«Πῶς εἶναι ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός» Κυριακή E΄ ἀπό τοῦ Πάσχα (Πραξ. ια΄ 19-30) (14 Μαΐου 2023)

Συντάχθηκε στις .

samareitidos.jpg

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Χριστός ἀνέστη!

Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, διηγούμενος τήν θαυμαστή ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐπισημαίνει πώς οἱ πιστοί ὀνομάστηκαν γιά πρώτη φορά Χριστιανοί στήν Ἀντιόχεια.

Μετά τήν μαρτυρική τελείωση τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου τά μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας διασκορπίσθηκαν πέρα ἀπό τά ὅρια τῶν Ἱεροσολύμων. Ἦταν μάλιστα τόσο ἐντυπωσιακό τό «ἄνοιγμα» αὐτό τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στούς γύρω λαούς, ὥστε, ὅταν ὁ Ἀπόστολος Βαρνάβας ἐπισκέφθηκε τήν Ἀντιόχεια ἀναζητώντας τόν Ἀπόστολο Παῦλο, βίωσε ἀπό κοντά τήν μεγαλειώδη ἐμπειρία τῆς αὐξήσεως τοῦ ἀριθμοῦ τῶν Χριστιανῶν.

Ἀπό τήν μεγάλη πόλη τῆς Ἀντιοχείας λοιπόν ξεκινᾶ ἡ ἱστορία τοῦ ὀνόματος Χριστιανός, τό ὁποῖο ἔγινε συνώνυμο τοῦ ἤθους καί τοῦ πολιτισμοῦ.

Καί ὅπως φάινεται διαδόθηκε ταχύτατα, ἀφοῦ στό 26ο κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ὅπου ὁ Βασιλιᾶς Ἀγρίππας ἐνθουσιασμένος ἀπό τήν ὁμιλία-ἀπολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τοῦ εἶπε : «λίγο ἀκόμη καί μέ πείθεις νά γίνω Χριστιανός» (βλ. Πράξ. κστ 28).

Κι ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὅμως στήν πρώτη Καθολική, (δηλαδή πρός ὅλους), Ἐπιστολή του συμβουλεύει τούς παραλῆπτες της (ἀνάμεσά τους κι ἐμᾶς), «ἄν κάποιος διώκεται ἤ ταλαιπωρεῖται ἐπειδή εἶναι Χριστιανός, νά μήν ντρέπεται, ἀλλά ἀντιθέτως νά δοξάζει τον Θεό γιά τίς περιστάσεις, πού τοῦ ἐπέτρεψε νά βιώσει» (Α΄Πέτρ. δ, 16)

Μέχρι τότε τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὀνομάζονταν μαθητές ἤ ἀκόλουθοι τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως τό ὄνομα Χριστιανός, τό ὁποῖο σύμφωνα μέ τίς ἱστορικές πηγές δόθηκε ἀπό Ἕλληνες, ἀποδίδει στό ἔπακρο τήν ζῶσα καί πραγματική παρουσία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ μέσα στούς πιστούς, ὅπως προσφέρεται στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Σημαίνει αὐτόν, πού πιστεύει τόν Χριστό ὡς Θεό, Σωτῆρα καί Λυτρωτή του καί γι’ αὐτό φροντίζει νά μεταλαμβάνει συνεχῶς τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά συμβαίνει αὐτό, τό ὁποῖο τονίζει ὁ Χριστός στό 6ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰωάννου: «Ὅποιος μοῦ τρώει τή σάρκα καί μοῦ πίνει τό αἷμα, μένει μέσα σ’ἐμένα κι ἐγώ μέσα σ’αὐτόν» (βλ. στ΄56)

