεντηκοστῆς, μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς Ἁγίους Ἀποστόλους, ἄρχισε νά συγκροτεῖται τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλο καί περισσότεροι ἄνθρωποι, ἀκούγοντας τό κήρυγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί βλέποντας τά ὅσα θαυμαστά ἐπιτελοῦσαν, πίστευαν ἀμέσως στόν Χριστό καί διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος γίνονταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καθημερινῶς δε, συγκεντρώνονταν μέ προσμονή γιά νά ἀκούσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά μετάσχουν τῆς θείας μεταλήψεως τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι λοιπόν ξεκίνησε ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στήν Ἰερουσαλήμ καί ἀπό ἐκεῖ ἐπεκτάθηκε σέ ὅλη τήν Οἰκουμένη, μέ κύριο χαρακτηριστικό τήν καθημερινή συνάθροιση τῶν πιστῶν γιά νά ἀκούσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά μεταλάβουν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, παρά τούς διωγμούς καί τίς πολλές δυσκολίες.

Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία σήμερα ἑορτάζει τά γενέθλιά της, ὁρίζεται ὡς ἡ σύναξη γύρω ἀπό τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο ἀνέκαθεν σημαίνει τήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος καί τή θεία Κοινωνία.

Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνας θεοσύστατος καί θεοΐδρυτος ὀργανισμός. Δέν εἶναι κάποιο ἀνθρώπινο δημιούργημα. Δέν εἶναι σύλλογος ἤ σωματεῖο. Δέν εἶναι οὔτε μιά ἁπλή συγκέντρωση ἀνθρώπων. Εἶναι ἡ Σύναξη, ὅσων βαπτίσθηκαν «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. κη΄ 19) τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ καί πιστεύουν στόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τόν Κύριον καί Θεόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὡς τόν μόνο ἀληθινό Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος χρησιμοποιεῖ τήν εἰκόνα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος καί τονίζει μέ ἔμφαση, ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τό Σῶμα του Χριστοῦ (βλ. Α΄ Κορ. ιβ΄ 27). Ἔχει κεφαλή τόν Ἴδιο τόν Χριστό καί μέλη ὅλους ἔμᾶς, πού βαπτισθήκαμε στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἐνδυθήκαμε τόν Χριστό στήν ψυχή μας (βλ. Ρωμ. στ΄ 3-4). Θά τολμούσαμε μάλιστα νά ποῦμε, πώς, ὅπως Θεάνθρωπος Κύριός μας ἔχει δύο φύσεις, τήν θεϊκή, πού εἶναι ἀόρατη καί τήν ἀνθρώπινη, πού εἶναι ὁρατή, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία Του, διακρίνεται σέ δύο μέρη. Τό ἕνα μέρος εἶναι ὁρατό πάνω στή γῆ γιατί ἀποτελεῖται ἀπό τούς ζῶντες Χριστιανούς καί ὀνομάζεται ἡ ἐπί γῆς στρατευομένη Ἐκκλησία. Τό ἄλλο μέρος εἶναι τό ἀόρατο, ἀποτελεῖται ἀπό τήν Παναγία μας, τίς ψυχές τῶν Ἁγίων μας καί ὅλων τῶν κεκοιμημένων εὐσεβῶς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καί ὀνομάζεται ἡ ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύσουσα Ἐκκλησία.

Ἀξίζει νά σημειώσουμε, πώς ἡ Ἐκκλησία μας ἀπεικονίζεται συμβολικά με παρόμοια διάταξη μέσα σέ κάθε θεία Λειτουργία. Κατά τήν ἱερά ἀκολουθία τῆς Ἁγίας Προσκομιδῆς τῶν τιμίων Δώρων, ὁ ἱερουργός τοποθετεῖ στό κέντρο τοῦ ἁγίου Δίσκου τόν Ἀμνό, δηλαδή τό κυβικό σχήμα τοῦ ἄρτου, πού φέρει τά πρωτογράμματα ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ καί θά μεταβληθεῖ σέ σῶμα Χριστοῦ, στά δεξιά Του τήν μερίδα τῆς Θεοτόκου, στά ἀριστερά τά τάγματα τῶν Ἁγίων, στό κέντρο ἔμπροσθεν τοῦ Ἀμνοῦ τήν μερίδα τοῦ Ἐπισκόπου καί ἐν συνεχείᾳ ἀπό τή μιά μεριά στά δεξιά τίς μερίδες τῶν ζώντων καί στά ἀριστερά τῶν κεκοιμημένων.  

Στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως», ὁμολογοῦμε, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Μία γιατί Ἕνας εἶναι ὁ Χριστός. Ἁγία γιατί ἡ κεφαλή της, ὁ Χριστός εἶναι στήν ἀπόλυτη ἔννοια ΑΓΙΟΣ καί γιατί ἡ Ἐκκλησία ἔχει σκοπό νά μεταβάλει καί ὅλους ἐμᾶς σέ Ἁγίους. Καθολική γιατί ἀπευθύνεται πρός ὅλους καί προσφέρει τή σωτηρία σέ ὅλους.  Ἀποστολική, διότι στηρίζεται πάνω στούς Ἁγίους Ἀποστόλους, τούς ἀψευδεῖς καί αὐτόπτες μάρτυρες καί ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι μιά θρησκευτική παράδοση τοῦ τόπου μας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ χῶρος καί ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μέ τόν Χριστό. Ὅταν γεννηθήκαμε στήν Ἐκκλησία μᾶς ἔφεραν οἱ γονεῖς μας γιά να πάρουμε τίς πρῶτες εὐχές. Στήν Ἐκκλησία βαπτισθήκαμε καί γίναμε μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καί μαζί μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα λάβαμε καί τό Ἅγιο Χρῖσμα, δηλαδή τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε ἡ ἡμέρα τοῦ Βαπτίσμαστος νά θεωρεῖται γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ἡ ἡμέρα τῆς προσωπικῆς μας Πεντηκοστῆς.

Γιά τόν λόγο αὐτό σήμερα κι ἀμέσως μετά τή θεία Λειτουργία τελεῖται ὁ Ἑσπερινός τῆς αὐριανῆς ἡμέρας, ὁ ὁποῖος ὀνομάζεται «τῆς Γονυκλισίας». Προσευχόμαστε γονατιστοί στόν Κύριο, καθώς διαβάζονται οἱ εὐχές μέσα ἀπό τίς ὁποῖες ζητοῦμε, ὅπως τότε στούς Ἁγίους Ἀποστόλους, ἔτσι και σ’ ἐμᾶς νά ἔλθει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά φωτίσει τήν ζωή καί τά ἔργα μας, ὥστε νά ὁδηγηθοῦμε στή σωτηρία μας.

Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἐπισήμανση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς ἀπό μέρους μας μετανοίας, καθώς εὐχόμαστε νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός πρίν κοιμηθοῦμε τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, νά ἐπιστρέψουμε σέ Ἐκεῖνον. Ὅπως ἐπίσης καί τό σημεῖο στό ὁποῖο ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο νά μᾶς διδάξει πώς καί γιά ποιά πράγματα πρέπει νά προσευχόμαστε ἀποβλέποντας κατά πρῶτο λόγο στή σωτηρία μας.

Ὁ κόσμος σήμερα δυστυχῶς, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Κύριός μας (βλ. Ἰω. ιδ΄17), δέν γνωρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά τό λάβει. Ὁ κόσμος σήμερα δυστυχῶς τρέχει νά ἀξιοποιήσει τό τριήμερο γιά νά ξεκουραστεῖ ἀπό τήν τύρβη τῆς καθημερινότητας, χωρίς νά ἐνδιαφέρεται γιά τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, πού ζοῦμε στόν κόσμο, ἀλλά δέν εἴμαστε τοῦ κόσμου, ὀφείλουμε πρῶτα νά προστρέξουμε στή θεία Λειτουργία καί νά νά γονατίσουμε ἐπικαλούμενοι τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά νά ἔχουμε ζωή καί σωτηρία. Ἀμήν!

 

Εκτύπωση