Αὐτό τό φρόνημα διακατεῖχε ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων αἰώνων. Θεωροῦσαν ὕψιστη τιμή νά ὀνομάζονται καί νά εἶναι Χριστιανοί. Δέν ἔβαζαν τίποτε πάνω ἀπό τή σχέση τους μέ τόν Χριστό καί τήν θεία Κοινωνία, διακινδυνεύοντας γι’ αὐτό μονίμως τή ζωή τους. Αὐτή ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό δέν τροφοδοτοῦσε ἁπλά τή ζωή τους, ἀλλά ἦταν ἡ ζωή τους. Τά Συναξάρια, πού καταγράφουν τόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν Ἁγίων μας κάθε ἐποχῆς, βρίθουν ἀπό ἀναφορές, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες, ὅταν οἱ διῶκτες ἐρωτοῦσαν τούς Μάρτυρες, ποιό ἦταν τό ὄνομά τους, ἤ  ποιά ἡ πατρίδα τους, ἐκεῖνοι ἀπαντοῦσαν: Εἶμαι Χριστιανός. Κι αὐτό ἀρκοῦσε, τά ἔλεγε ὅλα!

Ὁ Μ. Βασίλειος μάλιστα στή μνημειώδη ὁμιλία του γιά τούς 40 Μάρτυρες, πού μαρτύρησαν στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβαστείας, ἀναφέρει, ὅτι «Ὁ καθένας λοιπὸν, ἀφοῦ περιεφρόνησαν τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς εἶχαν ὀνομάσει ἀπὸ τὴν γέννησή τους, ὠνόμαζε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸ κοινὸν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος καί ἔλεγαν «εἶμαι Χριστιανός»

Τό ἴδιο ἦθος περιγράφει καί ὁ ἄγνωστος συγγραφέας τῆς «Πρός Διόγνητον ἐπιστολῆς», ἑνός ἀπολογητικοῦ κειμένου τῆς χριστιανικῆς γραμματείας τῶν πρώτων αἰώνων. «Ο χριστιανο...οτε πόλεις διαίτερες χουν, οτε διάλεκτο ξεχωριστὴ, οτε ζω κάνουν φανταχτερή...Πατρίδα τους χουν κι ατο να ρισμένο τόπο, λλ ς πάροικοι. Μετέχουν σ λα ς πολίται κα λα τ πομένουν ς ξένοι...ν σαρκί βρίσκονται, λλα δέν ζον κατ σάρκα. Στ γ περνον τς μέρες τους, λλα στν οραν πολιτεύονται. πακούουν στος νόμους το κράτους, λλα μ τ ζω τους ὑπερβαίνουν τος νόμους. γαπον λους κα λοι τος καταδιώκουν».

Στίς ἡμέρες μας ὅμως οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δέν βιώνουμε αὐτήν τήν πραγματικότητα, διότι δέν ζοῦμε τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά θρησκεύουμε ἁπλῶς. Οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ὁμοιάζουμε πιό πολύ ὡς ἀκόλουθοι μιᾶς θρησκείας, παρά μέ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εὐθυγραμμιζόμαστε μέ κάποιους τυπικούς κανόνες, ἀναγκαίους μέν, ἀλλά μέχρι ἐκεῖ. Μᾶς ἐντυπωσιάζει τό σθένος τῶν Μαρτύρων, ὁ δυναμισμός τῶν Ἁγίων, ἡ σοφία μέ τήν ὁποία διαχειρίζονταν τήν ζωή τους καί ἡ ἄνευ προϋποθέσεων παράθεσή τους στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀποφάσεώς τους νά προηγεῖται ὁ Χριστός σέ ὅλα στή ζωή τους.  

Καί γιά νά μήν φανεῖ ὁ λόγος ὑπερβολικός, ἄς προβληματισθοῦμε πάνω σέ ἕνα ἁπλό παράδειγμα, μέσα ἀπό τήν δυνατότητα, πού μᾶς δίνει ἡ σύγχρονη τεχνολογία. Πόσοι ἀπό ἐμᾶς ἔχουμε τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἤ τοῦ Ἁγίου μας ἤ τόν Τίμιο Σταυρό στήν ὀθόνη τοῦ κινητοῦ μας τηλεφώνου; Πόσοι ἀπό ἐμᾶς, ἀφοῦ οἱ καταστάσεις τῆς ζωῆς μας δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά βρεθοῦμε σέ μία ὁμιλία Ὀρθόδοξης Κατήχησης ἤ ἕνα κήρυγμα, ἐπιλέξαμε νά ἀκούσουμε κάτι πνευματικό μέσα ἀπό τά ἠλεκτρονικά μέσα, τά ὁποῖα κατά κράτος διαχειριζόμαστε; Ὅλα αὐτά ἀναφέρονται, γιατί φανερώνουν ποιά εἶναι ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό καί πόσο μᾶς ἀγγίζει ἡ φροντίδα αὐτῆς τῆς σχέσης μας μέ τόν Κύριο καί Θεό μας!

Ὁ τρόπος τῆς Χριστιανικῆς διαβίωσης εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐνσυνείδητης σχέσης καί κοινωνίας μέ τόν Χριστό, ὅπως τήν διαφυλάσσει καί τήν προάγει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί κυρίως τῆς Καινῆς Διαθήκης, εἶναι ἡ πρώτη ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά γνωρίζουμε τί διδάσκει ὁ Χριστός καί ἔτσι νά εὐθυγραμμιζόμαστε μέ τό θέλημά Του. Ἐπίσης μέσα ἀπό τίς Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τά ἄλλα Ἀποστολικά ἤ Προφητικά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς μποροῦμε νά λαμβάνουμε αὐθεντική τήν ἐμπειρία τῆς χριστιανικῆς βιοτῆς. Μέσα δέ ἀπό τόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν Ἁγίων μας καί τούς λόγους τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε, πώς ἡ εὐαγγελική διδαχή μπορεῖ νά γίνεται πράξη στήν ζωή μας. Πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση μἀλιστα πολύ μᾶς βοηθεῖ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μέ τό σπουδαῖο ἔργο του: «Χρηστοήθεια των Χριστιανῶν».

Ἀκολούθως πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι τό Ὀρθόδοξο βίωμα, ἀποκτᾶται μόνον μέσα ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ἀποτέλεσμα νοητικῆς διεργασίας, ἤ ἄλλης ἐργασίας, ἀλλά ἁγιασμοῦ τῆς ὅλης ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου.

Τοῦτο σημαίνει ὅτι Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πειθαρχεῖ στά κελεύσματα τῆς Ἐκκλησίας του, κι ὅταν γιά παράδειγμα ἡ Ἐκκλησία του ἔχει νηστεία,τότε κι ἐκεῖνος νηστεύει. Ὁ Ὀρθόδοξοης Χριστιανός ἐκκλησιάζεται ἀνελλιπῶς τουλάχιστον κάθε Κυριακή. Δέν παρίσταται ἁπλῶς στόν Ναό. Συμπροσεύχεται, συνεπιτελεῖ καί συμμετέχει στή θεία Λειτουργία. Ἔχοντας προετοιμασθεῖ μέ τόν τρόπο καί τήν μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας μας κοινωνεῖ τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά ζεῖ ὁ Χριστός μέσα Του. Ὅταν ὁ Χριστός ζεῖ ἐντός μας, πορεύεται μέ τά πόδια μας, εὐεργετεῖ μέ τά χέρια μας, ὁμιλεῖ μέ τή γλῶσσα μας τότε καί ἡ ζωή μας, ὄχι μόνο εὐλογεῖται ἀπό Ἐκεῖνον, ἀλλά κυρίως γίνεται τό πιό εὔγλωττο κήρυγμα γιά τούς γύρω μας.

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Τό ὄνομα Χριστιανός καί μάλιστα Ὀρθόδοξος δέν πρέπει νά σημαίνει γιά ἐμᾶς ἁπλῶς τόν καλό ἄνθρωπο τοῦ κόσμου, ἀλλά ἐκεῖνον, πού εὐπροσωπεῖ τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, ἀφοῦ ἀξιώνεται ἀπό τόν Χριστό νά ἀποτελεῖ ἡ προέκτασή Του στόν κόσμο. Ὁ Χριστιανός, γράφεται στήν πρός Διόγνητον Ἐπιστολή ὁμολογεῖ τήν σχέση του μέ τόν Χριστό καί μαρτυρεῖ τήν κοινωνία μέ Ἐκεῖνον, μέσα ἀπό μία πολιτεία, πού φανερώνεται θαυμαστ κα μολογουμένως παράδοξη. Ἀμήν.

Εκτύπωση